Το 2023 ήταν μια κρίσιμη χρονιά για την Κίνα και την κινεζική οικονομία καθώς μετά από ένα μεγάλο διάστημα περιορισμών λόγω της πανδημίας, η κινεζική ηγεσία αποφάσισε να άρει τα αυστηρά μέτρα και να επιστρέψει στην κανονικότητα, προχωρώντας ταυτόχρονα σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις και σχεδιάζοντας νέες στρατηγικές προκειμένου να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις τόσο στην οικονομία όσο και τις προκλήσεις στη διεθνή πολιτική

Σε αυτό το πλαίσιο, το 2023 αποτέλεσε επίσης χρονιά αξιολόγησης και αναβάθμισης για την εξαιρετικά σημαντική κινεζική πρωτοβουλία «Belt and Road Initiative» (BRI) καθώς συμπληρώθηκε η πρώτη δεκαετία της. Ήταν Σεπτέμβρης του 2013, όταν η Κίνα ανακοίνωσε μια πρωτοφανή, τόσο σε μέγεθος όσο και σε έκταση για την παγκόσμια ιστορία, επενδυτική πρωτοβουλία, με βασικό στόχο την ανάπτυξη έργων υποδομών σε όλο τον κόσμο και την προώθηση της συνεργασίας και της συνδεσιμότητας μεταξύ της Κίνας και των συμμετεχουσών χωρών.

Χωρίς αμφιβολία, το BRI δεν είναι μόνο ένα επενδυτικό σχέδιο αλλά αποτελεί κεντρικό στοιχείο της εξωτερικής πολιτικής της Κίνας για τον 21ο αιώνα και διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη «Σκέψη του Xi Jinping για τη διπλωματία»1 η οποία εκφράζει την απόφαση της Κίνας να συμμετέχει πλέον ενεργά στις παγκόσμιες υποθέσεις διαμορφώνοντας ένα πλέγμα διεθνών πρωτοβουλιών οι οποίες αλληλοσυμπληρώνονται και διαδρούν μεταξύ τους. Μετά από μία δεκαετία, το BRI υποστηρίζεται πλέον κι από άλλες πρωτοβουλίες με διαφορετικές στοχεύσεις όπως είναι το Global Development Initiative (GDI), το Global Security Initiative (GSI), και το Global Civilization Initiative (GCI).

Μέχρι το Σεπτέμβρη του 2023, ήδη 154 από τα 193 κράτη των Ηνωμένων Εθνών, δηλαδή το 80% των κρατών μελών του ΟΗΕ συμμετέχουν στην πρωτοβουλία. Είναι προφανές ότι υπάρχει ισχυρή συσχέτιση μεταξύ του εθνικού πλούτου των κρατών και της ιδιότητας μέλους του BRI καθώς το 79% των χωρών με μεσαίο προς υψηλό εισόδημα και το 90% των χωρών με χαμηλό προς μεσαίο και χαμηλό εισόδημα είναι μέλη του BRI, κι αυτό αποδεικνύει ότι στον αναπτυσσόμενο κόσμο υπάρχει μεγάλη ανάγκη για έργα υποδομών.

Αναμφισβήτητα, ιστορικά οι υποδομές αποτελούν πηγή ισχύος στη διεθνή πολιτική και είναι απαραίτητες για την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD) απαιτούνται περίπου 2,6 τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως έως το 2030 για την επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs), ενώ άλλες μελέτες εκτιμούν ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες χρειάζονται περισσότερα από 40 τρισεκατομμύρια δολάρια τις επόμενες δύο δεκαετίες για να γεφυρώσουν τα κενά στις υποδομές τους ώστε να ευημερήσουν. Επομένως, η ανάγκη για την άμεση υλοποίηση υποδομών στον αναπτυσσόμενο κόσμο είναι επιτακτική.

Όμως από τη δεκαετία του ‘90, οι δυτικές οικονομίες έχουν μειώσει δραστικά τις επενδύσεις τους σε υποδομές στις αναπτυσσόμενες χώρες. Για παράδειγμα, η Παγκόσμια Τράπεζα, η οποία στο παρελθόν διοχέτευε το 70% των χρηματοδότησεων της σε τέτοια έργα, τώρα διαθέτει μόνο το 30% και ίσως και λιγότερο. Σύμφωνα με τον David Dollar2 στη Δύση υπήρχε η γενική αίσθηση ότι έπρεπε να απομακρυνθεί από έργα υποδομών στον αναπτυσσόμενο κόσμο, καθώς θεωρείται ότι σε ένα ασταθές περιβάλλον διακυβέρνησης δεν μπορεί μια τέτοια επένδυση να είναι κερδοφόρα. Επίσης, για τους ιδιώτες επενδυτές δεν είναι καθόλου ελκυστικές τέτοιες επενδύσεις καθώς είναι υψηλό το πολιτικό και το κοινωνικό ρίσκο και ταυτόχρονα χαμηλές οι αποδόσεις.

Από την άλλη, η πρωτοβουλία BRI λόγω της ισχυρής κρατικής υποστήριξης που διαθέτει μπορεί να συνδυάσει διαφορετικές πολιτικές και στρατηγικές προκειμένου να δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για τις επενδύσεις της και τελικά να τις καταστήσει κερδοφόρες. Κάθε έργο υποδομής που υλοποιείται υπό την ομπρέλα BRI, λειτουργεί ως «μαγνήτης» και για άλλες κινεζικές επιχειρήσεις με αποτέλεσμα να δημιουργούνται συνθήκες αγοράς στην οποία αυξάνονται η ζήτηση και η προσφορά την ίδια στιγμή. Η περίπτωση της επένδυσης στο λιμάνι του Πειραιά είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς ένα απαξιωμένο λιμάνι από άποψη υποδομών, που δεν αποτελούσε αντικειμενικά ελκυστική επένδυση για τους ξένους επενδυτές, έχει αναδειχθεί μέσα σε λίγα χρόνια σε ένα από τα μεγαλύτερα και κερδοφόρα λιμάνια της Ευρώπης. Ο λόγος είναι ότι η επένδυση της COSCO λειτούργησε ως μαγνήτης για τις κινεζικές εταιρείες οι οποίες επιλέγουν πια το λιμάνι του Πειραιά για τη μετακίνηση των εμπορευμάτων τους.

Ένα άλλο πλεονέκτημα που κάνει την πρωτοβουλία πιο ελκυστική για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, είναι η ευκολότερη χρηματοδότηση σε σύγκριση με τους δυτικούς δανειστές, ενώ παράλληλα οι διαδικασίες είναι συχνά οικονομικότερες και ταχύτερες.

Μεγάλο μέρος της κριτικής των δυτικών κυβερνήσεων για την πρωτοβουλία BRI έχει οικοδομηθεί γύρω από τη «διπλωματία της παγίδας του χρέους». Σύμφωνα με τον Ryan Hass3, η κριτική περί «της διπλωματίας της παγίδας του χρέους» είναι πειστική μόνο στους δυτικούς κι όχι στους άλλους και τονίζει το γεγονός ότι η Κίνα, σε αντίθεση με τους παραδοσιακούς δανειστές (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα κ.α.) είναι διατεθειμένη να λάβει πληρωμές με πολλές διαφορετικές μορφές π.χ. προϊόντα ή υπηρεσίες εκτός από μετρητά.

Υπάρχει εναλλακτική πρόταση;

Η αυξανόμενη επιρροή του BRI σε διάφορες περιοχές του πλανήτη και η αύξηση της κινεζικής ήπιας ισχύος έχει εγείρει μεγάλες ανησυχίες στη Δύση, η οποία δεν έμεινε παθητική τα τελευταία χρόνια, κι έτσι δυτικές χώρες ή συμμαχίες χωρών έχουν προτείνει τις δικές τους πρωτοβουλίες. Παρά τις προσπάθειες να δρομολογηθούν εναλλακτικές προτάσεις προκειμένου να περιοριστεί η επιρροή της κινεζικής πρωτοβουλίας, υπάρχουν αρκετά σημαντικά ζητήματα που δεν έχουν επιλυθεί, όπως οι πηγές χρηματοδότησης, το μακροπρόθεσμο όραμα ή η ανεπαρκής μέχρι σήμερα κρατική υποστήριξη. Ενώ το BRI χρηματοδοτείται σε μεγάλο βαθμό από κινεζικές δημόσιες τράπεζες και προσφέρει ένα πακέτο ενιαίας εξυπηρέτησης χρηματοδότησης έργων, ασφάλισης και κατασκευής, το B3W το οποίο μετονομάστηκε PGII (πρωτοβουλία των G7) για παράδειγμα, βασίζεται κυρίως σε πολιτικές αποφάσεις οι οποίες παροτρύνουν τα ιδιωτικά κεφάλαια να τις υλοποιήσουν. Όπως είναι φυσικό αυτό έχει αρκετές πρακτικές δυσκολίες καθώς οι ιδιωτικές επενδυτικές εταιρείες στις G7 χώρες είναι απρόθυμες να επενδύσουν στον αναπτυσσόμενο κόσμο, επειδή οι κίνδυνοι είναι πολύ υψηλοί για επενδύσεις με χαμηλές μακροπρόθεσμες αποδόσεις. Αρκεί να μελετήσει κανείς τα κεφάλαια και τις πηγές χρηματοδότησης που έχουν ανακοινωθεί για όλες τις εναλλακτικές πρωτοβουλίες (Global Gateway, PGII, Open Indo-Pacific Vision, Asia-Africa Growth Corridor, Japan-EU Partnerships etc) και τα πεπραγμένα τους μέχρι σήμερα για να διακρίνει τις αδυναμίες τους.

Τα αποτελέσματα της πρώτης δεκαετίας

Σύμφωνα με τη Λευκή Βίβλο του BRI που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2023 από της αρμόδια κινεζική υπηρεσία, από το 2013 έως το 2022, η σωρευτική αξία των εισαγωγών και εξαγωγών μεταξύ της Κίνας και των χωρών εταίρων του BRI έφτασε τα 19,1 τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, με μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 6,4%. Η σωρευτική αμφίδρομη επένδυση μεταξύ της Κίνας και των χωρών εταίρων έφτασε τα 380 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων των 240 δισεκατομμυρίων δολαρίων από την Κίνα. Το έτος 2022, η αξία των εισαγωγών και των εξαγωγών μεταξύ της Κίνας και των χωρών εταίρων έφτασε σχεδόν τα 2,9 τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, αντιπροσωπεύοντας το 45,4% του συνολικού εξωτερικού εμπορίου της Κίνας την ίδια περίοδο, αντιπροσωπεύοντας αύξηση 6,2% σε σύγκριση με το 2013.

Σύμφωνα με άλλη έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας, το BRI αύξησε το εμπόριο των συμμετεχόντων μερών κατά 4,1%, προσέλκυσε 5% περισσότερες ξένες επενδύσεις και αύξησε το ΑΕΠ των χωρών χαμηλού εισοδήματος κατά 3,4%. Επωφελούμενο από το BRI, το μερίδιο του ΑΕΠ των αναδυόμενων και αναπτυσσόμενων οικονομιών στον κόσμο αυξήθηκε κατά 3,6% από το 2012 έως το 2021. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι έως το 2030, το BRI θα παράγει 1,6 τρισεκατομμύρια δολάρια σε παγκόσμια έσοδα κάθε χρόνο, αντιπροσωπεύοντας το 1,3% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Επιπλέον, από το 2015 έως το 2030, υπολογίζεται ότι το BRI θα συμβάλλει να βγουν από την φτώχεια σχεδόν 40 εκατομμύρια άνθρωποι.

Οι προτεραιότητες για τη νέα δεκαετία

Στη Λευκή Βίβλο που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2023, η κινεζική κυβέρνηση μεταξύ άλλων παρουσίασε και τις προτεραιότητες της πρωτοβουλίας για το μέλλον. Είναι σαφές, ότι ο σχεδιασμός του BRI για τη νεά δεκαετία έχει λάβει υπόψη τις αστοχίες και την εμπειρία του παρελθόντος, τη σημερινή θέση της Κίνας στον κόσμο και τις ευθύνες που πηγάζουν από αυτή. Ως εκ τούτου, το BRI προσαρμόζεται στις διεθνείς προκλήσεις και αναβαθμίζεται. Σε αυτό το πλαίσιο, έχουν ήδη θεσπιστεί οι κατευθυντήριες αρχές για το νέο «Υψηλής Ποιότητας Belt and Road», οι οποίες περιλαμβάνουν την αρχή του "από κοινού σχεδιασμού-οικοδόμησης-ωφέλειας", ενώ κυρίαρχη είναι η φιλοσοφία της ανοιχτής, πράσινης και καθαρής συνεργασίας που βασίζεται στην καινοτομία.

Η Κίνα, με την πρωτοβουλία του BRI και το ευρύ δίκτυο συνεργασιών που έχει ήδη αναπτύξει σε όλες τις γεωγραφικές περιοχές του πλανήτη, αποδεικνύει στην πράξη ότι είναι ένας βασικός πυλώνας του παγκόσμιου συστήματος και χωρίς αμφιβολία θα είναι μαζί με τη Δύση συνδιαμορφωτές της Νέας Παγκόσμιας Τάξης. Αυτό θα πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους τους μετέχοντες σε αυτή, οι οποίοι οφείλουν, χωρίς να απολέσουν τις δικές τους αξίες, να διαμορφώσουν μια δεύτερη κουλτούρα. Μία κουλτούρα η οποία θα είναι παγκόσμια, δομική και δικαιοδοτική. Μία αντίληψη της τάξης η οποία θα υπερβαίνει την οπτική γωνία και τα ιδεώδη οποιασδήποτε συγκεκριμένης περιοχής ή έθνους. Οι ΗΠΑ και η Κίνα αποτελούν πυλώνες του παγκόσμιου συστήματος. Οφείλουν για το καλό της ανθρωπότητας να βρουν τη λεπτή αυτή ισορροπία.

 

1 “Xi Jinping Thought on Diplomacy”
2 American economist and senior fellow at the Brookings Institution’s John L. Thornton China Center 
3 Ryan Hass is director of the John L. Thornton China Center and the Chen-Fu and Cecilia Yen Koo Chair in Taiwan Studies at Brookings

(από την εφημερίδα "ΕΣΤΙΑ")