Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 είχε καταστροφικές συνέπειες, με δεκάδες χιλιάδες θύματα Ουκρανών αμάχων και εκατοντάδες χιλιάδες θύματα Ρώσων και Ουκρανών στρατιωτών. Περισσότεροι από 8 εκατ. Ουκρανοί έχουν εκτοπιστεί στο εσωτερικό της χώρας και άλλα οκτώ εκατ. την έχουν εγκαταλείψει, στη μεγαλύτερη προσφυγική κρίση στην Ευρώπη μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Τα τεράστια πετρελαϊκά αποθέματα της Ρωσίας ήταν απαραίτητα για να μπορεί ο Πούτιν να χρηματοδοτεί τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις. Η SLB, εταιρεία παροχής υπηρεσιών πετρελαίου με έδρα το Χιούστον, γνωστή στο παρελθόν ως Schlumberger, διαδραμάτισε κρίσιμο ρόλο στη διευκόλυνση της ρωσικής παραγωγής πετρελαίου. Η εταιρεία πλέον αυξάνει το ρωσικό της αποτύπωμα, βάζοντας τα κέρδη πάνω από τις αξίας.

Η SLB είναι η μεγαλύτερη εταιρεία υπεράκτιων γεωτρήσεων στον κόσμο, με έσοδα που το 2023 εκτιμώνται ότι ξεπέρασαν τα 33 δισ. δολάρια. Απασχολεί περισσότερους από 110.000 εργαζόμενους σε όλο τον κόσμο. Σύμφωνα με τη βρετανική MKO, Global Witness, η SLB υπέγραψε νέες συμβάσεις και προσέλαβε εκατοντάδες υπαλλήλους στη Ρωσία, σπεύδοντας να επεκτείνει τις δραστηριότητές της μετά την πώληση των ρωσικών τους μονάδων στην οποία προχώρησαν δύο από τους μεγαλύτερους ανταγωνιστές της στις ΗΠΑ: η Halliburton και η Baker Hughes. Μετά την εισβολή στην Ουκρανία, οι εταιρείες της SLB έχουν κατοχυρώσει 43 πατέντες στη Ρωσία και έχουν καταχωρίσει εκεί έξι ιδιόκτητα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών.

Τον Δεκέμβριο του 2023, η τεχνολογική εταιρεία Schlumberger, ρωσική θυγατρική της, υπέγραψε σύμβαση με ένα ρωσικό ερευνητικό ινστιτούτο πετρελαίου και φυσικού αερίου που ονομάζεται VNIGNI, το οποίο χρηματοδοτείται από την κυβέρνηση για να κάνει γεωλογικές έρευνες προκειμένου να στηρίξει τις ρωσικές έρευνες για ορυκτά καύσιμα. Το VNIGNI διενεργεί τις τραπεζικές του συναλλαγές μέσω της Rosbank, από τις μεγαλύτερες ρωσικές τράπεζες, στην οποία επιβλήθηκαν κυρώσεις από τις ΗΠΑ το 2022 και από την ΕΕ το 2023. Ωστόσο, σύμφωνα με την Global Witness, ούτε η ΕΕ ούτε οι ΗΠΑ έχουν επιβάλει κυρώσεις στο VNIGNI και "δεν φαίνεται να παραβιάζει τις κυρώσεις της ΕΕ το γεγονός ότι μια ρωσική θυγατρική της SLB συνεργάζεται με τη Rosbank".

Η SLB αυξάνει επίσης το προσωπικό της στη Ρωσία. Η Global Witness αναφέρει ότι "το πρώτο τρίμηνο του 2024, η εταιρεία διοργάνωσε 19 εκθέσεις εργασίας σχεδόν όλες σε πανεπιστήμια - διπλάσιο ποσοστό από το α΄ τρίμηνο του 2023. "Η Μόσχα δεν κοιμάται ποτέ και η Schlumberger δεν χάνει ποτέ την ευκαιρία να συναντηθεί με φοιτητές!" ανέφερε η εταιρεία στον ρωσικό ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης VKontakte.

Οι ΗΠΑ και η ΕΕ έχουν θέσει ως προτεραιότητα τη σταθερότητα στην αγορά ενέργειας σε βάρος της υπονόμευσης της πολεμικής μηχανής του Πούτιν. Όπως αναγνώρισε το 2022 το Γραφείο Ελέγχου Ξένων Περιουσιακών Στοιχείων (OFAC) των ΗΠΑ, τμήμα του Υπουργείου Οικονομικών: "Ο ενεργειακός κλάδος της Ρωσικής Ομοσπονδίας δεν υφίσταται απόλυτες κυρώσεις. Απαγορεύσεις ή περιορισμοί ενδεχομένως ισχύουν για ορισμένες συναλλαγές που σχετίζονται με την ενέργεια". Όπως ορθά παρατηρεί η Global Witness, "μετά την εισβολή, η Δύση επέλεξε να δώσει προτεραιότητα στο να διατηρήσει το πετρέλαιο της Ρωσίας στην αγορά, έναντι πιο αποφασιστικών ενεργειών που θα προκαλούσαν μεγαλύτερη ζημιά στις εξαγωγές πετρελαίου και στα έσοδά της".

Στα τέλη του 2023, ένας αναλυτής επενδυτικής τράπεζας πήρε συνέντευξη από τον διευθύνοντα σύμβουλο της SLB, Olivier Le Peuch, και του ζήτησε να αναλύσει τα σχέδια της SLB για τις ρωσικές δραστηριότητες της εταιρείας. Ο Le Peuch απάντησε πολύ προσεκτικά, λέγοντας: "Αναμένουμε ότι οι ρωσικές δραστηριότητες θα μειωθούν πράγματι ως ποσοστό, αλλά δεν θα μηδενιστούν το 2024". Ο Le Peuch έσπευσε να τονίσει ότι η εταιρεία του "συνεχίζει να διασφαλίζει ότι η παρουσία μας σέβεται και δεν παραβιάζει τις διεθνείς κυρώσεις".

Ο Le Peuch βασίζεται στο γεγονός ότι ο κόσμος χρειάζεται το ρωσικό πετρέλαιο και ότι οι δυτικές κυβερνήσεις είναι πρόθυμες να κάνουν τα στραβά μάτια καθώς η SLB βοηθά τον Πούτιν να κρατήσει το πετρέλαιο στην αγορά. Η Οικονομική Σχολή του Κιέβου εκτιμά ότι η Μόσχα θα κερδίσει 178 δισ. δολάρια από τις πωλήσεις πετρελαίου φέτος, και ενδεχομένως μέχρι και 200 δισ. δολάρια το 2025. Λίγο λιγότερα από τα 218 δισ. δολάρια που κέρδισε η Ρωσία από το πετρέλαιο στο πρώτο έτος του πολέμου, όταν τα δυτικοευρωπαϊκά κράτη αγόραζαν ακόμη περίπου το 50% του ρωσικού πετρελαίου. Το ρωσικό αργό Urals διαπραγματευόταν στα 84 δολάρια το βαρέλι τον Οκτώβριο, αρκετά κοντά στη μέση τιμή των 90 δολ./βαρέλι που κόστιζε το Brent την ίδια περίοδο.

Ενώ οι δυτικές κυρώσεις έχουν ως στόχο να αποτρέψουν την εισαγωγή ρωσικού πετρελαίου στις δυτικές χώρες, πρόσφατα στοιχεία από το Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών (IIF) δείχνουν ότι η Κίνα, η Ινδία και η Τουρκία έχουν αυξήσει σημαντικά τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, μέρος του οποίου διοχετεύεται προς τις δυτικές αγορές.

Εάν οι ΗΠΑ και η ΕΕ επιθυμούν όντως να παραλύσουν τη ρωσική πολεμική μηχανή, πρέπει να επεκτείνουν τις κυρώσεις και να απαγορεύσουν ρητά στις εταιρείες παροχής υπηρεσιών πετρελαίου, όπως η SLB, να βοηθούν στη ρωσική παραγωγή πετρελαίου. Αυτή η ενέργεια θα είχε ένα πολύ πρακτικό αποτέλεσμα: να μειώσει τα έσοδα από το πετρέλαιο που είναι ζωτικής σημασίας για να συνεχίζει να χρηματοδοτεί ο Πούτιν τον πόλεμο στην Ουκρανία. 

 

*Πηγή: Forbes Greece