Οι Καταναλωτές Πληρώνουν το Αυξανόμενο Κόστος της Ηλεκτροπαραγωγής Μέσω Άνθρακα

Οι Καταναλωτές Πληρώνουν το Αυξανόμενο Κόστος της Ηλεκτροπαραγωγής Μέσω Άνθρακα
της Αρχοντίας Γ. Καλλιτέρη
Πεμ, 6 Ιουνίου 2024 - 18:21

Σίγουρος και φθηνός— αυτά ήταν τα δύο κεντρικά επιχειρήματα των υπερασπιστών του άνθρακα εδώ και δεκαετίες. Ωστόσο, άγνωστοι αι βουλαί των αγορών: Τα παράδοξα της ενεργειακής μετάβασης έχουν οδηγήσει τον άνθρακα να μην είναι απλά ρυπογόνος, αλλά και ακριβός. Αναμενόμενα, η εξέλιξη αυτή φαίνεται να επιταχύνει την περιθωριοποίηση του άνθρακα από το ενεργειακό μείγμα, με τις περιβαλλοντικές οργανώσεις να δράττουν την ευκαιρία ώστε να βάλουν το τελευταίο καρφί στο φέρετρο του άνθρακα

Σύμφωνα με μία έρευνα στις ΗΠΑ, οι πάροχοι ηλεκτρικού ρεύματος είχαν απώλειες ύψους 3 δις δολαρίων για το 2023 επειδή λειτουργούσαν μονάδες καύσης άνθρακα αντί να αγοράζουν φορτία από φθηνότερες και καθαρότερες πηγές ενέργειας. Το 96% αυτών των απωλειών ήταν από επιχειρήσεις που διαχειρίζονταν τόσο την παραγωγή, όσο και τη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας. Τα κόστη αυτά μετακυλίονταν στους καταναλωτές, φουσκώνοντας τους λογαριασμούς τους.

Δυστυχώς για τους ηλεκτροπαραγωγούς που επιμένουν στον άνθρακα, αυτή η πρακτική μάλλον φτάνει στο τέλος της. Οι ρυθμιστικές αρχές ενέργειας σε πολιτειακό επίπεδο διστάζουν να επιβαρύνουν τους καταναλωτές με πρόσθετα— και αχρείαστα— κόστη ώστε να διασφαλίσουν την οικονομική βιωσιμότητα των μονάδων άνθρακα. Φυσικά, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις αξιοποιούν αυτή την οικονομική πραγματικότητα ώστε να πλήξουν τους παραγωγούς άνθρακα. Για παράδειγμα, ένας δικαστής στη συντηρητική Λουιζιάνα κατέληξε ότι δύο παραγωγοί ηλεκτρισμού μέσω άνθρακα επιχείρησαν να τετραπλασιάσουν το κόστος του άνθρακα που έκαιγαν και το οποίο εξορύσσαν από δικό τους ορυχείο, με αποτέλεσμα οι λογαριασμοί των πελατών που εξυπηρετούσαν να τριπλασιαστούν. Οι δύο εταιρείες συμφώνησαν να επιστρέψουν 60 εκατομμύρια δολάρια στους καταναλωτές που είχαν επηρεαστεί.

Πέρα από τον άνθρακα ως πρώτη ύλη, οι ηλεκτροπαραγωγοί στις ΗΠΑ αντιμετωπίζουν και άλλες κοστοβόρες προκλήσεις. Πριν λίγες εβδομάδες, η Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος ανακοίνωσε νέα και αυστηρότερα όρια για τις εκπομπές αερίων από τις μονάδες υδρογονανθράκων. Για να επιτύχουν τον στόχο μείωσης κατά 90% των εκπομπών άνθρακα μέχρι το 2039, οι μονάδες καύσης άνθρακα χρειάζονται να επενδύσουν σε νέο τεχνολογικό εξοπλισμό. Αντίστοιχοι περιορισμοί ισχύουν και για τις κατάλοιπα υδραργύρου, λυμάτων, και τοξικής στάχτης που παράγουν. Με τον μέσο όρο ζωής μίας μονάδας καύσης άνθρακα να αγγίζει τα 40 χρόνια, τέτοιου είδους επενδύσεις θα είναι δύσκολο να εγκριθούν υπό τις παρούσες συνθήκες.

Από την άλλη, όσο φθηνές κι αν είναι οι ΑΠΕ ή το φυσικό αέριο, το ζήτημα της ενεργειακής ασφάλειας παραμένει. Οι ΑΠΕ είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στις καιρικές συνθήκες, ενώ η παραγωγή τους μπορεί ακόμα και να μηδενιστεί εντός της ημέρας. Με τις μεθόδους αποτελεσματικής αποθήκευσης να βρίσκονται ακόμα σε στάδιο διερεύνησης, η εξάρτηση από τις ΑΠΕ είναι ριψοκίνδυνη επί του παρόντος.

Από την άλλη, το φυσικό αέριο έχει συνυφανθεί πλέον με τα γεωπολιτικά σκαμπανεβάσματα. Οι πολυετείς περιπέτειες για το φυσικό αέριο μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας που κλιμακώθηκαν μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι ίσως το πιο γνωστό παράδειγμα. Παράλληλα, δεν πρέπει να ξεχνά κανείς ότι το φυσικό αέριο είναι ένας υδρογονάνθρακας και επομένως υπόκειται στους ίδιους περιορισμούς για τους ρύπους όπως και το κάρβουνο ή το πετρέλαιο.

Με άλλα λόγια, το τελευταίο επιχείρημα των υπερασπιστών του άνθρακα παραμένει: σίγουρος— όμως κάθε άλλο παρά ασφαλής.