Δεν είναι συνεπώς υπόθεση ενός προσώπου ή ενός φορέως –του πρωθυπουργικού γραφείου με 340 νέες, «επιτελικές θέσεις»- η άσκηση της εξουσίας αλλά μάλλον η ανάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας της Ελλάδος.
Στο υδροκέφαλο, Αθηνοκεντρικό κράτος, τον συντονισμό της κυβερνητικής πολιτικής έκαμε στο παρελθόν (1947), ο πρώτος τη τάξει υπουργός Συντονισμού (ΥΠΣΥΝ). Δεν άρεσε όμως στον αλήστου μνήμης Κ. Σημίτη και το κατήργησε κατά την 8ετία του.
Τώρα, αντί ανασυστάσεως του ΥΠΣΥΝ, η κυβέρνηση υιοθετεί το υπόδειγμα της Γερμανικής Καγκελαρίας. Αλλ’ εκεί πρόκειται για ένα ομοσπονδιακό κράτος 84 εκατομμυρίων κατοίκων, με ισχυρές τοπικές κυβερνήσεις για τα καθημερινά προβλήματα του πολίτη και της παραγωγής. Το γραφείο της Καγκελαρίας αποφασίζει κυρίως για ζητήματα εξωτερικής, αμυντικής και οικονομικής πολιτικής (πχ. εισδοχής φθηνών εργατικών χειρών).
Στην Ελλάδα των μόλις εννέα εκατομμυρίων Ελλήνων και δύο των λαθρομεταναστών, υπάρχει μία πολυτελής κυβέρνηση 51 υπουργών (και υφυπουργίσκων), καμμια εκατοστής «γενικών γραμματέων», 13 περιφερειαρχών και 354 βλαχοδημάρχων, που βασανίζουν τον πολίτη με την γραφειοκρατία -συνήθως κομμουνιστικής εμπνεύσεως. Τώρα προσετέθησαν και αρκετοί μάνατζερ, «πετυχημένοι»! Συμβαίνει οι αποτυχημένοι να βρίσκουν απασχόληση στο δημόσιο. Διότι ποιός επιτυχημένος στην δουλειά του την αφήνει για να πάει στο χαοτικό δημόσιο;
Στο ισχύον πρωθυπουργικό καθεστώς, ο εκάστοτε κομματάρχης της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, διορίζει στο δημόσιο περί τις δέκα χιλιάδες πρόσωπα του αμέσου προσωπικού και οικογενειακού περιβάλλοντος, για να αισθάνεται ασφαλής.
Το κυβερνητικό «έργο» διεκπεραιώνουν οι υπουργοί «του» κι’ οι 850.000 δημόσιοι υπάλληλοι, που «εργάζονται» (σ)το κράτος και κοστίζουν στον φορολογούμενο μέχρις έξη μισθών και συντάξεων του ετησίου εισοδήματος του.
Εάν το «έργο» αυτό είναι ανεπαρκές (πχ. η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος) ή θανατηφόρο (βλ. Μάτι και Μάνδρα) δεν είναι μόνον ελλείψει «συντονισμού» των διασπάρτων κρατικών υπηρεσιών αλλά και των πελατειακών σχέσεων του κυβερνώντος κόμματος.
Είναι αμφίβολο εάν θα επιτύχει τον έλεγχο της διοικήσεως το πρωθυπουργικό γραφείο, με όσες εξουσίες Καγκελαρίου κι αν περιβληθή. Μάλλον το Υπουργικό Συμβούλιο (ΥΣ) θ’ απονεκρωθή – ήδη πάσχον από νεκροφάνεια. Μόνον ένα λιτό σχήμα Γραμματείας του ΥΣ θα μπορούσε να εξασφαλίσει τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου.
Η καθιέρωση, εξ άλλου, της «ψηφιακής διακυβέρνησης» δεν έχει ανάγκην ενός ολοκλήρου υπουργείου αλλά διορισμού ενός Επιτρόπου, για την απλούστευση των διαδικασιών. «Υπουργείον Αξιολογήσεως» των διαδικασιών χρειαζόμαστε κι’ όχι ψηφιακής ακυβερνησίας, όταν το 80% του πληθυσμού αγνοεί ποία είναι η Google.
Ο κ.Γεραπετρίτης παρουσίασε στην βουλή ένα επιτελικό σχέδιο «παιδικής χαράς», ως είπε, εν σχέσει με το Γερμανικό. Αμφότερα όμως είναι προϊόντα ξένης επιρροής: Η μεν Γερμανική Καγκελαρία επεβλήθη το 1947 από τις δυνάμεις κατοχής των Αμερικανών, εξ αιτίας της αποτυχίας της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, η δε Ελληνική κυβέρνηση λειτουργεί υπό την αυξημένη επιστασία της Κομισιόν, δηλ. υπό Γερμανική επιρροή. Η Ελληνική Καγκελαρία θ’ αποδειχθή δυσδιαχείριστη και πολυέξοδη, μόλις η «παιδική χαρά» ενηλικιωθή.
(*) Κ.Π.Καβάφη: «Εν μεγάληι Ελληνικήι αποικίαι , 200 π.Χ.»