Προσδοκίες ότι η Ευρώπη θα περάσει στην “αντεπίθεση” κατά της Ρωσίας στο ζήτημα των παράτυπων εξαγωγών ορυκτών καυσίμων γεννιούνται χάρη σε μία πρόταση της Βρετανίας. Πιο συγκεκριμένα, η Βρετανία θα ηγηθεί της πρότασης για τη λήψη έμπρακτων μέτρων με σκοπό την αντιμετώπιση του “σκιώδους στόλου” που έχει αναπτύξει η Ρωσία

Το φαινόμενο αυτό όχι απλώς παρακάμπτει τις δυτικές κυρώσεις, προσφέροντας κεφάλαια στο ρωσικό καθεστώς, αλλά θέτει σε κίνδυνο και την ασφάλεια των υπόλοιπων πλοίων και του περιβάλλοντος.

Ο σκιώδης στόλος πετρελαιοφόρων— και πιο πρόσφατα— υγραεριοφόρων πλοίων που έχει αναπτύξει η Ρωσία αποτελούν έναν εντεινόμενο πονοκέφαλο για τα παγκόσμια πληρώματα και τις αρχές ναυσιπλοΐας. Οι ρωσικές εταιρείες χρησιμοποιούν τον στόλο προκειμένου να ξεφύγουν από το δίκτυ των δυτικών κυρώσεων, αποφέροντας έσοδα που άμεσα ή έμμεσα βοηθούν τη Ρωσία στο ουκρανικό μέτωπο. Από την άλλη πλευρά, τα τάνκερ που χρησιμοποιούνται για αυτές τις παράτυπες εξαγωγές είναι συχνά πολύ παλιά και σχεδόν πάντα ανασφάλιστα. Παράλληλα, επειδή τα πληρώματά τους πρέπει να αποφύγουν τον εντοπισμό από άλλα “εχθρικά” πλοία ή εθνικές αρχές, αρκετές φορές εμπλέκονται σε επικίνδυνες καταστάσεις. Ως εκ τούτου, ο σκιώδης στόλος απειλεί τόσο το περιβάλλον, όσο και τα υπόλοιπα πλοία όταν βρίσκεται στη θάλασσα.

Η βρετανική πρόταση από τη νέα κυβέρνηση των Εργατικών έρχεται σε μία ιδιαίτερη χρονική στιγμή: Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι η Ρωσία επεκτείνει το μέχρι τώρα επιτυχημένο σύστημα του σκιώδους στόλου από το πετρέλαιο στο φυσικό αέριο. Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, οι Βρετανοί, σε συνεργασία με ορισμένα άλλα κράτη, θα παρουσιάσουν την πρότασή τους στην επερχόμενη συνάντηση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας που θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη στο Λονδίνο. Η ΕΠΚ περιλαμβάνει τα περισσότερα κράτη της Ευρώπης και του Καυκάσου και την Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς τη συμμετοχή της Ρωσίας και της Λευκορωσίας.

Η λήψη μέτρων στο πλαίσιο της ΕΠΚ αποτελεί μία έξυπνη επιλογή σε διπλωματικό επίπεδο, καθώς επιτρέπει σε κράτη εκτός ΕΕ, όπως η Βρετανία και η Νορβηγία, να συμμετέχουν στις δράσεις, χωρίς ωστόσο να εμπλέκει το ΝΑΤΟ— η συμμετοχή του οποίου θα προκαλούσε ανησυχίες για τυχόν κλιμάκωση. Η ανάληψη αυτής της πρωτοβουλίας από πλευράς της νέας βρετανικής κυβέρνησης αναδεικνύει τη δέσμευση της νέας ηγεσίας ότι δεν θα χαλαρώσει την πίεση έναντι της Μόσχας, ενώ είναι και ένα πρώτο δείγμα καλής θέλησης προς τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη. Τέλος, και ενδεχομένως πιο κρίσιμο για το μέλλον, η οργανωμένη δράση των ευρωπαϊκών χωρών εκτός του πλαισίου του ΝΑΤΟ μπορεί να ενισχύσει τα καλέσματα για μία ευρωπαϊκή αμυντική κοινότητα.