Η έλλειψη πρώτων υλών για την κατασκευή τσιπ είναι μόνο μία από τις αναπόφευκτες συνέπειες των αμερικανικών περιορισμών στις εξαγωγές τεχνολογίας προς την Κίνα. Η κλιμακούμενη εμπορική διαμάχη μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων -μέσω μιας σειράς ελέγχων των εξαγωγών, εταιρειών που μπαίνουν σε «μαύρη λίστα» και δασμών- έχει πολλές παράπλευρες απώλειες

Τα αντίποινα είναι οι πιο προφανείς. Οι περιορισμοί του Πεκίνου στις αποστολές γερμανίου και γαλλίου, που χρησιμοποιούνται για στρατιωτικά κιτ επικοινωνιών, καθώς και στην κατασκευή ημιαγωγών, σημαίνουν ότι οι δυτικοί κατασκευαστές πληρώνουν περισσότερα ή μένουν χωρίς αυτά. 

Έπειτα, η απαγόρευση εξαγωγής τεχνολογίας δίνει μεγαλύτερη ώθηση στην υπό απαγόρευση χώρα-στόχο να αναπτύξει τη δική της τεχνολογία. Η Huawei, ο κινεζικός τηλεπικοινωνιακός όμιλος που βρίσκεται εδώ και καιρό στο στόχαστρο της Ουάσινγκτον, συνεργάστηκε με την εγχώρια εταιρεία κατασκευής τσιπ SMIC για την παραγωγή του system-on-a-chip Kirin 9000S. Αιφνιδίασε τους Αμερικανούς αξιωματούχους όταν διάφορες ομάδες δοκιμών έδειξαν ότι οι επιδόσεις του κατατάσσονται δίπλα σε τσιπ ηλικίας ενός ή δύο ετών που παράγονται από την Qualcomm.

Δεν θα έπρεπε να είναι έτσι. Η βιομηχανική πολιτική του Πεκίνου «Made in China 2025» εμφανίστηκε πριν από σχεδόν μια δεκαετία και έθεσε μεγάλο μέρος των θεμελίων, συγκεντρώνοντας τεράστιες ποσότητες κρατικών κονδυλίων και ταλέντων στον τομέα του computer engineering.

Πάρτε τα πανεπιστήμια. Μόνο οι καινοτομίες από το Πανεπιστήμιο Tsinghua περιλαμβάνουν έναν επιταχυντή σωματιδίων, του οποίου η ηλεκτρονική δέσμη θα επιτρέψει τελικά την παραγωγή τσιπ δύο νανομέτρων σε μεγάλους όγκους.

Η άλλη όψη του νομίσματος είναι το πλήγμα στις πολυεθνικές που μένουν με περιορισμένη πρόσβαση στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Οι έλεγχοι των εξαγωγών μειώνουν τα έσοδα κατά 8,6% και κοστίζουν κατά μέσο όρο σε αμερικανούς προμηθευτές επηρεάζονται από τους ελέγχους 857 εκατ. δολάρια σε χαμένη κεφαλαιοποίηση στη χρηματιστηριακή αγορά, όπως εκτιμάται σε έκθεση της Reserve Bank της Νέας Υόρκης. Αθροιστικά, το ποσό αυτό ανέρχεται σε 130 δισ. δολάρια.

Οι χαμένες δραστηριότητες στην Κίνα, όπως διαπίστωσαν οι συντάκτες της έκθεσης, δεν αντικαθίστανται από το λεγόμενο friend-shoring ή άλλους νέους πελάτες. Οι πολυεθνικές εταιρείες επωμίζονται ένα επιπλέον βάρος από τις ΗΠΑ και την Κίνα που επιδιώκουν τεχνολογίες διπλής κατεύθυνσης: μια εξασθένηση των παγκόσμιων προτύπων.

Φυσικά, όλα αυτά προϋποθέτουν ότι οι έλεγχοι των εξαγωγών είναι αδιαπέραστοι. Αλλά οι φοιτητές, και άλλοι, αποδεικνύονται εξίσου ικανοί στο λαθρεμπόριο τσιπ τεχνητής νοημοσύνης. Η επιβολή φαίνεται να είναι αποσπασματική.

Οι εταιρείες μπορούν επίσης να πωλούν λιγότερο προηγμένα τσιπ που δεν δεσμεύονται από τους περιορισμούς. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η Nvidia θα βγάλει 12 δισ. στερλίνες στην Κίνα από τέτοιες πωλήσεις φέτος.

Η ίδια στρατηγική επέτρεψε στην ASML να συγκεντρώσει σχεδόν το ήμισυ των συνολικών καθαρών πωλήσεών της από την Κίνα το τελευταίο τρίμηνο - λιγότερο από 18 μήνες μετά τη μερική ανάκληση της άδειας για την αποστολή δύο συστημάτων λιθογραφίας από την ολλανδική κυβέρνηση (στμ. τα μικροτσίπ κατασκευάζονται με τη δημιουργία πολύπλοκων μοτίβων τρανζίστορ, στρώμα προς στρώμα, σε μια διπλής όψης επιφάνεια πυριτίου και τα συστήματα λιθογραφίας της ASML  είναι κεντρικά σε αυτή τη διαδικασία). 

Τα στοιχεία που δίνουν οι διαχειριστές εξοπλισμού των ΗΠΑ υποδηλώνουν μια παρόμοια ιστορία, τουλάχιστον προς το παρόν. Η Κίνα αντιπροσώπευε το 39% των πωλήσεων της Lam Research το τελευταίο τρίμηνο, από 26% πριν από ένα χρόνο· στην Applied Material το μερίδιο αυξήθηκε από 27% σε 32%.

Οι επενδυτές  ελπίζουν ότι αυτές οι εξελίξεις θα συνεχιστούν.

(πηγή: Financial Times - από euro2day.gr)