πολλές χώρες γέμιζαν τα ταμεία τους, όπως εξάλλου και δεκάδες πετρελαϊκές εταιρείες, ενώ και ο λαός κάτι κέρδιζε και αυτός, εμμέσως, από την ακμή του κράτους. Οι άλλες χώρες τις ζήλευαν.Τώρα, βέβαια, η κατοχή πετρελαίου προς διάθεση είναι κατάρα παρά ευλογία, αφού η τιμή του εξακολουθεί να πέφτει και η αναταραχή συνεχίζεται.
Σύμφωνα με την εκτίμηση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), στη χειρότερη θέση αυτή τη στιγμή βρίσκονται ο Ισημερινός, η Νιγηρία και το Ιράκ: αυτά τα κράτη θα πληγούν περισσότερο από την εξελισσόμενη πετρελαϊκή κρίση, με τα κέρδη τους να μειώνονται το μισό ή και κατά 85% (με τις τιμές χαμηλά, στα 20 δολ. το βαρέλι και ακόμη πιο κάτω).
Θεωρητικώς, όλες οι οικονομίες των πετρελαιοπαραγωγών χωρών είναι υπό πίεση, αλλά υπάρχουν κράτη στα οποία ο μαύρος χρυσός αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών τους. Στο Ιράκ, λόγου χάρη, με το εξαγώγιμο πετρέλαιο στο 98% των συνολικών εξαγωγών του, υπάρχει απίστευτη εξάρτηση. Ο ΙΕΑ λέει ότι εφέτος το Ιράκ θα αντιμετωπίσει έλλειμμα 50 δισ. δολαρίων.
Αν και η Σαουδική Αραβία δεν είναι ιδιαίτερα ευπαθής σε κάθε πτώση της τιμής του πετρελαίου επειδή δεν ξοδεύει και πολλά για την εξόρυξή του, θα αντιμετωπίσει και αυτή ταμειακό πρόβλημα που θα ξεπεράσει τα 100 δισ. δολάρια. Η προηγούμενη πετρελαϊκή κρίση τιμών, του 2014, της άφησε πληγές τις οποίες, μάλλον φυσιολογικά, δεν επούλωσε η προσπάθεια εισροής τουριστικού συναλλάγματος. Για να ισορροπήσει τις δαπάνες του, το βασίλειο των Σαούντ χρειάζεται μία πετρελαϊκή τιμή περί τα 85 δολάρια το βαρέλι. Και από το σημείο αυτό είμαστε πολύ μακριά.
Για την παρούσα κρίση οι Σαουδάραβες ευθύνονται κατά τούτο: επιτάχυναν την αστάθεια των τιμών όταν απείλησαν να αυξήσουν την παραγωγή τους ώστε να προξενήσουν βλάβη στη Ρωσία, παρά το γεγονός ότι η ευπάθειά της είναι μικρή λόγω της «ανεξάντλητης δεξαμενής» του ρωσικού φυσικού αερίου.
Οι Αμερικανοί έχουν το πρόβλημα της αποθήκευσης ως κυριότερο, ενώ ο πρόεδρός τους Ντόναλντ Τραμπ υποσχέθηκε νέα στήριξη της βιομηχανίας πετρελαίου, φυσικού αερίου και ορυκτών καυσίμων. Σε γενικές γραμμές πάντως, η αμερικανική πετρελαιοπαραγωγή αποτελεί ένα μικρότερο συγκριτικά με άλλους τομείς ποσοστό της οικονομίας των ΗΠΑ και σε αντίθεση με τα συμβαίνοντα σε άλλα κράτη. Ετσι η επικινδυνότητα από την αστάθεια των τιμών πετρελαίου μειώνεται για τις ΗΠΑ.
Η πιο χαμηλή τιμή πώλησης του πετρελαίου θα μπορούσε να ωφελήσει την κατανάλωση στις χώρες εισαγωγής του. Με την πανδημία όμως, που καθήλωσε τις παραγωγικές μηχανές παντού και ανέστειλε όλες τις μεταφορές, αυτό το θεωρητικό πλεονέκτημα… ακινητεί, όπως και οι άνθρωποι.
Ποιος λοιπόν θα βγει κερδισμένος; Και σε αυτόν τον τομέα, η Κίνα. Το ασιατικό κράτος που γέννησε τον κορονοϊό είναι ο μεγαλύτερος πελάτης πετρελαίου σε όλον τον κόσμο (το πετρέλαιο αντιπροσωπεύει το εν πέμπτον των εισαγωγών του). Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται το BBC, η Κίνα αποθηκεύει αργό καθώς αυξάνει και πάλι ταχύτητα στις γραμμές παραγωγής της.
Με δύο λόγια: όπως ισχύει σε όλες τις καταστάσεις όσον αφορά τα ζητήματα κέρδους και ζημίας, η χαμηλή τιμή (και η προοπτική της χαμηλής τιμής) αυξάνει τον κίνδυνο της ύφεσης για τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες, αλλά ταυτόχρονα βοηθάει στην ανάκαμψη των υπολοίπων.
(Protagon.gr)