Η Άνοδος του Πληθωρισμού Πάνω από το 5% Είναι Πλέον μία Ρεαλιστική Απειλή...

Τις τελευταίες εβδομάδες και αυτές ακόμη τις καλοκαιρινές μέρες τα περισσότερα συνδικάτα επιδιώκουν να κλείσουν τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις, που αφορούν τις αμοιβές πολλών χιλιάδων εργαζομένων. Ολοι θυμούνται τις αριστερές καταγγελίες στη συμφωνία της ΓΣΕΕ, που έδινε κάτι περισσότερο από 6,5%.
Tου Μπάμπη Παπαδημητρίου
Τετ, 16 Ιουλίου 2008 - 08:36

Τις τελευταίες εβδομάδες και αυτές ακόμη τις καλοκαιρινές μέρες τα περισσότερα συνδικάτα επιδιώκουν να κλείσουν τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις, που αφορούν τις αμοιβές πολλών χιλιάδων εργαζομένων. Ολοι θυμούνται τις αριστερές καταγγελίες στη συμφωνία της ΓΣΕΕ, που έδινε κάτι περισσότερο από 6,5%. Σε πολλές κλαδικές εκπροσωπήσεις, οι «αριστερές» συνδικαλιστικές εκπροσωπήσεις έχουν πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες να επηρεάσουν το τελικό αποτέλεσμα. ΄Η, για να είμαστε πιο ακριβείς, είχαν.

Σε κάθε περίπτωση, τα μεγάλα συνδικάτα, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις των μεγάλων δημόσιων επιχειρήσεων, εκκινούν τη συζήτηση για τις μισθολογικές αναπροσαρμογές σε επίπεδα κοντά στο 10%. Η κρυφή πλευρά αυτού του καθόλου ρεαλιστικού μαξιμαλισμού είναι να συμφωνηθεί τελικώς μια αύξηση κοντά στο 8%. Από την πλευρά τους, οι εργοδοσίες, όχι μόνον στον κρυφο-δημόσιο χώρο αλλά και στους αμιγώς ιδιωτικούς τομείς, ελπίζουν να κλείσουν πολύ κοντά στο επίπεδο της εθνικής σύμβασης. Παράδοξη περίπτωση, που συζητήθηκε πολύ στους συνδικαλιστικούς κύκλους και άφησε ανάμεικτα αποτελέσματα, ήταν αυτή του τραπεζικού κλάδου. Ενώ δεν υπήρξε συλλογική διαπραγμάτευση, με την έννοια των καθιερωμένων συζητήσεων μεταξύ εκπροσώπων τραπεζών και ΟΤΟΕ, οι περισσότερες επιχειρήσεις του κλάδου προχώρησαν με απόφαση του μάνατζμεντ καθεμίας σε προσαρμογές από 4% έως και λίγο πάνω από 8%.

Δυστυχώς, στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπάρχει επαρκής διαφάνεια ούτε καν ενημέρωση, είτε για το αποτέλεσμα των συζητήσεων είτε για τις επιπτώσεις που έχουν στο τελικό κόστος των επιχειρήσεων. Και όμως ενδιαφέρει άμεσα όχι μόνον τους οικονομικούς αναλυτές αλλά και τους καταναλωτές. Μισθολογικές συμφωνίες κοντά στο 10% επηρεάζουν αυξητικά μεταξύ 4% - 6% την τελική τιμή των προϊόντων και υπηρεσιών. Παράδειγμα, οι πιέσεις που ασκούνται στη διοίκηση της ΔΕΗ την περίοδο αυτή από το γνωστό κατά τα λοιπά συνδικάτο της, εξηγούνται ως έμμεση πίεση στην πορεία των μισθολογικών και επιδοματικών συζητήσεων. Μια νέα υποχώρηση της σημερινής διοίκησης, η οποία έχει ήδη στο ενεργητικό της μια γαλαντόμο αύξηση, θα σημαίνει πρακτικώς πως ένα πολύ μεγάλο μέρος των αυξήσεων στο ρεύμα θα κατευθυνθούν σε μισθολογικές προσαρμογές που καθόλου δεν αναλογούν σε εκείνες που λαμβάνουν οι μισθωτοί του δημόσιου τομέα ή οι συνταξιούχοι.

Η Ελλάδα, μαζί με την Ισπανία και το Βέλγιο, είναι μεταξύ των χωρών που, πρακτικώς, έχουν τιμαριθμοποιήσει τις αυξήσεις των εισοδημάτων: και των μισθωτών και των κερδώων. Αυτό εξηγεί πολύ καλά γιατί το γενικό επίπεδο τιμών έχει πρακτικώς εξομοιωθεί με το μέσο επίπεδο των χωρών της Ευρωζώνης, όταν μετατρέψουμε τα εισοδήματα σε μονάδες ισοδύναμης αγοραστικής αξίας. Σε καθημερινά «ελληνικά», το αίσθημα της, μέσα σε μια 15ετία, προσέγγισης του επιπέδου τιμών εξηγεί τις παρατηρήσεις πως στην Ελλάδα είναι ακριβότερη η... φέτα, πολύ ακριβότερος ο σερβιρισμένος... καφές και ακόμη πιο ακριβά τα τυριά, το γάλα και το... λάδι!

Ο πληθωρισμός, όπως είναι γνωστό, δεν μετρά αυτό το επίπεδο τιμών, αλλά τον ρυθμό μεταβολής του. Εξίσου προφανές είναι ότι ένα υψηλό επίπεδο τιμών, συνδυασμένο με έναν υψηλό ρυθμό αύξησής τους, είναι το χειρότερο μείγμα με το οποίο μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπος ο καταναλωτής. Ο,τι ακριβώς έχει συμβεί! Αν ο κύκλος κλείσει σε αυτά τα επίπεδα, ακόμη και χωρίς άλλες αυξήσεις πετρελαίου, ο πληθωρισμός θα μείνει στο «άνω του 5%» για πάρα πολλούς μήνες. Ο,τι το χειρότερο!

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 12/07/2008)