από την κατασκευή νέων καταλυμάτων μέχρι τη λειτουργία υποδομών ψυχαγωγίας, τόσο για τους φυσικούς πόρους και τα οικοσυστήματα της Ελλάδας, όσο και για τους μόνιμους κατοίκους των τουριστικών περιοχών. Δεδομένου ότι ο τουρισμός συνεισφέρει έμμεσα περί το 30% του ελληνικού ΑΕΠ, η ορθολογική διαχείρισή του αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη βιωσιμότητα ολόκληρης της βιομηχανίας.
Ένα από τα θέματα που εξετάζεται πιο ενδελεχώς είναι η ανάπτυξη του τουρισμού σε χωροταξικό επίπεδο. Η ορθή χωροταξία και πολεοδομία στον τουριστικό τομέα συνδέεται με τρία καίρια ζητήματα. Πρώτον, την προστασία των τοπικών οικοσυστημάτων, τα οποία απειλούνται από την άναρχη δόμηση και χρήση των τουριστικών περιοχών. Δεύτερον, την ορθή χρήση του διαθέσιμου χώρου, είτε στη στεριά, είτε στη θάλασσα. Και τρίτον, την ασφάλεια των μόνιμων κατοίκων, των εργαζομένων, και των επισκεπτών όταν βρίσκονται εντός ή πλησίον των τουριστικών υποδομών.
Ένα βασικό πρόβλημα είναι ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει ένα σύγχρονο και ενιαίο νομικό πλαίσιο για τα χωροταξικά ζητήματα, ενώ οι περιφερειακοί κανονισμοί δεν ανταποκρίνονται στη σημερινή πραγματικότητα. Επιπροσθέτως, η έκθεση διαπιστώνει την αδυναμία ή απροθυμία του κράτους να ελέγξει τις συνεχείς και ποικιλόμορφες παραβιάσεις του υφιστάμενου νομικού πλαισίου.
Ένα άλλο θέμα που απασχολεί όλο και περισσότερο τις τοπικές αρχές αλλά και τους πολίτες είναι ο αστικός τουρισμός. Αυτό το είδος τουρισμού επιβαρύνει αρκετά τις ήδη ανεπαρκείς δομές του αστικού περιβάλλοντος, όπως καθαριότητα, Μέσα Μαζικής Μεταφοράς κτλ. Φυσικά, ένα άλλο εντεινόμενο πρόβλημα εξαιτίας του αστικού τουρισμού είναι η εκτίναξη των ενοικίων εξαιτίας των βραχυχρόνιων μισθωμάτων. Η πρακτική αυτή έχει ήδη στρεβλώσει την αγορά ακινήτων της Αθήνας, ενώ παρόμοιες καταστάσεις καταγράφονται και σε δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς.
Πέραν αυτών, ο τουρισμός έχει άμεσες συνέπειες στο φυσικό περιβάλλον. Η έκθεση θίγει τρία κεντρικά στοιχεία ενδιαφέροντος που χρήζουν άμεσης προσοχής. Το πρώτο είναι η συστηματική αποψίλωση που απειλεί το πολύτιμο δασικό κεφάλαιο της χώρας, ενώ προκαλεί ντόμινο επιπτώσεων όπως η διάβρωση του εδάφους. Το δεύτερο είναι ο ελλιπής καθαρισμός κρίσιμων σημείων, όπως τα ρέματα, ο οποίος εντείνει φαινόμενα όπως οι πλημμύρες και οι πυρκαγιές. Το τρίτο είναι η προστασία των παράκτιων περιοχών και του αιγιαλού, οι οποίες κινδυνεύουν εξαιτίας της ανεξέλεγκτης τουριστικής ανάπτυξης.
Τέλος, η έκθεση κάνει ειδικές αναφορές στα θέματα διαχείρισης των πόρων. Το πρώτο, και ενδεχομένως σημαντικότερο, είναι το νερό. Εξαιτίας της μορφολογίας της Ελλάδας, πολλές τουριστικές περιοχές είχαν εξαρχής περιορισμένους υδατικούς πόρους. Η κατάσταση αυτή επιβαρύνεται περαιτέρω εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής και της αλόγιστης χρήσης του νερού. Το επόμενο είναι η ηλεκτρική ενέργεια. Η ασφάλεια και η επάρκεια των ηλεκτρικών δικτύων στις τουριστικές περιοχές δεν είναι πάντα αυτονόητη— κάτι που οφείλει να απασχολήσει τον κεντρικό ενεργειακό σχεδιασμό. Το τελευταίο είναι η διαχείριση των αποβλήτων, καθώς αφενός δεν υπάρχουν οι σωστές υποδομές για την επεξεργασία των αποβλήτων, ενώ αφετέρου σημειώνεται πληθώρα παραβιάσεων της ισχύουσας νομοθεσίας.
Όλοι αυτοί οι παράγοντες συνεισφέρουν στις πιέσεις που ασκούνται στο περιβάλλον, αλλά και στους ανθρώπους εξαιτίας του τουρισμού. Αν η Ελλάδα επιθυμεί να αναδειχθεί σε έναν τουριστικό προορισμό πρότυπο και να προσφέρει ποιοτικές υπηρεσίες λαμβάνοντας υπόψη την έννοια της βιωσιμότητας, τότε οι αρχές οφείλουν να εξετάσουν σοβαρά τις επισημάνσεις της νέας έκθεσης του ΣτΠ.