Η Ελλάδα μπορεί να γίνει εξαγωγέας καθαρής ενέργειας και κέντρο (hub) αποθήκευσης ενέργειας για όλη τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, με νέα έργα ΑΠΕ όπως υπεράκτια πλωτά αιολικά πάρκα, με μονάδες αποθήκευσης ενέργειας, όπως αυτές που βασίζονται στην αντλησοταμίευση και με ανάπτυξη των διασυνδέσεων, επεσήμανε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ομίλου ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, Γιώργος Περιστέρης, στον US Managing Editor των The Financial Times, Peter Spiegel στο πλαίσιο του φόρουμ των Δελφών.

«Πιστεύουμε ακράδαντα στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Εμείς ως όμιλος έχουμε ένα χαρτοφυλάκιο έργων και επενδύσεων 5 δισ. ευρώ, που αναμένεται να δημιουργήσει περίπου 20.000 ποιοτικές θέσεις εργασίας», τόνισε ο κ. Περιστέρης ενώ εξέφρασε την εκτίμηση ότι σύντομα οι ξένες τράπεζες θα δείξουν πάλι ενδιαφέρον για την ελληνική αγορά καθώς η Οικονομία θα βελτιώνεται.

Αναφερόμενος στο Ταμείο Ανάκαμψης, σημείωσε πως είναι μια μοναδική ευκαιρία για τη χώρα μας αλλά κυρίως τη νέα γενιά. «Οι νέοι μας θα μπορούν πλέον να δουλέψουν στην πατρίδα τους, σε ενδιαφέρουσες και καλά αμειβόμενες δουλειές σε τομείς όπως οι ΑΠΕ, οι νέες τεχνολογίες, η πράσινη μετάβαση και η ψηφιοποίηση ιδιωτικού και δημόσιο τομέα. Το Ταμείο Ανάκαμψής δεν είναι απλά μια οικονομική υπόθεση. Η επιτυχής αξιοποίηση του είναι θέμα κατεξοχήν κοινωνικό καθώς η δημιουργία θέσεων εργασίας για τη νέα γενιά είναι πρωτίστως ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης», ανέφερε.

«Η δουλειά που έχει γίνει μέχρι σήμερα υπό τις κατευθυντήριες οδηγίες του πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη, από τον αρμόδιο υπουργό κ. Σκυλακάκη και την ομάδα της οποίας προΐσταται υπήρξε γρήγορη, αποτελεσματική και εξαιρετική οδηγώντας σε πολύ καλές επιλογές έργων.

Η υλοποίηση είναι μια πολύ πιο απαιτητική διαδικασία που θέλει ταχύτητα και ευελιξία από πλευράς Ευρωπαϊκών Αρχών, ώστε να μην έχουμε προβλήματα καθυστερήσεων που προκύπτουν συνήθως από την Ευρωπαϊκή γραφειοκρατία και να ολοκληρωθούν τα έργα εγκαίρως.

Από ελληνικής πλευράς, επίσης απαιτούνται νομικές και ρυθμιστικές παρεμβάσεις ώστε να αποφευχθούν καθυστερήσεις».

Σχετικά με τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων από το τραπεζικό σύστημα, ανέφερε:

Κατά τη δεκαετή οικονομική κρίση, οι ξένες τράπεζες ήταν απούσες.

Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα μπόρεσε ωστόσο να στηρίξει τις σοβαρές και οικονομικά υγιείς επιχειρήσεις, δίνοντας τους πρόσβαση σε χρηματοδότηση και καθιστώντας τις ικανές να φέρουν σε πέρας μεγάλα επενδυτικά σχέδια.

Σήμερα, που οι συνθήκες έχουν βελτιωθεί τόσο για το τραπεζικό σύστημα όσο και για την Οικονομία γενικότερα, δεν θεωρώ ότι θα υπάρξει πρόβλημα για τις εύρωστες επιχειρήσεις να έχουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση. Πιστεύω, μάλιστα, ότι σύντομα και οι ξένες τράπεζες θα δείξουν πάλι ενδιαφέρον για την ελληνική αγορά καθώς η Οικονομία θα βελτιώνεται.