Η Διατροφική Κρίση

Η αύξηση της τιμής των τροφίμων σε παγκόσμιο επίπεδο έχει κοινωνικές και οικονομικές προεκτάσεις για όλες τις χώρες. Δεν είναι μόνο οι φτωχές χώρες που υποφέρουν (για παράδειγμα στη Σιέρα Λεόνε, τη Σενεγάλη, τη Γουινέα κ.λπ., τρώνε πλέον μόνο ένα γεύμα την ημέρα). Είναι και οι πλούσιες χώρες, όπου τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα δεν μπορούν να καλύψουν τις ημερήσιες διατροφικές ανάγκες τους και καταφεύγουν στα συσσίτια των δήμων.
Του Νίκου Νικολάου
Δευ, 9 Ιουνίου 2008 - 04:32

Η αύξηση της τιμής των τροφίμων σε παγκόσμιο επίπεδο έχει κοινωνικές και οικονομικές προεκτάσεις για όλες τις χώρες. Δεν είναι μόνο οι φτωχές χώρες που υποφέρουν (για παράδειγμα στη Σιέρα Λεόνε, τη Σενεγάλη, τη Γουινέα κ.λπ., τρώνε πλέον μόνο ένα γεύμα την ημέρα). Είναι και οι πλούσιες χώρες, όπου τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα δεν μπορούν να καλύψουν τις ημερήσιες διατροφικές ανάγκες τους και καταφεύγουν στα συσσίτια των δήμων.

Στη χώρα μας, όπου οι στρεβλώσεις της αγοράς είναι μεγάλες και συνεπώς οι τιμές ακόμη υψηλότερες, πολλά νοικοκυριά διαπιστώνουν ότι ολοένα και μεγαλύτερο μέρος του διαθεσίμου εισοδήματος πρέπει να δαπανάται για τρόφιμα εις βάρος άλλων αναγκών. Οι ταραχές που βλέπουμε από τηλεοράσεως να συμβαίνουν στην Αϊτή ή σε άλλες χώρες δεν μας αγγίζουν βέβαια, αλλά μας δείχνουν την ένταση του προβλήματος, που έρχεται όπως και η διεθνής πιστωτική αναταραχή και στη χώρα μας με μορφές αντίστασης, που ξεκινούν από τους νεαρούς Ρομπέν των Δασών, που επέδραμαν στον Σκλαβενίτη, μέχρι και τις διαπιστώσεις της ΓΣΕΕ.

Η ακρίβεια στα τρόφιμα δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός. Υπάρχουν θεμελιώδεις λόγοι πίσω από αυτό, που έχουν να κάνουν τόσο με την προσφορά όσο και με τη ζήτηση. Ολοι μας θυμόμαστε ότι για όσο διάστημα η προσφορά ήταν υψηλότερη από τη ζήτηση, απολαμβάναμε φθηνά τρόφιμα – τόσο φθηνά που για να στηρίξουν το βιοτικό επίπεδο των αγροτών τους πολλές χώρες παρείχαν γενναίες επιδοτήσεις στα γεωργικά προϊόντα, ενώ απέσυραν και μέρος της προσφοράς, π.χ. με τις χωματερές με τα πορτοκάλια στη χώρα μας, με τα βουνά από βούτυρο στη Γαλλία και τη Γερμανία κ.ο.κ.

Σήμερα, η κατάσταση έχει αλλάξει. Δεν είναι μόνο ότι ένα μέρος της προσφοράς (π.χ. σχεδόν το 1/3 της παραγωγής καλαμποκιού στις ΗΠΑ κατευθύνεται για την παραγωγή βιοαιθανόλης), με αποτέλεσμα να μειώνεται η προσφορά των τροφίμων (με αμφίβολα όμως αποτελέσματα στη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου). Είναι –και αυτό είναι το κυριότερο– ότι ένα μεγάλο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού (και ειδικά στην Κίνα, την Ινδία) αλλάζει διατροφικές συνήθειες ως αποτέλεσμα της βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου του, καταναλώνοντας περισσότερα ζωικά προϊόντα.
Ομως, για να τραφεί κανείς με 1.000 θερμίδες από χοιρινό κρέας, πρέπει να δαπανήσει 10.000 θερμίδες δημητριακών για την εκτροφή του χοίρου. Αυτό συνεπάγεται σημαντική αύξηση της ζήτησης για δημητριακά.

Δεν μπορεί βέβαια να επιβληθεί στους Κινέζους να τρώνε μόνο ρύζι για να μειωθεί η τιμή των τροφίμων. Πολλοί θεωρούν ότι πρέπει να αυξηθούν οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Αυτό, εν πολλοίς, συμβαίνει. Για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Ενωση επέτρεψε να καλλιεργούνται και πάλι εκτάσεις που βρίσκονταν σε αγρανάπαυση. Ομως, ούτε κι αυτή είναι η απόλυτη λύση. Δεν μπορεί, λ.χ. να καταστραφεί ολόκληρος ο Αμαζόνιος για να καλλιεργηθούν τρόφιμα.

Με άλλα λόγια, δεν μπορεί να αφήσουμε να καταστραφούν και τα τελευταία οικοσυστήματα που απέμειναν στη Γη για να παράγουμε περισσότερα τρόφιμα. Δεν μπορούμε να εξαντλήσουμε πλήρως τα όρια του πλανήτη. Πρέπει να αναζητηθούν λύσεις από τον χώρο της επιστήμης.

Η βιοτεχνολογία ενδεχομένως να μπορεί να δώσει λύσεις, ακόμη και αν θα πρέπει να εξετασθούν σε βάθος οι συνέπειές τους. Για παράδειγμα, κανείς δεν έχει αντίρρηση ότι η μετατροπή της βιομάζας σε καύσιμα με τη χρήση βακτηριδίων είναι μία ασφαλής διαδικασία, αλλά η καλλιέργεια γενετικώς τροποποιημένων τροφίμων ενδεχομένως να έχει και αρνητικές συνέπειες.

Το ζήτημα είναι να ξεκινήσει μια τεκμηριωμένη συζήτηση. Να εξετασθούν όλα τα ενδεχόμενα. Γιατί αυτό που δυστυχώς παρατηρούμε σε ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη και ασφαλώς και στη χώρα μας είναι ότι επικρατεί ένας «ακτιβιστικός Μεσαίωνας», που αποκλείει με δογματισμό τις κατακτήσεις της επιστήμης με τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα, που ίσως είναι η μόνη ελπίδα για να καταπολεμηθεί η πείνα στον Τρίτο Κόσμο.

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 06/06/2008)