Τα σκουπίδια στη Γαλλία ήδη παράγουν βιοαέριο και θέρμανση. Είναι προφανές ότι τα απορρίμματα δεν θα αντικαταστήσουν το πετρέλαιο, αλλά αυτό δεν δικαιολογεί και το να τα θάβουμε για να τα ξεχνάμε. Τα σκουπίδια μας, επίσης, μπορεί να είναι πηγές ενέργειας. Στην τεράστια χωματερή Claye-Souilly, στα ανατολικά του Παρισιού, η Veolia Ρroprete αποφάσισε να εγκαταστήσει την καλύτερη τεχνολογία της σε όρους εκμετάλλευσης των μη επικίνδυνων σκουπιδιών. Σε ένα μεγάλο τμήμα του χώρου αυτού ο επισκέπτης δεν βλέπει παρά χορτάρι και δέντρα. Και δεν είναι καθόλου κάλυψη. Γιατί στο υπέδαφος χιλιάδες τόνοι από σκουπίδια αποσυντίθενται, παράγοντας για καμιά δεκαπενταριά χρόνια βιοαέριο. Αυτή η πολύτιμη έκλυση συλλέγεται και καθοδηγείται προς έναν σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που είναι εγκαταστημένος στον ίδιο χώρο. Ο ηλεκτρισμός που παράγεται μπαίνει, τέλος, μέσα στο δίκτυο της ΕDF (γαλλικής ΔΕΗ) και τροφοδοτεί το ισοδύναμο των αναγκών 228.000 κατοικιών.
Η Veolia, η οποία είναι ηγέτης παγκοσμίως στο περιβάλλον, θέλει να πάει μακρύτερα και εργάζεται για τον μετασχηματισμό του μεθανίου που υπάρχει στο βιοαέριο των σκουπιδιών σε καύσιμο για τα αυτοκίνητα ή, ακριβέστερα, σε καύσιμο για τα 50 απορριμματοφόρα που ανήκουν στην εταιρεία. Η αρχή είναι η ίδια όπως και για το φυσικό αέριο για τα οχήματα. Η αστική κοινότητα της Λιλ, επίσης, έχει ξεκινήσει ένα παρόμοιο σχέδιο το οποίο αναμένεται να προσφέρει καύσιμα για να τροφοδοτούνται τα 100 από τα 300 λεωφορεία της πόλης. Για να τονωθεί όλος αυτός ο κλάδος οι βιομήχανοι περιμένουν στις επόμενες εβδομάδες μια έγκριση από τις αρχές για να μπορούν να επανεισάγουν το βιοαέριο που συλλέγεται από τα σκουπίδια μέσα στο δίκτυο φυσικού αερίου της Gaz de France. Η Σουηδία, η Ολλανδία και η Ελβετία χρησιμοποιούν εδώ και πολύ καιρό αυτό το σύστημα.
Περιμένοντας, η ενεργειακή αξιοποίηση των σκουπιδιών μας θα πραγματοποιείται είτε με τη μεθανοποίηση είτε με την καύση. « Το 2006 η Γαλλία παρήγαγε μέσω της καύσης των σκουπιδιών αρκετή ενέργεια για να τροφοδοτεί 1 εκατ.σπίτια με ηλεκτρισμό και 600.000 με θέρμανση » εξηγεί η Σαντρίν Βενίς της Αdeme. Η Suez, η οποία εκμεταλλεύεται 46 χώρους ενεργειακής αξιοποίησης στον κόσμο, παράγει ηλεκτρισμό και θέρμανση για 1,7 εκατ. κατοίκους. Το ίδιο και η Veolia Ρroprete. « Εμείς παράγουμε κάθε χρόνο τόση ενέργεια όση και μισός πυρηνικός αντιδραστήρας » υπολογίζει ο Ζεράρ Φρις, τεχνικός διευθυντής της Veolia Ρroprete. « Δεν θα μπορέσουμε ποτέ να αποτελέσουμε μια μαζική λύση για την παραγωγή ενέργειας.Αλλά, αν τα προσθέσετε όλα αυτά,όλες οι διάφορες αυτές ανανεώσιμες πηγές παραγωγής ενέργειας αποτελούν στο σύνολό τους μια εναλλακτική λύση » εκτιμά ο Κριστόφ Κρος, εκπρόσωπος του τμήματος Ρroprete Εurope της Suez Εnvironnement.
Νέα φυτά για τα βιοκαύσιμα του μέλλοντος
Αν τα βιοκαύσιμα σήμερα κατηγορούνται για όλα τα δεινά, η δεύτερη γενιά τους θα μπορούσε να απαλύνει τις επικρίσεις.
Έχουν άραγε τα βιοκαύσιμα ακόμη μέλλον; Ενώ θα έπρεπε να λύσουν ένα τμήμα των προβλημάτων μας ως προς την ενεργειακή εξάρτησή μας από το πετρέλαιο και θα προσέφεραν νέες αγορές για τους γεωργούς, να που τώρα βρίσκονται να κατηγορούνται για όλα τα δεινά. Σε τέτοιο βαθμό ώστε πολλοί ζητούν να σταματήσει η παραγωγή τους οριστικά.
Κατά τις τελευταίες εβδομάδες πολλοί υπεύθυνοι διεθνών οργανισμών (ΔΝΤ, FΑΟ, Παγκόσμια Τράπεζα, Πρόγραμμα του ΟΗΕ για τα Τρόφιμα) έδειξαν τα βιοκαύσιμα ως τον κύριο υπεύθυνο για τη σημερινή έκρηξη των τιμών των βασικών τροφίμων.
Η βιοαιθανόλη- η οποία παράγεται από σιτηρά, καλαμπόκι, παντζάρια ή και ζαχαροκάλαμα- κατηγορείται ότι ευθύνεται για την έκρηξη των τιμών των δημητριακών. Τα βιοκαύσιμα, εξαιρετικά σπάταλα σε εδάφη, ευθύνονται επίσης και για μια απειλή ενάντια στην πολυκαλλιέργεια και στην κτηνοτροφία και παίζουν και έναν ρόλο στην εξαφάνιση των τροπικών δασών.
Το βιοπετρέλαιο, το οποίο παράγεται από ελαιοκράμβη, ηλιόσπορο ή φοινικόσπορο, προκαλεί ανεπανόρθωτες βλάβες στα παρθένα δάση της Νότιας Ασίας τα οποία συρρικνώνονται για να καλλιεργηθούν στις εκτάσεις τους ατέλειωτες καλλιέργειες φοινικόδεντρων. Ακόμη και το ενεργειακό τους ισοζύγιο είναι αμφισβητούμενο. Τέλος, οι νέες αυτές ενεργειακές πηγές απορροφούν μεγάλα ποσά από τη φορολογία. Η βιοαιθανόλη και το βιοπετρέλαιο απορροφούν πάνω από 3,5 δισ. ευρώ ετησίως στη Γαλλία και 7 δισ. δολάρια στις ΗΠΑ. Με λίγα λόγια, τα πράσινα αυτά καύσιμα είναι εξαιρετικά δαπανηρά, ρυπαίνοντα και, κυρίως, υπεύθυνα για τη σημερινή παγκόσμια κρίση τροφίμων.
Η αμερικάνικη πίεση για να παραχθεί βιοαιθανόλη (20% ανάπτυξη ετησίως) επηρέασε αναμφισβήτητα τις τιμές του καλαμποκιού, οι οποίες διπλασιάστηκαν μέσα σε έναν χρόνο. « Αλλά η ευθύνη των βιοκαυσίμων σταματάει εκεί.Απόδειξη:οι τιμές του ρυζιού τριπλασιάστηκαν,ενώ αυτή η πρώτη ύλη καθόλου δεν υπεισέρχεται στην παρασκευή τους » μετριάζει τις εκτιμήσεις ο Φιλίπ Σαλμέν, ειδικός πρώτων υλών.
Είναι κατ΄ αρχάς η ασιατική ζήτηση που έσπρωξε τις τιμές των αγροτικών πρώτων υλών. Ωστόσο, η προσφορά δεν κατάφερνε πάντα να ακολουθεί τη ζήτηση εξαιτίας των κλιματικών καταστροφών (ξηρασία στην Αυστραλία). Υπάρχει, από την άλλη, και ένα φαινόμενο κερδοσκοπίας που δεν είναι τελείως ξένο στην έκρηξη των τιμών.
Παρ΄ όλα αυτά, η αμφισβήτηση της αξιοπιστίας αυτής της πρώτης γενιάς των βιοκαυσίμων εξακολουθεί να υφίσταται, ωστόσο η δεύτερη γενιά αναμένεται εν μέρει να ξεπεράσει αυτή την αμφισβήτηση. Σε κάθε περίπτωση, η σημερινή φάση, όσο ατελής και να είναι, είναι ωστόσο εκ των ουκ άνευ για να μπορέσει να ξεκινήσει ο νέος κλάδος.
Σε σχέση με τις σημερινές ενεργειακές καλλιέργειες, όπου απλώς οι σπόροι τους (σιτάρι, καλαμπόκι, ελαιοκράμβη, ηλιόσπορος) ή οι ρίζες τους (παντζάρια) χρησιμοποιούνται για την παραγωγή βιοκαυσίμων, οι καλλιέργειες οι λεγόμενες δεύτερης γενεάς φιλοδοξούν να χρησιμοποιούν ολόκληρο το φυτό. Η κυτταρίνη, η οποία περιέχεται μέσα στα φύλα, στα κλαδιά και στους σπόρους μετατρέπεται είτε σε βιοαιθανόλη είτε σε ΒΤL (biomass to liquid), που είναι ένα υποκατάστατο της βενζίνης το οποίο αναδύεται ύστερα από μια θερμοχημική επεξεργασία.
Καθώς δεν είναι φαγώσιμες, οι καλλιέργειες αυτές, που έχουν διάφορα ονόματα όπως misscanthus, switchgrass, peuplier, jatropha, δεν θα ανταγωνίζονται έτσι την παραγωγή τροφίμων και δεν θα μπορούν να κατηγορηθούν ότι αυξάνουν τις τιμές τους, όπως γίνεται τώρα με τα σημερινά βιοκαύσιμα. Τα φυτά αυτά, κάπως εξωτικά, θα χρειάζονται λιγότερα λιπάσματα αζώτου ή και καθόλου στην περίπτωση της λεύκας ή της δασικής βιομάζας. Αυτό είναι αναμφισβήτητα ένα πλεονέκτημά τους τόσο από περιβαλλοντική άποψη όσο και από άποψη ενεργειακού ισοζυγίου, καθώς όλα αυτά τα λιπάσματα προέρχονται από το πετρέλαιο. Αντίθετα, οι εκμεταλλεύσεις θα συνεχίσουν να έχουν ως επίπτωση να αποσύρονται εδάφη από τις καλλιέργειες τροφίμων, εκτός αν η εξωτικότητά τους επιτρέπει να καλλιεργούνται σε φτωχά εδάφη. Μένει να βρεθούν βιολογικές (βακτηρίδια, μαγιά) ή χημικές διαδικασίες που να μπορούν να μετατρέψουν την κυτταρίνη σε αιθανόλη σε μεγάλες ποσότητες και σε ανταγωνιστικές τιμές.
Το Τεχνικό Ινστιτούτο των Δημητριακών, Αrvalis, προσπαθεί από πέρυσι να εγκλιματίσει το miscanthus και το switchgrass, δύο φυτά που έρ χονται από την Κίνα και την Αμερική, στις εδαφικές και κλιματικές συνθήκες της Γαλλίας. Είναι μια δουλειά πολύ μακροχρόνια, που δεν θα καταλήξει πριν από το 2015. Στην Ορλεάνη το Εθνικό Ινστιτούτο Αγρονομικής Έρευνας διεξάγει μια μελέτη η οποία θα κρατήσει ως το 2012 με γονίδια από λεύκες που είναι φτωχές σε λιγνίτη. Η ουσία αυτή, που είναι ανεπιθύμητη, πρέπει να απομακρυνθεί με μια επεξεργασία η οποία έχει το μειονέκτημα ότι εμποδίζει τον μετασχηματισμό της κυτταρίνης σε αιθανόλη. Καταργώντας την, η απόδοση σε αιθανόλη βελτιώνεται.
Τέλος, η jatropha είναι ένα φυτό όπως αυτό που βγάζει το καστορέλαιο, το οποίο μοιάζει πολύ ελπιδοφόρο για τις τροπικές περιοχές. Εχει και άλλα ονόματα, όπως poyrghere ή tabanani και οι σπόροι του μπορούν να παράγουν ως 1.900 λίτρα πετρελαίου ανά εκτάριο, δηλαδή δύο φορές περισσότερο από την κόλζα. Αλλά για να επιτευχθούν τέτοιες αποδόσεις πρέπει να φυτευτεί σε εδάφη τα οποία ως τώρα επιφυλάσσονται σε καλλιέργειες τροφής. « Για όλους αυτούς τους λόγους η jatropha στοχεύει κυρίως στο να απαντήσει σε τοπικές ενεργειακές ανάγκες είτε πρόκειται για τροφοδοσία γεωργικών κινητήρων είτε για μικρές ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες όπως γίνεται ήδη στο Μαλί » λέει ο Κριστιάν Σαλές, ερευνητής στη Cirad.
Αλλά με το πετρέλαιο να ξεπερνάει τα 140 δολάρια, όλα αυτά τα μικροσχέδια θα μπορούσαν να πολλαπλασιαστούν και να μεταφραστούν στο μέλλον σε σημαντικούς όγκους. Προς τα θαλάσσια πάρκα Οι σωροί των σκουπιδιών που συγκεντρώνονται στις χωματερές θα μπορούσαν υπό προϋποθέσεις να αποτελέσουν μια εναλλακτική πηγή ενέργειας. Ηδη στην πόλη της Λιλ, αλλά και στην Ελβετία και αλλού, λειτουργούν σχετικά προγράμματα. Ενέργεια, όμως, μπορεί να παραχθεί ακόμη και από τα άχυρα (ένθετη φωτογραφία) Απέναντι στα διοικητικά εμπόδια ως προς την αιολική ενέργεια στη στεριά, μήπως η θάλασσα μπορεί να προσφέρει το αιολικό μέλλον;
Η αρχή είναι ελκυστική: εξάλλου, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τα θαλάσσια αιολικά θα μπορούσαν να φθάσουν ως τα 50.000 μεγαβάτ (ΜW) το 2050, ενώ σήμερα είναι μόλις μερικές χιλιάδες. Οσο για χώρες όπως η Δανία, που βρίσκονται στην πρωτοπορία στον χώρο των αιολικών, πάνω από 5.000 ΜW προβλέπει να προσθέσει ως το 2030 και τα τρία τέταρτα θα προέρχεται από τη θάλασσα.
Τα πλεονεκτήματα είναι σημαντικά: πιο σταθεροί άνεμοι (επομένως μικρότερη φθορά των υποδομών), πιο υψηλή ταχύτητα, αισθητικές και ακουστικές επιπτώσεις πολύ μειωμένες, μηδενικό κόστος απόκτησης των χώρων. Και, για ορισμένες χώρες, υπάρχουν μεγάλα θαλάσσια μέτωπα που είναι τελείως ανεκμετάλλευτα.
Ωστόσο, ο δρόμος δεν είναι τόσο εύκολος όσο φαίνεται. Κατ΄ αρχάς, και κυρίως, οι θαλάσσιες ανεμογεννήτριες κοστίζουν πιο ακριβά, 1,5-2 φορές περισσότερο από τις γήινες. Όχι μόνο η κατασκευή τους, αλλά και η συντήρησή τους, όπως και η μεταφορά του ηλεκτρισμού που παράγουν, δημιουργούν πρόσθετες αναγκαίες επενδύσεις.
Έπειτα, η τεχνολογία χρειάζεται περαιτέρω βήματα, για να μπορέσει κυρίως να εγκαταστήσει ανεμογεννήτριες σε πιο βαθιά νερά και να προσαρμόσει τα μεγέθη τους. Χωρίς να υπολογίσουμε την περιβαλλοντική πλευρά, με την προστασία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων. Τελικά, δεν υπάρχει μυστικό: για τις χώρες που έχουν καθυστερήσει στον τομέα αυτόν, όπως η Γαλλία, πρέπει να ξεκινήσει μια αληθινή πολιτική κινήτρων.
Θέρμανση από άχυρο
Στην Ντρουέ, ένα μικρό χωριό της Δυτικής Γαλλίας, το άχυρο έχει αντικαταστήσει το κάρβουνο. Τα 38 σπίτια σε εργατικές πολυκατοικίες στο χωριό αυτό ζεσταίνονται από πέρυσι τον χειμώνα με άχυρα που μαζεύονται στους γειτονικούς αγρούς.
Υπάρχουν αρκετές επιχειρήσεις και άλλες κοινότητες που ήδη χρησιμοποιούν αυτή τη διαδικασία για θέρμανση. Ωστόσο είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιείται συστηματικά για ένα ολόκληρο κτίριο κατοικιών. Το αρμόδιο γραφείο της περιοχής υπολογίζει τουλάχιστον στο 30% τη μείωση του ενεργειακού κόστους από αυτή τη διαδικασία. Στο υπόγειο του κτιρίου μαζεύονται τα άχυρα σε έναν αποθηκευτικό χώρο και μετά οδηγούνται με κυλιόμενο διάδρομο σε έναν ειδικό λέβητα που κατασκευάστηκε στη Δανία.
Τώρα που οι τιμές του πετρελαίου έχουν εκτιναχθεί, η εμπειρία της Ντρουέ εξετάζεται από κοντά από τους ειδικούς. Γιατί το άχυρο παραμένει μια εύκολα προσβάσιμη πρώτη ύλη. Ακόμη και αν ο εξοπλισμός ενός τέτοιου λέβητα είναι πολύ δαπανηρός (158.000 ευρώ), η αρχική επένδυση αποσβένεται γρήγορα από την τιμή του καυσίμου. Ο τόνος του άχυρου κοστίζει περίπου 150 ευρώ, όταν του πετρελαίου κοστίζει 1.000 ευρώ. Η τιμή σε kWh ισοδυναμεί με 0,05 ευρώ έναντι 0,093 για το πετρέλαιο.
Καθώς βρίσκεται στο κέντρο μιας περιοχής που παράγει σιτηρά, άρα και έχει πολύ άχυρο, ο συγκεκριμένος λέβητας δεν έχει πολλούς κινδύνους να μείνει από καύσιμο. Ενα εκτάριο σιτηρών δίνει κάπου 3-4 τόνους άχυρου. Ο λέβητας καίει 70 τόνους τον χρόνο. Σύμφωνα με την ΙΝRΑ, η Γαλλία διαθέτει κάπου 4 εκατ. τόνους άχυρου που μπορούν να χρησιμοποιηθούν, πράγμα που μεταφράζεται σε δυνητική εξοικονόμηση 1,5 εκατ. τόνων πετρελαίου. Ορισμένοι γεωργοί βλέπουν ήδη το άχυρο ως μια ελπιδοφόρα πρώτη ύλη η οποία ως τώρα ελάχιστα είχε χρησιμοποιηθεί. Αυτός είναι και ο λόγος που ο συνεταιρισμός Αgralys, ο τρίτος σε μέγεθος στη Γαλλία, συγχρηματοδότησε τον λέβητα της Ντρουέ.
Μένει ένα πρόβλημα: το άχυρο αποτελεί ουσιαστική τροφή βάσης για τα ζώα. Οι κτηνοτρόφοι, οι οποίοι πλήττονται ήδη από την έκρηξη των τιμών των πρώτων υλών, βλέπουν σε αυτή την εμπειρία έναν νέο παράγοντα που θα επιδεινώσει τις τιμές.
Το αιώνιο θέμα της αιολικής ενέργειας
Αυτή τη ανανεώσιμη πηγή ενέργειας, η οποία δεν εκλύει διοξείδιο του άνθρακα, επιδοτείται με μεγάλα ποσά.
Και αν το πάθος επικρατούσε της λογικής; Εδώ και χρόνια οπαδοί και εχθροί των αιολικών πάρκων συγκρούονται, συχνά με ένταση. Οι πρώτοι προβάλλουν τις εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Συμβουλίου Αιολικής Ενέργειας, που υπολογίζει στο 34% το μερίδιο αυτής της πηγής ενέργειας στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα το 2050. Το σενάριο, όμως, αυτό δεν το συμμερίζονται οι ειδικοί του Παγκόσμιου Οργανισμού Ενέργειας, οι οποίοι προβλέπουν, στο πιο αισιόδοξο σενάριό τους, ότι λιγότερο από το 15% της παραγωγής ηλεκτρισμού θα προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας την ίδια χρονιά!
Όσο για του εχθρούς των αιολικών, λένε ότι η σημερινή άνθησή τους οφείλεται κατά πολύ στον επιδοτούμενο χαρακτήρα του, υπονοώντας ότι δεν θα μπορούσε να συμβεί αυτό σε ένα πλήρως ανταγωνιστικό περιβάλλον. Επίσης, παραπέμπουν και σε ένα άλλο επιχείρημα, δηλαδή στον αβέβαιο χαρακτήρα του ανέμου. Το οποίο σημαίνει ότι κοντά στις ανεμογεννήτριες θα πρέπει να υπάρχουν και υποδομές ορυκτών καυσίμων για να μπορέσουν να καλύψουν τις κλιματικές διακυμάνσεις. Απάντηση στο επιχείρημα αυτό, από το αντίπαλο στρατόπεδο: η μεγάλη διασπορά θα μπορούσε να περιορίσει τους κινδύνους.
Στην προοπτική ενός αιολικού ενεργειακού μέλλοντος, ο Ρομπέρ Ντιρντιλί, πρόεδρος της Γαλλικής Ένωσης Ηλεκτρισμού, χρησιμοποιεί κάτι προφανές: η αιολική ενέργεια δεν εκπέμπει διοξείδιο του άνθρακα, το οποίο είναι βασικό επιχείρημα, αφού υπάρχει το φιλόδοξο πλαίσιο της ανάγκης περιορισμού των εκπομπών σε διοξείδιο του άνθρακα. « Όταν αντικαθιστούμε στην παραγωγή ηλεκτρισμού το κάρβουνο με ανεμογεννήτριες,το όφελος για την κοινωνία είναι πολύ σημαντικό. Ακόμη και αν αυτό το όφελος εξαρτάται από το μέγεθος και από τη φύση των εγκαταστάσεων αιολικής ενέργειας ».
Σήμερα ορισμένες χώρες, όπως στη Βόρεια Ευρώπη, έχουν ήδη πάει πολύ μπροστά: στη Δανία, για παράδειγμα, τα αιολικά πάρκα εξασφαλίζουν ήδη το ένα τέταρτο της κατανάλωσης ηλεκτρισμού. Και προβλέπουν να διπλασιάσουν την ισχύ τους ως το 2025. Μια σύγκριση με τη Γαλλία είναι σαφής: λιγότερο από το 1% του ενεργειακού μείγματος της Γαλλίας εξαρτάται από τον άνεμο. Στο πλαίσιο πάντα ενός αιολικού ενεργειακού μέλλοντος, η τεχνολογική εξέλιξη παίζει σημαντικό ρόλο: όταν η μέση ισχύς μιας ανεμογεννήτριας φθάσει στα 5 μεγαβάτ (ΜW)τώρα δίνει απλώς δύο- η απόδοση θα έχει πενταπλασιαστεί.
Ασφαλώς πολλοί από τους παραγωγούς αιολικής ενέργειας σήμερα είναι πολύ πιο πλούσιοι σε φακέλους αδειών εκμετάλλευσης παρά σε πραγματική παραγωγή, αλλά αυτό δεν τους εμποδίζει να βλέπουν τις κεφαλαιοποιήσεις τους να έχουν εκτιναχθεί. Σε σημείο που ίσως να είναι και φούσκες.
« Όσο οι τιμές του αργού παραμένουν υψηλές οι ανεμογεννήτριες θα είναι ελκυστικές και οι επενδυτές θα είναι έτοιμοι να επενδύουν στην ανάπτυξη των τεχνολογιών αυτών » επισημαίνει η Σόνια ντε Κονσερόφσκι , δικηγόρος της Simmons & Simmons, και προσθέτει ότι « για την ώρα φαίνεται ότι υπάρχουν λίγα περιθώρια για να μπορέσει η τεχνολογική εξέλιξη να μειώσει σημαντικά το κόστος παραγωγής ».
(Από την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 21/08/2008)