Το 1963 ο Αθανασιάδης Μποδοσάκης, οραματιστής επιχειρηματίας, ίδρυσε την Γενική Μεταλλευτική και Μεταλλουργική Εταιρεία ΛΑΡΚΟ, με τεχνική βοήθεια από την γαλλική Le Nickel. Ηταν η εποχή που η Ελλάδα είχε αφήσει πίσω της τα δεινά του εμφυλίου πολέμου και αναπτυσσόταν εκμεταλλευόμενη τον ορυκτό της πλούτο. Το κράτος συνέδραμε με πολλούς τρόπους. Τρία χρόνια πριν είχε ιδρυθεί το Αλουμίνιον της Ελλάδος για να εκμεταλλευθεί τα κοιτάσματα βωξίτη που έχουμε στη Φωκίδα. Η ΛΑΡΚΟ θα εκμεταλλευόταν 

τα κοιτάσματα νικελίου που έχουμε στην Εύβοια, στη Βοιωτία και στην Καστοριά. Το εργοστάσιο στη Λάρυμνα ολοκληρώθηκε το 1966 και γύρω από το εργοστάσιο χτίστηκαν 2 οικισμοί για να στεγάσουν τους εργαζόμενους της εταιρείας. Το εργοστάσιο έγινε η πάλλουσα καρδιά ολόκληρων περιοχών που ζούσαν από αυτό. Το νικέλιο είναι απαραίτητη πρώτη ύλη για την παραγωγή ανοξείδωτου χάλυβα αλλά έχει και άλλες εφαρμογές στις οποίες θα αναφερθούμε παρακάτω.

Η ΛΑΡΚΟ συνέβαλε στην εθνική οικονομία και το κράτος προστάτευε τη ΛΑΡΚΟ στο βαθμό που χρειαζόταν προστασία. Οπως ακριβώς και με το Αλουμίνιον της Ελλάδος, στο οποίο δόθηκε προνομιακή τιμή ηλεκτρικού για 50 χρόνια. Η ΛΑΡΚΟ είχε πολλά σκαμπανεβάσματα, το 1982 υπήχθη σε καθεστώς ελέγχου από το Δημόσιο, όμως αυτό δεν εμπόδισε την εταιρεία να ξαναβρεί το βηματισμό της. Το 2000-2001 υλοποιήθηκε επένδυση που αφορούσε την ανακατασκευή βασικών μονάδων παραγωγής. Τα λεφτά βρέθηκαν τότε. Το 2004 η ΛΑΡΚΟ μπήκε σε περίοδο κερδοφορίας και τη διετία 2005-2007 υλοποιήθηκε δεύτερο επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 40 εκατ. ευρώ στα πλαίσια του Επιχειρησιακού Προγράμματος Ανταγωνιστικότητας.

Η κρίση του 2008-2009 και η είσοδος της χώρας μας σε καθεστώς εποπτείας σήμανε μια νέα, πολύ δυσοίωνη εποχή για τη ΛΑΡΚΟ. Τότε μάλλον αποκρυσταλλώθηκε και το δόγμα ότι η Ελλάδα είναι μόνο για τουρισμό και real estate, δόγμα που βρίσκεται τώρα στην πλήρη του ανάπτυξη. Κι όμως, το 2010 η ΛΑΡΚΟ επαναλειτούργησε και αμέσως επέστρεψε σε λειτουργική κερδοφορία επωφελούμενη των τιμών του νικελίου διεθνώς. Οι πολύ καλές επιδόσεις συνεχίστηκαν για δύο χρόνια παρά το ότι η τιμή του νικελίου υποχωρούσε στις διεθνείς αγορές. Ομως η εταιρεία «έτρωγε από τα έτοιμα», το μετάλλευμα των ορυχείων απαιτούσε άλλο τρόπο επεξεργασίας.

Το χαριστικό πλήγμα το έδωσε -  ποιός άλλος - η Ευρωπαϊκή Ενωση: τo 2014 η Διεύθυνση Ανταγωνισμού απεφάνθη ότι η αύξηση κεφαλαίου του 2009 και τα δάνεια που δόθηκαν με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου συνιστούσαν παράνομη κρατική ενίσχυση και πρέπει να επιστραφούν! Δηλαδή, με απλά λόγια, έπρεπε η Ελλάδα να θυσιάσει τη στρατηγική βιομηχανία της και να αποκηρύξει κάθε υποψία έστω ανεξάρτητης βιομηχανικής πολιτικής.

Η πολιτική ηγεσία έδωσε τη ΛΑΡΚΟ στο ΤΑΙΠΕΔ το οποίο άρχισε να ψάχνει για αγοραστή. Η εταιρεία δεν λειτουργεί πλέον αλλά εξακολουθεί να συσσωρεύει χρέη, τα περισσότερα εκ των οποίων είναι προς τη ΔΕΗ. Κάθε μέρα που περνάει η δυσχέρεια επαναλειτουργίας της επιχείρησης αυξάνει.  Κι όμως, η συγκυρία τώρα είναι πάρα πολύ ευνοϊκή για την επαναλειτουργία της ΛΑΡΚΟ για τους παρακάτω λόγους:

1.      Οι κρατικές ενισχύσεις προς τις στρατηγικά σημαντικές εθνικές επιχειρήσεις γίνονται πλέον ανεκτές από την ΕΕ. Από το 2022 και μετά η Επιτροπή έχει εγκρίνει κρατικές ενισχύσεις ύψους 672 δις. ευρώ, 77% των οποίων έχουν δοθεί από Γερμανία και Γαλλία. Στο φως αυτών των εξελίξεων, μπορεί η Ελλάδα να προσβάλει αναδρομικά τα πρόστιμα που της έχουν επιβληθεί. Ο,τι ισχύει για τη Γερμανία ασφαλώς ισχύει για κάθε χώρα της ΕΕ.

2.      Χρηματοδότηση μπορεί να βρεθεί. Το προφανές θα ήταν να διατεθεί το σημαντικότερο μέρος από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης για τα σκοπό αυτό αντί να διασπαθίζεται σε έργα που δεν προσφέρουν τίποτα στη χώρα. Είναι βέβαιον ότι η ΕΕ θα αρνηθεί διότι δεν θέλει βιομηχανία στην Ελλάδα, αυτό αντιβαίνει στο ρόλο «ήλιος-θάλασσα-ανεμογεννήτριες». Ομως χρηματοδότηση μπορεί να βρεθεί από πολλές άλλες πηγές, η ΛΑΡΚΟ είναι βιώσιμη (και μπορεί να γίνει κερδοφόρα) με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Χρειάζονται βέβαια υψηλές επενδύσεις, αλλά ας σημειωθεί ότι με κατάλληλες τεχνικές υδρομεταλλουργίας μπορεί από το νικέλιο να παραχθεί κοβάλτιο, που είναι απαραίτητο στοιχείο στις μπαταρίες λιθίου και σπανίζει διεθνώς. Θα μπορούσε η Ελλάδα να μπει με αξιώσεις στην αγορά του κοβαλτίου. Αυτό θα μπορούσε να προσελκύσει γιγαντιαίες μεταλλευτικές εταιρείες (που ψάχνουν ακριβώς για τέτοια μέταλλα). Για παράδειγμα η Rio Tinto, η οποία άνετα θα μπορούσε να επενδύσει τα απαραίτητα κεφάλαια.

Ισως ακούγεται εξωπραγματικό αυτό, δεν είναι όμως καθόλου. Στη γειτονική μας Σερβία, μια χώρα που πολιτικά είναι μάλλον σε δυσμενέστερη θέση από εμάς, η κυβέρνηση έδωσε στη Rio Tinto την άδεια να αναπύξει «το μεγαλύτερο ορυχείο λιθίου στην Ευρώπη» στην κοιλάδα του Jadar . Το ορυχείο, κατά τους Financial Times, θα είναι επιχειρησιακά έτοιμο το 2028. Γιατί η Rio Tinto να μην έδειχνε όμοιο ενδιαφέρον για την παραγωγή κοβαλτίου στην Ελλάδα? Γιατί δεν την προσεγγίζει η κυβέρνηση;

Εστω και την ύστατη ώρα πρέπει η κυβέρνηση να βγάλει τις παρωπίδες και να δει το συμφέρον της χώρας. Η Ελλάδα είναι μια πλούσια χώρα και μπορεί ο λαός μας να ευημερήσει, η δε μόνη σταθερή, όχι περιστασιακή, πηγή ευημερίας είναι η βιομηχανία. Πρέπει να υπάρξει η πολιτική βούληση, όχι μόνο της κυβέρνησης αλλά και της ΤτΕ, των εμπορικών τραπεζών και των όσων βιομηχάνων έχουν απομείνει στη χώρα, να διατηρήσουμε τη βιομηχανία μας και μάλιστα τις εμβληματικές της μονάδες όπως η ΛΑΡΚΟ.

*Ανώτερο Διευθυντικό Στέλεχος μεγάλου Ελληνικού Ομίλου Επιχειρήσεων