Είναι, όμως, ηλίου φαεινότερον ότι το Κρεμλίνο υπό την ηγεσία του προέδρου Βλάντιμιρ Πούτιν δεν πρόκειται να υποχωρήσει εύκολα ούτε να αποδεχθεί αμαχητί την ένταξη της Ουκρανίας - ιστορικά συστατικού στοιχείου του ευρύτερου ρωσικού χώρου - στην Δυτική συμμαχία, όπως επιδιώκουν συστηματικά οι ΗΠΑ.
Όμως, όσο κρατά η στρατιωτική ένταση μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ/ΝΑΤΟ τόσο οι τιμές του αερίου, και κατ’ επέκταση του ηλεκτρισμού, θα κινούνται σε δυσθεώρητα ύψη, ενώ η επικρεμάμενη απειλή για την εφαρμογή σκληρών Αμερικανικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας συντηρεί ένα ασφυκτικό κλίμα ανασφάλειας σε όλη την Ευρώπη. Αφού η Γηραιά Ήπειρος είναι απόλυτα εξαρτημένη από το ρωσικό αέριο, οι εισαγωγές του οποίου καλύπτουν περισσότερο από το 40% των αναγκών της Ευρώπης. Το 2020, οι καθαρές εισαγωγές φυσικού αερίου στην Ευρώπη ανήλθαν σε 326 bcm, με την συνολική κατανάλωση φυσικού αερίου στα 394 bcm, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τα οποία λαμβάνουν υπόψη το φυσικό αέριο μέσω αγωγών και το LNG.
Με το θέμα της ενεργειακής ασφάλειας να έχει υποβιβασθεί πλήρως τα τελευταία πέντε χρόνια, περίοδο κατά την οποία η ανιστόρητη ευρωπαϊκή ηγεσία ευρίσκετο σε αναζήτηση του δισκοπότηρου της πράσινης ανάπτυξης, η εξάρτηση από εισαγόμενη ενέργεια διαρκώς αυξάνετο μέχρι που φθάσαμε στο σημερινό (σχεδόν) αδιέξοδο, όταν κάποιοι στις Βρυξέλλες έντρομοι συνειδητοποίησαν ότι σε περίπτωση τερματισμού της ρωσικής προμήθειας αερίου τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη είναι ενεργειακά ξεκρέμαστα. Όπως εξηγούμε σε πρόσφατο άρθρο μας στο energia.gr (εδώ), δεν υπάρχει στην πράξη εναλλακτικό και άμεσα εφαρμόσιμο σχέδιο τροφοδοσίας με εισαγόμενο ή εγχώριο φυσικό αέριο. Έτσι, εάν για οποιονδήποτε λόγο σταματήσει ή και μειωθεί σημαντικά η ροή ρωσικού αερίου, η Ευρώπη όχι μόνο θα ξεπαγιάσει αλλά θα πληγεί καίρια η οικονομία της αφού πολλές βιομηχανίες θα υποχρεωθούν να μειώσουν ή και να αναστείλουν την παραγωγή τους.
Θα πρέπει κάποτε σε ευρωπαϊκό επίπεδο να αντικρίσουμε την αλήθεια κατάμουτρα και να αφήσουμε κατά μέρος τις διάφορες φαντασιώσεις περί ενεργειακής παρθενογένεσης με 100% ΑΠΕ και αποθήκευση ενέργειας με ηλεκτρικές μπαταρίες, καθώς και της επίτευξης του υπέρτατου στόχου, δηλ. της ανάδειξης της Ευρώπης ως της «πρώτης κλιματικά ουδέτερης Ηπείρου» μέχρι το 2050, έναντι οποιουδήποτε οικονομικού κόστους. Αυτό θυμίζει λίγο πολύ το ασάλευτο ισλαμικό δόγμα, γι’ αυτό δεν έχουν άδικο ορισμένοι που αποκαλούν τους σημερινούς περιβαλλοντολόγους-ακτιβιστές ως «πράσινους Ταλιμπάν».
Χωρίς να θέλουμε να υποτιμήσουμε την ανάγκη μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (πρέπει να θυμίσουμε ότι η ΕΕ είναι υπεύθυνη μόνο για το 7.5% των παγκόσμιων εκπομπών), όπου παρατηρείται έντονα καθοδική τάση τα τελευταία 15 χρόνια, η απόλυτη μείωση ισοδυναμεί γεωπολιτικά με τον απόλυτο παραλογισμό. Και εξηγούμαστε. Σήμερα η Ευρώπη είναι απόλυτα εξαρτημένη από χώρες παραγωγούς ενέργειας από τις οποίες εισάγει πληθώρα ενεργειακών πρώτων υλών και έτοιμα προϊόντα. Με τις εισαγωγές αυτές να καλύπτουν άνθρακα, πετρέλαιο, αέριο, ουράνιο και ηλεκτρισμό σε βαθμό που ξεπερνά το 55%, ενώ εξίσου εξαρτώμενη είναι η Ευρώπη σε εισαγωγές σπανίων γαιών και στρατηγικά μέταλλα (βλέπε γράφημα).
Έτσι, στην πρώτη μεγάλη γεωπολιτική τρικυμία, μετά τον ψυχρό πόλεμο, που βιώνουμε σήμερα, η Ευρώπη βρέθηκε κυριολεκτικά ξυπόλυτη με την μυωπική ηγεσία της να δείχνει πανικόβλητη προσπαθώντας να βρει λύσεις της τελευταίας στιγμής αφού μόλις τώρα φαίνεται να συνειδητοποίησε ότι η Ένωση είναι ενεργειακά αθωράκιστη. Με τους μεσσιανικούς κλιματικούς προσανατολισμούς του ευρωιερατείου και τις λάθος κατευθύνσεις που δόθηκαν τα τελευταία χρόνια στις κυβερνήσεις, χάθηκε πολύτιμος χρόνος που στέρησε τα κράτη μέλη από την εξεύρεση λύσεων μέσω της ανάπτυξης όλων ανεξαιρέτως των εγχώριων ενεργειακών τους πόρων.
Το ενεργειακό κενό που δημιουργήθηκε είναι ορατό πλέον ακόμα και δια γυμνού οφθαλμού. Σήμερα, η ΕΕ προσπαθεί απεγνωσμένα να αλλάξει ρότα σπεύδοντας να επανεντάξει το φυσικό αέριο και την πυρηνική ενέργεια (έστω υπό όρους) στην περίφημη λίστα της «ταξινομίας» (energy taxonomy). Ουδείς, όμως, εγγυάται ότι τα παράλογα και τελείως ανεφάρμοστα πράσινα οράματα θα εγκαταλειφθούν και ότι η Ευρώπη θα σπεύσει να ενισχύσει την ενεργειακή της ασφάλεια. Ίσως μια παρατεταμένη κρίση προμήθειας και ένα μεγάλο blackout θα την πείσουν.