Το Συμβούλιο της Ευρώπης επανέλαβε τη δέσμευσή του, υπέρ της Συμφωνίας των Παρισίων και αναγνώρισε την ανάγκη να ενταθούν οι παγκόσμιες προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, λαμβανομένων υπόψη των τελευταίων διαθέσιμων επιστημονικών πορισμάτων, ιδίως της ειδικής έκθεσης της IPCC σχετικά με τις επιπτώσεις της ανόδου της παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 1,5 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Στο τελικό κείμενο, οι Ευρωπαίοι ηγέτες τονίζουν ότι είναι ιδιαιτέρως σημαντικό η ΕΕ να υιοθετήσει μια φιλόδοξη μακροπρόθεσμη στρατηγική έως το 2020 με στόχο την κλιματική ουδετερότητα σε εναρμόνιση με τη Συμφωνία των Παρισίων, «συνεκτιμώντας ταυτόχρονα τις ιδιαιτερότητες των κρατών μελών και την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας», μια φράση που όπως κατήγγειλαν περιβαλλοντικές οργανώσεις, περικλείει όλες τις αγκυλώσεις που εμποδίζουν την ΕΕ να θέσει και να υλοποιήσει φιλόδοξους στόχους.
Είναι αξιοσημείωτο ότι η Κομισιόν έχει εγκρίνει έναν στόχο για την επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050. Το 2015 στο Παρίσι είχε αποφασιστεί ότι στο δεύτερο μισό του αιώνα θα έπρεπε να υπάρχει ισορροπία μεταξύ ανθρωπογενών εκπομπών και μηχανισμών απορρόφησης των αερίων του θερμοκηπίου με στόχο την «ουδετερότητα άνθρακα» μεταξύ 2050 και 2099.
Όμως πλέον εναπόκειται στις 28 εθνικές κυβερνήσεις (ή 27 μετά το Brexit), να πάρουν την τελική απόφαση και να συμφωνήσουν για το ποια θα είναι η μακροπρόθεσμη στρατηγική της ΕΕ.
Η ημερομηνία που τέθηκε στο κείμενο της Παρασκευής δεν είναι νέα. Είχε ανακοινωθεί και τον περασμένο Δεκέμβριο, κατά την προηγούμενη σύνοδο κορυφής. Μάλιστα, τότε οι Ευρωπαίοι ηγέτες είχαν αναφέρει ότι θα αποφάσιζαν για τη γενική κατεύθυνση και τις πολιτικές προτεραιότητες κατά το πρώτο εξάμηνο του 2019. Και καθώς ούτε την Παρασκευή το έπραξαν, το ζήτημα μετατίθεται για την επόμενη συνάντησή τους τον Ιούνιο. Είναι μάλιστα αξιοσημείωτο ότι, στο τελικό κείμενο δεν υπήρχε καμία αναφορά για το έτος 2050.
Οι δηλώσεις του Γάλλου προέδρου Εμμανουήλ Μακρόν αποτυπώνουν το γεγονός οι Ευρωπαίοι ηγέτες αποδείχθηκαν πολύ κατώτεροι των περιστάσεων. Αναφέρθηκε σε μια «λιγότερο κακή δυνατή λύση», η οποία δεν ανταποκρινόταν με σαφήνεια ούτε στις δεσμεύσεις που είχαν ληφθεί το 2015, ούτε στις επιστημονικές προκλήσεις που παρουσίασαν κορυφαίοι εμπειρογνώμονες, αλλά ούτε στις διαμαρτυρίες της νεολαίας.
Επίσης, απογοητευμένος από το αποτέλεσμα το εαρινού Συμβουλίου εμφανίστηκε και ο Δανός πρωθυπουργός Lars Loekke Rasmussen, με δεδομένο ότι οι ηγέτες των κρατών μελών της ΕΕ δεν κατάφεραν να θέσουν μια σαφή προθεσμία για το 2050.
Επικριτική ήταν και η περιβαλλοντική οργάνωση WWF, η οποία σχολιάζοντας το σχετικό κείμενο τόνισε ότι είναι σαν να λένε στους πολίτες «άντε… χαθείτε» ("get lost»). Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, εάν οι αρχηγοί των κρατών δεν κατορθώσουν να καθορίσουν ως έτος στόχο το 2050, ή ιδανικά το 2040, για μηδενικές εκπομπές, απλά αγνοούν τους εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπων που ζητούν δράση για το κλίμα σε ολόκληρη την Ευρώπη, καθώς και τις παρατηρήσεις αξιόπιστων επιστημόνων.
Εμπόδιο η Γερμανία
Σύμφωνα με καταγγελία της Greenpeace, ήταν η Γερμανία που εμπόδισε τη λήψη μιας δεσμευτικής απόφασης για το ουδέτερο κλίμα το 2050. Αλλά και οι Τσεχία, Ουγγαρία και Πολωνία – χώρες που στηρίζουν την οικονομία τους στην καύση άνθρακα - αντιτάχθηκαν σε οποιαδήποτε αναφορά σε καθαρές μηδενικές εκπομπές.
Ωστόσο, μια άλλη ομάδα χωρών - Δανία, Φινλανδία, Γαλλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία και Σουηδία – πιέζουν για πιο τολμηρούς στόχους και μηδενικές εκπομπές το 2050.
Οι ηγέτες των κρατών μελών της ΕΕ την περασμένη Παρασκευή, στο κείμενό τους ζητούν επίσης την έγκαιρη οριστικοποίηση των εθνικών μακροπρόθεσμων στρατηγικών. Πρόκειται για μια υποχρέωση βάσει ενός κανονισμού που είχε συμφωνηθεί πέρυσι και υποχρεώνει τα κράτη μέλη να υιοθετήσουν μια μακροπρόθεσμη κλιματική στρατηγική έως την 1η Ιανουαρίου 2020.
Επίσης, στο κείμενο αναγνωρίζεται ότι η υλοποίηση του στόχου της Συμφωνίας των Παρισίων προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες και δυνατότητες για οικονομική ανάπτυξη, νέες θέσεις εργασίας και τεχνολογική ανάπτυξη καθώς και για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, οι οποίες πρέπει να αξιοποιηθούν, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα μια δίκαιη και κοινωνικά ισορροπημένη μετάβαση για όλους. Το Συμβούλιο καλείται να εντατικοποιήσει τις εργασίες του για μια μακροπρόθεσμη στρατηγική για το κλίμα ενόψει νέας συζήτησης τον Ιούνιο του 2019.