Ο Γόρδιος Δεσμός του Ασφαλιστικού

Στη σύγκρουση του ασφαλιστικού κυριάρχησαν οι προθέσεις και οι αντιπαραθέσεις, υπήρξαν «αφανείς» συνθέσεις, συχνά «εν αγνοία» των αντιπαρατιθεμένων στη Βουλή ή δημοσίως, αλλά απουσιάζουν οι «εμπροσθοβαρείς» συνθέσεις. Πλήθος ορθές (και δίκαιες) θέσεις μένουν αναξιοποίητες λόγω του πολιτευτικού κριτηρίου «ποιος το λέει» και όχι «τι λέει». Και της «παρεξήγησης» πως το ασφαλιστικό μπορεί «να λυθεί» με (στιγμιαία) γεγονότα, ενώ απαιτεί (μεσοπρόθεσμη) διαδικασία.
Του Χρήστου Ιωάννου
Δευ, 24 Μαρτίου 2008 - 00:14

Στη σύγκρουση του ασφαλιστικού κυριάρχησαν οι προθέσεις και οι αντιπαραθέσεις, υπήρξαν «αφανείς» συνθέσεις, συχνά «εν αγνοία» των αντιπαρατιθεμένων στη Βουλή ή δημοσίως, αλλά απουσιάζουν οι «εμπροσθοβαρείς» συνθέσεις. Πλήθος ορθές (και δίκαιες) θέσεις μένουν αναξιοποίητες λόγω του πολιτευτικού κριτηρίου «ποιος το λέει» και όχι «τι λέει». Και της «παρεξήγησης» πως το ασφαλιστικό μπορεί «να λυθεί» με (στιγμιαία) γεγονότα, ενώ απαιτεί (μεσοπρόθεσμη) διαδικασία.

Σύνθεση είναι η σε παραλλαγές θέση για «διοικητική/οργανωτική μεταρρύθμιση» με ενοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων (σε 5, 4, 3 κ.ο.κ.). Που συνιστά πρόοδο στη συζήτηση δεκαετιών, από το 1920, και τα πρώτα βήματα για εισαγωγή της δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα, χάρη στις θέσεις του Αλέξανδρου Παπαναστασίου για ενιαίο ταμείο της εξαρτημένης εργασίας. Όχι τυχαία οι αντιρρήσεις για την αυτοτέλεια του ταμείου στην ΤτΕ ανάγονται σε ρυθμίσεις του 1928.

Όμως, το ενιαίο ταμείο μισθωτών αφορά εκκρεμότητα της δεκαετίας του 50. Όταν το ΙΚΑ (1951) λειτούργησε κατ ουσίαν, σε συνέχεια νόμων του 1932 και του 1934, που πρωτοεφαρμόσθηκαν το 1937 επί Μεταξά. Το σύγχρονο ζήτημα για αποτελεσματική ασφάλιση στις αγορές εργασίας αφορά το ενιαίο σύστημα ανεξαρτήτως θέσης στο επάγγελμα (μισθωτοί, αυτοαπασχολούμενοι, ελεύθεροι επαγγελματίες), που καλύπτει την κινητικότητα και παρέχει αποτελεσματική «διαδοχική» ασφάλιση, στα χνάρια της αυστριακής λύσης (βλ. τη στήλη σε «ΗτΣ» 28/7/2007).

Σύνθεση είναι η μη ανάμειξη λογαριασμών και αποθεματικών των ενοποιούμενων ταμείων, της κατά τα άλλα «δημόσιας, καθολικής και αναδιανεμητικής ασφάλισης», με τα δικαιώματα εκάστου στα «αποθεματικά του», ιδιαίτερα στην περίπτωση «υγιών» ταμείων (π.χ. ΤΣΜΕΔΕ) που αντλούν «κοινωνικούς πόρους» (π.χ. με ρυθμίσεις του 1940) οι οποίοι δεν είναι ούτε ανταποδοτικοί, ούτε φόροι υπέρ του Δημοσίου, ούτε επαρκώς ενταγμένοι στην τριμερή χρηματοδότηση. Σε «σύστημα» χωρίς διαφάνεια για το από ποιους και σε ποιους «αναδιανέμει».

Όμως, καθώς το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση είναι θεμελιακό ατομικό δικαίωμα του 20ού αιώνα και η ανάπτυξή του μία από τις προκλήσεις του 21ου, η αίσθηση δικαίου και ασφάλειας εκάστου πολίτη-εργαζόμενου συνδέεται με την αναλογία εισφορών-παροχών του. Το σύγχρονο ζήτημα είναι η εδώ αξιοποίηση της καινοτομικής σουηδικής λύσης, του πάντοτε δημόσιου αναδιανεμητικού ασφαλιστικού συστήματος, για «ατομικούς επενδυτικούς λογαριασμούς ασφαλιστικών δικαιωμάτων». Που παρέχουν διαφάνεια και κίνητρα απασχόλησης και ασφάλισης.

Η αναγκαία εμπροσθοβαρής σύνθεση (πρέπει να) βλέπει ότι το εγχώριο ασφαλιστικό, εκτός από κοινωνικό και οικονομικό, είναι, κατεξοχήν, και ζήτημα παραγωγικό. Η αύξηση των χαμηλών πόρων για αποκατάσταση αποθεματικών, οι νομοθετικές προβλέψεις για «Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης Γενεών» κ.λπ. μπορούν να βοηθούν την ασφαλιστική συσσώρευση μόνον εάν στην Ελλάδα παράγονται, με πλήρη απασχόληση, ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες.

(Από την εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 22-23/03/2008)