από τη χρήση ορυκτών καυσίμων, εν τούτοις, εγείρουν ισχυρές ενστάσεις ως προς την ταχύτητα με την οποία πρέπει να υλοποιηθεί αυτή η ρηξικέλευθη πολιτική.
Η συμφωνία μεταξύ της πολωνικής κυβέρνησης, των συνδικάτων των ανθρακωρύχων και της κρατικής εταιρείας εξορύξεων, για το σταδιακό κλείσιμο των ορυχείων έως το 2049 σφράγισε τον σχεδιασμό της χώρας για τη μετάβασή της στη μεταλιγνιτική εποχή.
Μεταξύ άλλων, η συμφωνία προβλέπει τη διασφάλιση της απασχόλησης των εργαζομένων έως τη συνταξιοδότησή τους, καθώς και την παροχή αποζημίωσης σε ενδεχόμενη πρόωρη συνταξιοδότησή τους, ενώ για τη στήριξη των κοινοτήτων που θα πληγούν από την απολιγνιτοποίηση, η κυβέρνηση της Πολωνας σχεδιάζει να χρηματοδοτήσει το μετασχηματισμό των τοπικών οικονομιών, με την αξιοποίηση κονδυλίων ύψους 13 δισ. ευρώ που θα προέλθουν από το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης της ΕΕ.
Το «Ενεργειακό Πρόγραμμα 2040» που έχει υιοθετήσει η Πολωνία αποσκοπεί στη μείωση της συμμετοχής του άνθρακα στο εγχώριο ενεργειακό μείγμα, από 75% σήμερα, σε 37-56% το 2030 και σε 11-28% το 2040, ενώ προβλέπεται ότι η ταυτόχρονη διείσδυση των ΑΠΕ θα αυξηθεί στο 32% έως το 2030.
Όπως προβλέπεοι ο νέος ενεργειακός σχεδιασμός της χώρας η αύξηση αυτή θα προέλθει κυρίως από αιολικές εγκαταστάσεις (10 γιγαβάτ χερσαίων και 5,9 γιγαβάτ υπεράκτιων αιολικών πάρκων).
Είναι ενδεικτικό των πρπσπαθειών της Πολωνίας να πρασινίσει την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, το γεγονός ότι προγραμματίζει να κατασκευάσει το πρώτο πυρηνικό εργοστάσιό τηςσίου στη χώρα έως το 2030.
(Ποσοστά συμμετοχής καυσίμων στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας της Πολωνίας μεταξύ 1990-2017)
Τις τελευταίες δεκαετίες, η Πολωνία, με μέσο ποσοστό αύξησης του ΑΕΠ της, της τάξης του 4% τις τελευταίες τρείς δεκαετίες, έχει προβεί σε σημαντικές ενέργειες προκειμένου να μετασχηματίσει εκ βάθρων το ενεργειακό σύστημά της και να μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Σε κάθε περίπτωση όμως, η τροχιά αυτής της μετάβασης θα είναι δύσκολη.
Αυτή τη δυσκολία εντείνει το γεγονός ότι η Πολωνία δεν διαθέτειίναι ευλογημένη ποτάμια που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν μια εκτεταμένη υδροηλεκτρική παραγωγή, ενώ απολαμβάνει μόλις 1.400 έως 1.900 ηλιόλουστες ώρες το χρόνο, ήτοι το ήμισυ εκείνων της Καλιφόρνια στις ΗΠΑ! Επίσης, το φυσικό αέριο δεν απαντάται στο υπέδαφός της και οι γεωπολιτικοί παράγοντες καθιστούν δύσκολη την εισαγωγή του σε βιώσιμη κλίμακα. Η Βαλτική Θάλασσα παρέχει μεν τη δυνατότητα για μια στροφή στην υπεράκτια αιολική παραγωγή, στο βορρά, όμως οι περιοχές με υψηλή κατανάλωση ηλεκτρισμού βρίσκονται στο νότο της χώρας. Ταυτόχρονα, η Πολωνία δεν διαθέτει ούτε έναν πυρηνικό αντιδραστήρα, σε αντίθεση με άλλα μέλη της Ε.Ε. όπως η Βουλγαρία, η Δημοκρατία της Τσεχίας, η Ουγγαρία, η Ρουμανία και η Σλοβακία.
Το συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας συνίσταται στους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα, οι οποίοι εξαντλούν σταδιακά τα υφιστάμενα αποθέματα άνθρακα, αλλά και στον ευμεγέθη γεωργικό τομέα της. Ωστόσο, η πορεία απόσυρσης από τον άνθρακα είναι πιο επείγουσα από ποτέ, καθώς περιορίζονται οι ευκαιρίες για να διατηρηθεί η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη κάτω από τους 2 ° Κελσίου. Προκειμένου να καταστεί μια οικονομία μηδενικού αποτυπώματος άνθρακα έως το 2050, που αποτελεί το έτος –στόχο της Ε.Ε. για τον περιορισμό των εκπομπών CO2 ώστε να συνάδει με τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα, η Πολωνία θα πρέπει να τριπλασιάσει το ποσοστό κατάργησης της χρήσης άνθρακα κατά την επόμενη δεκαετία, σε σύγκριση με τα προηγούμενα 30 χρόνια, ενώ εν συνεχεία, θα πρέπει να επιταχύνει περαιτέρω τους μηχανισμούς απανθρακοποίησης μεταξύ 2030 και 2050.
Αν και δεν παύουν να εγείρονται αμφιβολίες, εν τούτοις, η μετάβαση σε μια οικονομία ουδετερότητας άνθρακα εκτιμάται ότι απαιτούν πρόσθετες επενδύσεις μεταξύ 10 13 δισ. ευρώ ετησίως, που σημαίνει ποσοστό 1-2% του ΑΕΠ, για τα επόμενα 30 χρόνια. Η κρίση που επέφερε η πανδημία προκαλεί περαιτέρω ανησυχίες για την ικανότητα της πολωνικής ηγεσίας να αρθεί των περιστάσεων, σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα όμως, όπως εκτιμούν διεθνείς αναλυτές, η κρίση δεν αναμένεται να μεταβάλει τη θεμελιώδη δομή της πολωνικής οικονομίας, ή των διαθέσιμων τεχνολογιών για την απανθρακοποίηση.