Στην Ιερουσαλήμ τον ανέμεναν με ανοικτές αγκάλες. Στη Ραμάλλα, πάλι, με διαδήλωση διαμαρτυρίες. Αδιευκρίνιστο, ωστόσο, παραμένει πού συνάντησε τις μεγαλύτερες δυσκολίες κεκλεισμένων των θυρών ο Άντονι Μπλίνκεν κατά την πέμπτη μετά την ανάφλεξη της 7ης Οκτωβρίου μεσανατολική περιοδεία του

Ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχε ως αποστολή την επαναβεβαίωση της στηρίξεως των ΗΠΑ προς το εβραϊκό κράτος, αλλά ταυτοχρόνως και την χαλιναγώγηση της ισραηλινής ηγεσίας, η οποία δίνει όλο και σαφέστερα δείγματα ότι επενδύει στην περιφερειακή επέκταση των συγκρούσεων που ήδη μαίνονται στη Λωρίδα της Γάζας, αρχής γενομένης από μια κλιμάκωση των εχθροπραξιών με την οργάνωση Χεζμπολλάχ στα σύνορα με τον Λίβανο.

Πρόκειται στην πραγματικότητα για μία στρατηγική “φυγής προς τα εμπρός” η οποία επιδιώκει να επιλύσει ένα άμεσο και ένα περισσότερο στρατηγικό πρόβλημα. Το άμεσο πρόβλημα το αντιμετωπίζει ο κυβερνητικός συνασπισμός του Βενιαμίν Νετανιάχου, που γνωρίζει ότι άμα τη λήξει του πολέμου προορίζεται να καθαιρεθεί, να φορτωθεί την πολιτική ευθύνη για τον αιφνιδιασμό της 7ης Οκτωβρίου και το κόστος των όσων ακολούθησαν, ενώ ο ίδιος ο νυν πρωθυπουργός απειλείται να επιστρέψει στις δικαστικές του περιπέτειες με την κατηγορία της διαφθοράς. Οι διαιρετικές δυναμικές στο εσωτερικό του εβραϊκού πληθυσμού του Ισραήλ δεν επιτρέπουν άλλη πρόγνωση για την “επόμενη μέρα”.

Ωστόσο, πέραν αυτού, η κατάστασις που έχει διαμορφωθεί κατά το τελευταίο τρίμηνο αποτυπώνει ένα βαθύτερο αδιέξοδο για το ισραηλινό κράτος. Η υπόληψή του ως ασφαλούς καταφυγίου για τους όπου γης Εβραίους έχει τρωθεί, η αποτρεπτική ικανότητα του στρατού του έχει υποβαθμισθεί στα μάτια των αντιπάλων και γειτόνων, η οικονομία έχει καθηλωθεί, ενώ μέρος του πληθυσμού αντιμετωπίει συνθήκες εσωτερικού εκτοπισμού (έχοντας εγκαταλείψει τις ευάλωτες κοινότητες κοντά στα νότια και κυρίως τα βόρεια σύνορα) είτε απλώς εγκαταλείπει τη χώρα, αξιοποιώντας κάποιο διαθέσιμο δεύτερο διαβατήριο.

Όλα αυτά, ενώ η ίδια η οργάνωσις Χαμάς, παρά την ισοπέδωση της Λωρίδας της Γάζας, δεν έχει καμφθεί επιχειρησιακά, όπως καταδεικνύουν οι συνεχιζόμενες εκτοξεύσεις ρουκετών κατά του κεντρικού Ισραήλ.

Και όμως: πολιτικοί και διαμορφωτές της κοινής γνώμης στο Ισραήλ εξακολουθούν ελαφρά τη καρδία να περιγράφουν τα οφέλη της μελλοντικής προσαρτήσεως της Λωρίδας της Γάζας, ιδίως για σε ό,τι αφορά την ισραηλινή στεγαστική κρίση, καθώς και της “εθελοντικής μεταφοράς” του παλαιστινιακού πληθυσμού της σε άλλο τόπο. Μάλιστα ισραηλινά μέσα ενημερώσεως (π.χ. Zman Yisrael) αναφέρονται σε ευφάνταστα σενάρια, τα οποία εμπλέκουν ως πιθανούς χώρους υποδοχής της νέας αυτής προσφυγιάς, κράτη όπως το Κογκό, η Ρουάντα και το Τσάντ, με τα οποία φέρεται να βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις η Μοσάντ και το υπουργείο Εξωτερικών.

Πρόκειται ασφαλώς (και ασχέτως της όποιας ηθικής αξιολογήσεως) για υπερφίαλους σχεδιασμούς, στερούμενους οποιουδήποτε ρεαλισμού. Όμως η ανατροπή των δημογραφικών συσχετισμών δια της εθνοκαθάρσεως και η ευρύτερη αποσταθεροποίησις της περιοχής, ώστε να συρθούν και οι ΗΠΑ σε άμεση εμπλοκή, αποτελεί το καλύτερο “βραβείο” στο οποίο μπορούν να προσβλέπουν οι πλέον αδιάλλακτοι της ισραηλινής ηγεσίας, εν μέσω της ταυτόχρονης αναδείξεως όλων των αντιφάσεων του κράτους τους.

Η κυβέρνησις Μπάιντεν δεν δύναται να εμφανίζεται συνδεόμενη με σχέδια εθνοκαθάρσεως (που άλλωστε αποτελούν την απόλυτη “κόκκινη γραμμή” παραδοσιακών συμμάχων, όπως η Αίγπτος και η Ιορδανία), ούτε να ρισκάρει, και μάλιστα σε προεκλογική χρονιά, την ευρύτερη αποσταθεροποίηση της Μέσης Ανατολής με άμεση εμπλοκή και αμερικανικών στρατευμάτων. Ούτε όμως επιθυμεί ή δύναται να διακόψει την εξοπλιστική βοήθεια και την διπλωματική κάλυψη στον ΟΗΕ, που αποτελούν όρο συνεχίσεως της ισραηλινής πολεμικής προσπάθειας – πόσω μάλλον σε μία συγκυρία κατά την οποία το Διεθνές Δικαστήριο (ICJ) εξετάζει την προσφυγή της Νοτίου Αφρικής κατά του Ισραήλ για παραβίαση της Διεθνούς Συμβάσεως για την Αποστροπή του Εγκλήματος της Γενοκτονίας (1948).

Κατά συνέπεια ο Άντονι Μπλίνκεν ακροβατεί εν κενώ: από τη μία ο βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος Λικούντ (και πρώην εκπρόσωπος του Ισραήλ στον ΟΗΕ) Ντάνι Ντανόν τον επέκρινε δημοσίως που αντιτίθεται στα σχέδιο “εθελοντικής ματαφοράς” των Παλαιστινίων της Γάζας, από την άλλη η συνάντησις του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών με τον πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής Μαχμούντ Αμπάς φέρεται ότι υπήρξε “ταραχώδης”.

Σημειώνεται ότι ευθύς μετά την συνάντησή του την Τετάρτη με τον Μπλίνκεν, ο 87χρονος Αμπάς μετέβη στην Ιορδανία για τριμερή συνάντηση με τον Ιορδανό μονάρχη και τον Αιγύπτιο πρόεδρο, με στόχο την προώθησητριών άμεσων στόχων: την επίτευξη εκεχειρίας, την αποτροπή τυχόν μαζικού εκτοπισμού των Παλαιστινίων της Γάζας και την εξασφάλιση της εισροής επαρκούς ανθρωπιστικής βοήθειας στον κατεστραμμένο παλαιστινιακό θύλακα. Φυσικά, όλα αυτά χάνουν τη σημασία τους εάν δεν συμπεριληφθεί με έναν τρόπο στην επιδιωκόμενη λύση και η Χαμάς. Σύμφωνα δε με τον Ναχούμ Μπαρνέα της ισραηλινής εφημερίδας Yedioth Aharonot, οι όροι (ο πρώτος διαπραγματεύσιμος, ο δεύτερος μη διαπραγματεύσιμος) που θέτει ο στρατιωτικός διοικητής της Χαμάς Γιάχια Σινουάρ είναι η συνέχιση της διακυβέρνησης της Λωρίδας της Γάζας από τη Χαμάς και η ανταλλαγή των Ισραηλινών ομήρων με το σύνολο των Παλαιστινίων κρατουμένων στις φυλακές του Ισραήλ.

Όλα αυτά γίνονται στο φόντο των διεργασιών για συμφιλίωση της Χαμάς με τη Φάταχ (η οποία ελέγχει την Παλαιστινιακή Αρχή) και για ένταξη της ισλαμιστικής οργάνωσης στην εθνική “ομπρέλα” της PLO, υπό τον όρο βέβαια της αποδοχής των διεθνών δεσμεύσεων που αυτή έχει αναλάβει, ήτοι την αποδοχή μιας “λύσης δύο κρατών” στο Μεσανατολικό.

Τα συμφραζόμενα συμπληρώνει η δηλωμένη (στην περίπτωση των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων) ή περισσότερο διακριτικά διατυπωμένη (στην περίπτωση της Σαουδικής Αραβίας) επιθυμία επανόδου, μετά τη λήξη των εχθροπραξιών, στην διαδικασία εξομάλυνσης των σχέσεών τους με το Ισραήλ, την οποία θεωρούν στρατηγικής σημασίας, ιδίως για οικονομικούς λόγους. Αυτονόητη παραμένει η επιθυμία τους για ενδοαραβικές λύσεις, που θα παραμερίζουν ενοχλητικούς τρίτους όπως η Τουρκία του Ερντογάν (που οραματίζεται ρόλο εγγυητή στην Γάζα της επόμενης μέρας) ή του Ιράν, το οποίο πάντως έχει τη δυνατότητα να σαμποτάρει με διάφορους τρόπους αποφάσεις που θα έχουν ληφθεί ερήμην του.

(από την εφημερίδα “ΕΣΤΙΑ”)