Όπως επισημαίνει σε έκθεση που δημοσίευσε το ΕΕΣ, παρά τη βελτίωση της καθοδήγησης από την Επιτροπή, τα έργα που χρηματοδοτούνται εξακολουθούν να μην εστιάζονται στην επίτευξη της μέγιστης δυνητικής εξοικονόμησης ενέργειας ανά επενδυόμενο ευρώ. Η χρηματοδότηση του προγράμματος ενεργειακής αποδοτικότητας εντάσσεται στο πλαίσιο της επίτευξης του κοινοτικού στόχου για εξοικονόμηση της προβλεπόμενης κατανάλωσης ενέργειας των κρατών-μελών κατά 20% έως το 2020 και 32,5 % έως το 2030.
Την περίοδο 2014-2020, η Ε.Ε. διέθεσε περίπου 14 δισ. για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων, εκ των οποίων τα 4,6 δισ. προορίζονταν για κατοικίες.
Η έκθεση επικρίνει τις εθνικές αρχές των κρατών-μελών για τη μη στόχευση στα έργα που έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να εξοικονομήσουν ενέργεια. Όπως τονίζουν, οι εν λόγω αρχές δεν αξιολογούν πάντοτε την αρχική κατανάλωση ενέργειας, τη δυνητική εξοικονόμηση ενέργειας και τις επενδυτικές ανάγκες. Επιπλέον, δεν παρέχουν κίνητρα για ριζικές ανακαινίσεις, παραδείγματος χάριν, χορηγώντας τους υψηλότερα ποσοστά ενίσχυσης. Αντιθέτως, οι αρχές επιχορηγούν τις δαπάνες σε ποσοστό 100%, ανεξαρτήτως της αναμενόμενης εξοικονόμησης ενέργειας. Ως εκ τούτου, ορισμένα έργα χρησιμοποίησαν τη χρηματοδότηση της Ε.Ε. για απλές αναβαθμίσεις (όπως η εγκατάσταση φωτισμού LED), οι οποίες θα μπορούσαν κάλλιστα να είχαν πραγματοποιηθεί και χωρίς τη στήριξη της Ε.Ε. Όσον αφορά την επόμενη γενιά προγραμμάτων, η έκθεση διατυπώνει σειρά συστάσεων για την ενίσχυση της οικονομικής αποδοτικότητας στον σχεδιασμό και στη στόχευση των επενδύσεων, στις διαδικασίες επιλογής έργων, και στην παρακολούθηση της προόδου προς την επίτευξη των στόχων ενεργειακής απόδοσης της Ε.Ε.
(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")