Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ενεργειακοί πόροι χαμηλής αποδοτικότητας, όπως οι σημερινές ανανεώσιμες πηγές, δεν συνάγουν με μεγάλους ή αυξάνοντες πληθυσμούς. Χώρες επίσης με υψηλή βιομηχανική δραστηριότητα, όπως η Γερμανία και άλλες χώρες στην Ευρώπη, εκτός από τις επενδύσεις σε ΑΠΕ, συνεχίζουν να καταναλώνουν άνθρακα και να επενδύουν στην καύση του γαιάνθρακα σε καινούργιες μονάδες με καινούργιους καταλύτες και καινούργιο προσδιορισμό χρονικών ορίων απελευθέρωσης από τον γαιάνθρακα όχι πριν το 2038

Το πείραμα της Γερμανίας, όπου χιλιάδες ανεμογεννήτριες και ένα υψηλό ποσοστό φωτοβολταϊκών (Energiewende program) εγκαταστάθηκαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών δεν απέδωσε παρά μια μικρή μείωση των κατά κεφαλήν εκπομπών CO2. Στη Γαλλία ο Διαχειριστής Δικτύου Ηλεκτρικής Ενέργειας (RTE) ανακοίνωσε τον Ιανουάριο 2021 ότι αναμένει απότομη αύξηση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας λόγω της αναμενόμενης ψυχρής περιόδου και συμβουλεύει, για να αποφευχθεί κίνδυνος διακοπής, να μειωθεί η κατανάλωσή.

Σε ψυχρές αντικυκλονικές περιόδους, οι ανεμογεννήτριες δεν παράγουν ηλεκτρική ενέργεια. Στις 7 Ιανουαρίου, για εγκατεστημένη ισχύ από ανεμογεννήτριες περίπου 14.000 MW, οι ανεμογεννήτριες παρείχαν 946 MW που αντιστοιχεί στο 1% της συνολικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας της Γαλλίας.

Το ελληνικό πείραμα επείγουσας απομάκρυνσης από τους λιγνίτες, που εφαρμόζεται από τις πρόσφατες ελληνικές κυβερνήσεις, λαμβάνει πιθανότατα υπόψη την τάση μείωσης του πληθυσμού τα τελευταία χρόνια και την απουσία υψηλής βιομηχανικής δραστηριότητας, αποτελέσματα της μνημονιακής και μεταμνημονιακής περιόδου της τελευταίας δεκαετίας. Είναι αξιοσημείωτο ότι με 5 BCM εισαγόμενο φυσικό αέριο, που θα αυξηθεί τα επόμενα χρόνια, η χώρα θα υπερβεί το 65% ποσοστό ενεργειακής εξάρτησης από το εξωτερικό που είχε μέχρι τώρα.

Για να αποφύγουμε αυτή την εξάρτηση, ένα μέρος του λιγνίτη, εθνικό μερίδιο στην ηλεκτροδότηση, την παραγωγή προϊόντων άνθρακα υψηλής τεχνολογίας και υδρογόνου, θα πρέπει να παραμείνει διαθέσιμο προς εκμετάλλευση στην χώρα. Με την ίδια λογική, η έρευνα για εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στην Ελλάδα, και ιδιαίτερα κοιτασμάτων εγχώριου φυσικού αερίου, θα μπορούσε να συμβάλει, ακόμα και να απαλείψει, το τεράστιο εγχώριο ενεργειακό έλλειμμα που δημιουργείται από την ραγδαία απολιγνιτοποίηση της χώρας.

Αυτό που δεν λέγεται

Σύμφωνα με τις μελέτες της ΕΔΕΥ του 2018 και 2019, οι πιθανοί όγκοι φυσικού αερίου από 30 υποψήφιους στόχους της δυτικής Ελλάδας, του Ιονίου και ιδιαίτερα της Κρήτης, κυμαίνονται μεταξύ 70 και 90 TCF (τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια). Αυτή η ποσότητα αντιστοιχεί σε 12 έως 15 δισεκατομμύρια βαρέλια ισοδύναμου πετρελαίου. Οι στόχοι μόνο δυτικά, νοτιοδυτικά και νότια της Κρήτης, διάσπαρτοι σε 73.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, θα μπορούσαν να αποδώσουν δυνητικά μεταξύ 62 και 84 TCF ενώ η Δυτική Ελλάδα και οι βόρειες περιοχές του Ιονίου παρουσιάζουν περισσότερες πιθανότητες εύρεσης πετρελαίου και όχι φυσικού αέριου.

(η συνέχεια στο slpress.gr)

 

*Ο Γιάννης Μπασιάς διετέλεσε Προέδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων ΑΕ (EΔEY) από το 2016 μέχρι το 2020. Διαθέτει 33 χρόνια διεθνούς επαγγελματικής εμπειρίας στη γεωλογία και τη γεωφυσική, την οργάνωση τεχνικών έργων και εταιρική διαχείριση για την αξιολόγηση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων και τη δημιουργία χαρτοφυλακίου πετρελαϊκών πόρων.