Ο στόχος της αποδέσμευσης κατέληξε σε μεγαλύτερη δέσμευση από το φυσικό αέριο και ιδιαίτερα το ρωσικό. Ένα σημαντικό πρόβλημα αναδύθηκε τον Απρίλιο 2022, όταν η Πορτογαλία και η Ισπανία αποχώρησαν από την πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής, επιμένοντας στην εφαρμογή ορίων στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος για την προστασία των οικονομιών τους. Και το κέρδισαν.
Η αποδέσμευση της τιμής του φυσικού αερίου (που μετριέται κανονικά σε μάζα ή όγκο ή θερμική απόδοση) από αυτήν του ηλεκτρικού ρεύματος (που μετριέται σε μεγαβατώρα) θα έπρεπε να έχει θεσμοθετηθεί εξαρχής για τις εμπορικές συναλλαγές στο πλαίσιο της ΕΕ. Κι όμως για χρόνια, κάθε χώρα της ΕΕ έφτιαχνε το δικό της Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, πρεσβεύοντας την απόδοση και κατά συνέπεια το κόστος του φυσικού αέριου σε μεγαβατώρες, λες και ήταν ηλεκτρική ενέργεια από φωτοβολταϊκά ή ανεμογεννήτριες.
Ο Οδικός Χάρτης για την Ενέργεια προέβλεπε, χωρίς ενδοιασμούς, διπλασιασμό της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος για τα επόμενα 20 χρόνια με αποτέλεσμα να κληθούν οι Ευρωπαίοι καταναλωτές να αντιμετωπίσουν αυτή την αύξηση. Οι επενδύσεις στις υποδομές για την ανάπτυξη των ΑΠΕ, φέρεται να ήταν εν μέρει ο λόγος που δικαιολογούσε αυτές τις σημαντικές αυξήσεις. Θα επέτρεπε την μεγαλύτερη ανάπτυξη του κλάδου των ΑΠΕ και ιδιαίτερα του τομέα της αιολικής ενέργειας.
Οι αιολικές φάρμες θα αποτελούσαν έως το 2050 τη βασικότερη πηγή παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος (49%) στην ΕΕ, εκτοπίζοντας τον άνθρακα και την πυρηνική ενέργεια. Εκείνη την εποχή, η πυρηνική ενέργεια κατείχε την δεύτερη θέση, συμβάλλοντας με 28% στην ηλεκτροπαραγωγή, ενώ η συμβολή των αιολικών και υδροηλεκτρικών δεν ξεπερνούσε το 18%. Σύμφωνα με τα σενάρια εκείνης της εποχής, η μέση τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, θα παρουσίαζε σημαντική αύξηση έως το 2020.
Οδικός Χάρτης και τιμές ρεύματος
Υψηλότερες τιμές θα καταγράφονταν μετά το 2030 και θα υπερδιπλασιάζονταν έως το 2050, εφ’ όσον οι ΑΠΕ, κυρίως η αιολική ενέργεια και τα φωτοβολταϊκά, θα καταλάμβαναν το μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς. Υπό την προϋπόθεση ότι η πυρηνική ενέργεια και ο άνθρακας θα εξακολουθούσαν να αποτελούν βασική πηγή ενέργειας, η αύξηση δεν θα υπερέβαινε το 43%. Μια γρήγορη ματιά στα Μίντια, και όχι μόνο σ’ αυτά που ειδικεύονται στα ενεργειακά ζητήματα, δεν αφήνει αμφιβολίες για το αποτέλεσμα κι αυτό πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ο Οδικός Χάρτης προέβλεπε επίσης ότι οι υψηλότερες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος θα ήταν αποτέλεσμα της αύξησης της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος από τα παράκτια αιολικά πάρκα της Βόρειας Θάλασσας και από την ηλεκτροπαραγωγή με φωτοβολταϊκά στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου. Φτηνότερες τιμές θα μπορούσαν να επιτευχθούν μόνο στην περίπτωση της επιλογής του σεναρίου “διαφοροποιημένης” ηλεκτροπαραγωγής, αυτό που σήμερα αποκαλείται “μείγμα”, χάριν της συμβολής όλων των πηγών ενέργειας. Από το 2021 η Ευρώπη του Βορρά έχει μετριάσει τις επενδύσεις σε ΑΠΕ, αναγνωρίζοντας στην πράξη ότι από το 2000 έως το 2020 το ένα τρισ. ευρώ επενδύσεις, ιδιαίτερα σε φωτοβολταϊκά και ανεμογεννήτριες απέδωσαν μόνο 2,5% του πρωτογενούς εισοδήματος.
Συμπερασματικά, το φυσικό αέριο παραμένει το βασικό συστατικό του ενεργειακού μείγματος στον ορίζοντα του 2030 και 2040. Η δε απουσία τεχνολογιών αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, η διαλείπουσα ηλεκτρική απόδοση των ΑΠΕ, η πανδημία των τελευταίων δύο χρόνων και ο πρόσφατος πόλεμος στα σύνορα της ΕΕ δεν βοηθούν τους αρχικούς στόχους του Οδικού Χάρτη.
Η αποδέσμευση της τιμής κατανάλωσης της ηλεκτρικής μονάδας (μεγαβατώρα) από την αλυσίδα κόστους/πώλησης του φυσικού αέριου (μάζα, όγκος ή θερμική απόδοση), είναι απαραίτητο να επιτευχθεί γρήγορα σε κεντρικό ευρωπαϊκό επίπεδο. Κι αυτό για να αποφευχθούν στην Ευρώπη οι βαριές επιπτώσεις της προαναγγελλόμενης ύφεσης και οικονομικής συρρίκνωσης.
*Ο κ. Γιάννης Μπασιάς διετέλεσε Προέδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων ΑΕ (EΔEY) από το 2016 μέχρι το 2020
(από slpress.gr)