Η χρηματοοικονομική κρίση των τελευταίων μηνών και η έλλειψη ρευστού στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα φαίνεται ότι έχει δημιουργήσει πολλαπλά εμπόδια στην παγκόσμια οικονομία ενώ γενικότερα έχει καθυστερήσει τα σχέδια πολλών επιχειρήσεων και εταιρειών που θέλουν να επενδύσουν σε μεγάλα και φιλόδοξα έργα.

Η χρηματοοικονομική κρίση των τελευταίων μηνών και η έλλειψη ρευστού στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα φαίνεται ότι έχει δημιουργήσει πολλαπλά εμπόδια στην παγκόσμια οικονομία ενώ γενικότερα έχει καθυστερήσει τα σχέδια πολλών επιχειρήσεων και εταιρειών που θέλουν να επενδύσουν σε μεγάλα και φιλόδοξα έργα. Οι εταιρείες μάλιστα που ασχολούνται με την παραγωγή πρώτων υλών και κυρίως οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον τομέα του πετρελαίου έχουν δεχθεί με τη σειρά τους ένα σημαντικό πλήγμα που αναστέλλει πολλά από τα επενδυτικά τους προγράμματα με δυσμενείς συνέπειες στην χρηματιστηριακή αξία των μετοχών τους.

Ως αποτέλεσμα των παραπάνω οι εταιρείες προσπαθούν μάταια πολλές φορές να πείσουν τις τράπεζες για την απόκτηση μεγάλων δανείων και γι αυτόν τον λόγο προσφεύγουν σε άλλου είδους τακτικές όπως την έκδοση δικαιωμάτων προτίμησης. Συνήθως οι εισηγμένες εταιρείες επιλέγουν να αυξήσουν το μετοχικό τους κεφάλαιο εκδίδοντας αυτά τα δικαιώματα προτίμησης (rights issue) προς τους υφιστάμενους μετόχους σε τιμή χαμηλότερη από την τιμή που διαπραγματεύονται στο χρηματιστήριο αξιών. Αλλά αυτή η διαδικασία δεν έχει πάντα τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Την προηγούμενη εβδομάδα μάλιστα η βρετανική εταιρεία πετρελαίου Imperial Energy έχασε περίπου το 1/4 της αξίας της στο χρηματιστήριο του Λονδίνου όταν ανακοίνωσε ότι θα εκδώσει δικαιώματα προτίμησης για να εξασφαλίσει 600 εκατομμύρια δολάρια έτσι ώστε να στηρίξει τις επενδύσεις της αφού δεν μπόρεσε τελικά να πείσει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για την έκδοση δανείου κυρίως λόγω της στενότητας που υπάρχει στις αγορές.

Η αλήθεια είναι ότι η βρετανική εταιρεία αντιμετωπίζει αφενός την δυσκολία να υποστηρίξει επαρκώς την παραγωγή της αφετέρου ψάχνει τα αναγκαία χρήματα για να προχωρήσει στην έρευνα καινούργιων κοιτασμάτων πετρελαίου. Στον τομέα μάλιστα της παραγωγής ενώ τα αρχικά της σχέδια ήταν να αυξήσει μέχρι το τέλος του 2008 την ημερήσια παραγωγή σε 25.000 βαρέλια πετρελαίου, αυτή την στιγμή, αντίθετα με τους αναμενόμενους στόχους, έχει μειώσει την παραγωγή από τα 10.000 βαρέλια την ημέρα στα 7.000. Αν και ο εκτελεστικός διευθυντής της Imperial Energy, κ Peter Levine είναι γενικά αισιόδοξος, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι μέχρι το 2010 η εταιρεία έχει εξασφαλίσει πλήρως τα αναγκαία κονδύλια για τις επενδύσεις που έχουν σχεδιαστεί, ωστόσο η κίνηση έκδοσης δικαιωμάτων προτίμησης φαντάζει στα μάτια πολλών επενδυτών ως σανίδα σωτηρίας. Σύμφωνα με την εταιρεία τα χρήματα που θα εξασφαλιστούν από τα συγκεκριμένα δικαιώματα θα χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη των πεδίων στην περιοχή Maiskoye της Ρωσίας και την εξεύρεση νέων κοιτασμάτων. Εντούτοις, σύμφωνα με πληροφορίες η Imperial Energy θα χρησιμοποιήσει το ποσό αυτό ως διαπραγματευτικό χαρτί φερεγγυότητας για την εξασφάλιση δανείου από τις τράπεζες.

Η περίπτωση της Imperial Energy δεν είναι βέβαια η μοναδική αλλά αντικατοπτρίζει μια παρόμοια κατάσταση που ισχύει για πολλές πετρελαϊκές εταιρείες. Παραδοσιακά οι τράπεζες ενέκριναν δάνεια μόνο για τον τομέα της ανάπτυξης και εκμετάλλευσης των ήδη υπαρχόντων πεδίων πετρελαίου ενώ τα χρήματα των επενδυτών κατευθύνονταν σε επενδύσεις υψηλού ρίσκου όπως την αναζήτηση νέων πεδίων. Σήμερα με την στενότητα που επικρατεί στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αυτές οι επενδυτικές συνήθειες έχουν πλέον αλλάξει με αποτέλεσμα τα χρήματα των επενδυτών να χρησιμοποιούνται μόνο για την ανάπτυξη των υπαρχόντων πεδίων κι έτσι οι επενδύσεις για την εξεύρεση νέων κοιτασμάτων έχουν μειωθεί δραματικά αφού δεν υπάρχει τρόπος να υποστηριχθούνε από κάπου.

Επιπλέον παρόλο που η τιμή του πετρελαίου έχει ξεπεράσει τα 100 δολάρια το βαρέλι και θα περίμενε κανείς ότι θα υπήρχε ένα επιπλέον κίνητρο για τις εταιρείες να κάνουν νέες επενδύσεις υψηλού ρίσκου κάποια άλλα σημαντικά δεδομένα πέρα από την στενότητα των τραπεζών δυναμιτίζουν την οποιαδήποτε προσπάθεια για νέες επενδύσεις. Για παράδειγμα η επιθετική στάση των πλούσιων σε κοιτάσματα πετρελαίου κρατών προς τις εταιρείες, επιθετικότητα που συνήθως μεταφράζεται σε δυσβάστακτους φόρους για τις εταιρείες καθώς και όλο και μεγαλύτερο αποκλεισμό τους από την εκμετάλλευση αυτών των πεδίων δεν δημιουργεί τις πιο αισιόδοξες τάσεις για τολμηρές επενδύσεις και φιλόδοξα ανοίγματα.

Με δεδομένες τις παραπάνω διαπιστώσεις πολλοί είναι εκείνοι οι αναλυτές που θεωρούν ότι οι επενδυτές θα αρχίσουν να επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους σε εταιρείες οι οποίες έχουν μεγάλη ρευστότητα και μπορούν με άνεση να υποστηρίζουν τα μελλοντικά τους σχέδια χωρίς να εξαρτώνται αποκλειστικά από τα δάνεια των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.