Όλες ανεξαιρέτως οι μεγάλες πετρελαϊκές όπως οι Shell, BP, Chevron, Exxon, Total δημοσίευσαν ζημιές η μεγάλη μείωση στα κέρδη για το Α Τρίμηνο ενώ όλες ανακοίνωσαν μείωση επενδύσεων που συνολικά ξεπερνούν τα $ 80 δισ. για τους επόμενους 12 μήνες. Εάν λάβουμε υπ´ όψη τις περικοπές δαπανών και των άλλων εταιρειών ανά τον κόσμο συμπεριλαμβανομένων και των εθνικών πετρελαϊκών εταιρειών (NOC's) τότε συνολικά μιλούμε για επενδυτική αφαίμαξη που ενδέχεται να φθάσει τα $250 δισ. και αντιστοιχεί σε μείωση 30% του ετήσιου επενδυτικού δυναμικού στο Upstream Oil &Gas που ανέρχεται στα $684 δισ. τον χρόνο μέσο όρο την τρέχουσα δεκαετία.
Οι περισσότερες από τις ανωτέρω εταιρείες μεταθέτουν για 12 ή και 18 μήνες προγραμματισμένα ερευνητικά προγράμματα ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις τα ματαιώνουν πλήρως σε μια προσπάθεια να εξοικονομήσουν χρήματα αλλά και να μειώσουν την παραγωγή τους. Όπως παρατηρούν παράγοντες της διεθνούς πετρελαιαγοράς η μείωση της παραγωγής αποτελεί μονόδρομο για τις περισσότερες IOC's λόγω της τρέχουσας αλλά και της προβλεπόμενης μείωσης της πετρελαϊκής ζήτησης αλλά και διότι λόγω της υπερπροσφοράς μειώνονται καθημερινά οι διαθέσιμοι αποθηκευτικοί χώροι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Νορβηγία, η κυβέρνηση της οποίας αξιολογώντας την αρνητική διεθνή συγκυρία ζήτησε από τις εταιρείες της χώρας που δραστηριοποιούνται στην Βόρειο Θάλασσα να μειώσουν άμεσα την παραγωγή τους κατά 250,000 βαρέλια την ημέρα ή 13% της ημερήσιας παραγωγής με το νούμερο αυτό να μειώνεται στα 134,000 βαρ./ημέρα μετά τον Ιούλιο.
Όπως ανακοίνωσε πριν λίγες ημέρες ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) η μείωση της παγκόσμιας ζήτησης μόνο για τον μήνα Απρίλιο αναμένεται να φθάσει τα 29,0 εκατ. βαρέλια ανά ημέρα, που ισοδυναμεί σχεδόν στο 30% της παγκόσμιας κατανάλωσης, ενώ σε ετήσια βάση η ζήτηση εκτιμάται ότι θα κάνει βουτιά κατά 10,0 εκατ. βαρ./ημέρα. Υπό αυτές τις πρωτόγνωρες συνθήκες συμπίεσης της διεθνούς αγοράς οι πετρελαϊκές είναι υποχρεωμένες, προκειμένου να εξασφαλίσουν την βιωσιμότητα τους, να κατεβάσουν ταχύτητα και να αναπροσαρμόσουν προς τα κάτω το παραγωγικό τους μοντέλο προκειμένου να ικανοποιήσουν τις ανάγκες ενός κόσμου που απ´ εδώ και στο εξής θα χρειάζεται λιγότερο πετρέλαιο και περισσότερο φυσικό αέριο.
Τα ανωτέρω νούμερα συνιστούν τεράστιες και ιστορικά μοναδικές αποκλίσεις σε μια ημερησία παγκόσμιο αγορά της τάξης των 100,0 εκατ. βαρ. ανά ημέρα. Όταν πριν μόλις μερικούς μήνες αποκλίσεις της τάξης του 1,0 με 1,5 εκατ. βαρ/ημέρα ήσαν ικανές να δημιουργούν αναταραχή στην αγορά και υψηλή μεταβλητότητα στις τιμές, ήτο αναμενόμενο η σημερινή ουσιαστική συρρίκνωση της ζήτησης να οδηγήσει πολλές από τις πετρελαϊκές σε αναδίπλωση η και απόγνωση ενώ αρκετές από τις μικρό μεσαίες, ιδιαίτερα αυτές που δραστηριοποιούνται σε σχιστολιθικές εξορύξεις στις ΗΠΑ, κήρυξαν πτώχευση. Σε αντίθεση με τις μικρομεσαίες πετρελαϊκές οι IOC's δεν αντιμετωπίζουν άμεσο πρόβλημα ρευστότητας αλλά αντικρίζουν έντρομες την επόμενη ημέρα αφού ενδέχεται ένα μεγάλο μέρος των επενδύσεων που έχουν πραγματοποιήσει τα τελευταία 5 χρόνια να μην μπορέσει να αποσβεσθεί ενώ επενδύσεις που έχουν ήδη δρομολογηθεί και για τις οποίες έχει ληφθεί η τελική επενδυτική απόφαση ( FID) κινδυνεύουν να ακυρωθούν.
Μείωση παραγωγής, καταβαράθρωση κερδών αλλά και ζημίες στην τρέχουσα χρήση, υποχρεώνουν τις πετρελαϊκές να αναθεωρήσουν άρδην τον τρόπο λειτουργίας των προχωρώντας σε μείωση των λειτουργικών τους δαπανών (βλέπε απολύσεις) και αναθεώρηση προς τα κάτω των επενδυτικών τους σχεδίων. Και αυτό σε μια περίοδο όπου οι IOC's υφίστανται σοβαρές πιέσεις από ομάδες οργανωμένων μετόχων για ριζική αναθεώρηση του επιχειρηματικού τους μοντέλου ωθώντας ορισμένες από αυτές να υποσχεθούν (ως ένα νέο Σύμβολο Πίστεως) ότι θα επενδύσουν στις ΑΠΕ, στην ενεργειακή αποδοτικότητα, στην ανακύκλωση και ποιος ξέρει σε τι άλλου είδους δραστηριότητες άσχετες με το αντικείμενο τους, προκειμένου να μην δουν την αξία των μετοχών τους να μηδενίζεται. Τα ανωτέρω αναμφίβολα θα οδηγήσουν σε μια νέα αναδιάρθρωση του κλάδου μέσα στα επόμενα δύο χρόνια μέσω εξαγορών, συγχωνεύσεων αλλά και αποεπενδύσεων και ασφαλώς θα επιταχύνουν τις εξελίξεις στη δημιουργία ενός νέου πρότυπου περαιτέρω καθετοποιημένης ενεργειακής εταιρείας η οποία θα πουλά ενέργεια και όχι συγκεκριμένα καύσιμα.