Μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες ζητούν φοροαπαλλαγές και άλλα ευεργετικά μέτρα. Μπορεί και πρέπει το Βερολίνο να βοηθήσει τις πιο εμβληματικές βιομηχανίες της χώρας;

"Auto-Gipfel" λέγεται το αντίδοτο, όταν η αυτοκινητοβιομηχανία στη Γερμανία αντιμετωπίζει προβλήματα. Πρόκειται για μία "σύνοδο κορυφής" με θέμα το αυτοκίνητο. Κορυφαίοι εκπρόσωποι της πολιτικής ηγεσίας και των μεγαλύτερων αυτοκινητοβιομηχανιών της χώρας συναντώνται γύρω από ένα στρογγυλό τραπέζι, αναζητώντας συναινετικές λύσεις στα προβλήματα. Που τον τελευταίο καιρό είναι συνήθως τα ίδια: από τη μία πλευρά η αύξηση του κόστους παραγωγής στη Γερμανία και γενικότερα στην Ευρώπη, από την άλλη πλευρά ο οξυμένος ανταγωνισμός της Κίνας, ιδιαίτερα στην ηλεκτροκίνηση.

Το παρών στη "σύνοδο κορυφής" της περασμένης Δευτέρας έδωσε ο αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ, ο οποίος πάντως ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχει λόγος για "βιαστικά συμπεράσματα" και σπασμωδικές αντιδράσεις. Ποια είναι όμως τα μέτρα υπό συζήτηση;

Νέες επιδοτήσεις για την ηλεκτροκίνηση;

Μία ιδέα είναι η επαναφορά της κρατικής επιδότησης για αγορά ηλεκτρικού αυτοκινήτου. Αυτή η επιχορήγηση είχε καθιερωθεί παλαιότερα και σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό επρόκειτο να διατηρηθεί ως το 2024, αλλά καταργήθηκε εσπευσμένα στα τέλη του 2023 λόγω της δημοσιονομικής κρίσης που προκάλεσε μία "μαύρη τρύπα" 60 δις ευρώ στον προϋπολογισμό, μετά από απόφαση του Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Καρλσρούης. 

Από το μέτρο της επιδότησης είχαν σαφώς επωφεληθεί οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες, ιδιαίτερα στο κομμάτι της ηλεκτροκίνησης, αλλά το ίδιο συνέβαινε και με τον ανταγωνισμό τους εκτός συνόρων. Γι αυτό, έπεσε πρόσφατα στο τραπέζι μία νέα ιδέα, την οποία ήδη εφαρμόζει η γειτονική Γαλλία: να συνυπολογίζεται στην επιδότηση το οικολογικό αποτύπωμα του οχήματος και ιδιαίτερα οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.

Οι Γάλλοι επιδοτούν την αγορά ηλεκτροκίνητου οχήματος μόνο σε περίπτωση που οι εκπομπές CO2 είναι λιγότερες από 14,75 τόνους. Με βάση τα σημερινά τεχνικά δεδομένα, αυτό το όριο "πιάνει" μόνο τα ηλεκτροκίνητα οχήματα κινεζικής κατασκευής.

"Απόσυρση" για κινητήρες εσωτερικής καύσης

Μία παραλλαγή του μέτρου θα ήταν η επιδότηση για την απόσυρση παλαιότερου οχήματος με κινητήρα εσωτερικής καύσης και την αντικατάστασή του με ηλεκτροκίνητο. Το μέτρο είχε θεσπιστεί για κάποιο διάστημα στη Γερμανία στην περίοδο της οικονομικής κρίσης, το 2009. 

Την ίδια στιγμή, ωστόσο, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία διαμαρτύρεται έντονα για τους οικολογικούς στόχους της ΕΕ, που προβλέπουν ότι από το 2035 δεν θα πωλούνται πλέον οχήματα με συμβατικό κινητήρα. Επιπλέον, επίκειται αυστηροποίηση των διατάξεων για τα όρια των επιτρεπόμενων ρύπων. 

Επιδοτήσεις και αλλοίωση του ανταγωνισμού

Η Volkswagen ήταν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές των επιδοτήσεων, καθώς αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα και απειλεί ακόμη και με "λουκέτο" σε εργοστάσιά της εντός συνόρων. Ωστόσο, όπως εκτιμά ο Μαρσέλ Φράτσερ, επικεφαλής του Ινστιτούτου της Γερμανικής Οικονομίας (DIW) στο Βερολίνο, τα μέτρα που έχει ανακοινώσει η Volkswagen είναι απαραίτητα.

"Το κράτος δεν πρέπει ούτε να αναμειγνύεται στις διαδικασίες εκσυγχρονισμού, ούτε και να κάνει το λάθος να παγιώνει απαρχαιωμένες δομές" αναφέρει ο Γερμανός οικονομολόγος στην DW. Ο ίδιος θεωρεί ότι "καλύτερα θα ήταν να εξασφαλιστεί σε σίγουρες θέσεις εργασίας ένα ποσοστό 90% των σημερινών εργαζομένων, παρά να τίθεται σε κίνδυνο η επιβίωση ενός ολόκληρου κλάδου". Συν τοις άλλοις, τονίζει ο Μαρσέλ Φράτσερ, η έλλειψη προοπτικής για το μέλλον είναι το αποτέλεσμα λανθασμένων επιλογών της ίδιας της επιχείρησης, για τις οποίες δεν ευθύνεται η πολιτική ηγεσία.

Από την άλλη πλευρά, επισημαίνει ο Γερμανός αναλυτής, είναι γεγονός ότι τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Κίνα επιδοτούν την αυτοκινητοβιομηχανία τους, κάτι που οδηγεί σε αλλοίωση του ανταγωνισμού. "Η πιο ορθή επιλογή για να αντιδράσει κανείς στις κινεζικές επιδοτήσεις είναι οι αντισταθμιστικοί δασμοί της ΕΕ", επισημαίνει.

BMW: "Χρειάζεται καλύτερο ρυθμιστικό πλαίσιο"

Η BMW, ένας ακόμη από τους "πρωταγωνιστές" του κλάδου, θεωρεί ότι αυτό που χρειάζεται δεν είναι ούτε επιδότηση, ούτε "πριμ απόσυρσης", αλλά "ένα καλύτερο και βιώσιμο ρυθμιστικό πλαίσιο" για τον καταναλωτή, που θα διευκολύνει την απόφασή του να επενδύσει στην ηλεκτροκίνηση. Για παράδειγμα, χρειάζονται περισσότεροι σταθμοί ανεφοδιασμού, ώστε οι οδηγοί να φορτίζουν τα οχήματά τους και μάλιστα σε προσιτές τιμές. "Διότι όταν το κόστος του ηλεκτρικού αυτοκινήτου είναι υψηλότερο από εκείνο του συμβατικού, τότε για πολλούς εκλείπει το κίνητρο να προτιμήσουν την ηλεκτροκίνηση" αναφέρει εκπρόσωπος της βαυαρικής αυτοκινητοβιομηχανίας στο Μόναχο.

"Κατανόηση" για την αυτοκινητοβιομηχανία;

Για το 2025 η Volkswagen απειλείται με πρόστιμα δισεκατομμυρίων, καθώς δεν έχει καταφέρει να τηρήσει τις προδιαγραφές της ΕΕ για τις εκπομπές ρύπων. "Η ηλεκτροκίνηση θα κυριαρχήσει, αλλά θα χρειαστεί περισσότερο χρόνο, γι αυτό πρέπει να προσαρμόσουμε στις επιταγές της πραγματικότητας τα φιλόδοξα όρια για τη μείωση του CO2 που έχουν τεθεί για το 2025, το 2030 και το 2035" υποστηρίζει ο επικεφαλής του Εποπτικού Συμβουλίου της Volkswagen Χανς Ντίτερ Πετς. "Διευκολύνσεις" στο χρονικό πλαίσιο για την τήρηση των στόχων έχει ζητήσει και ο επικεφαλής της Mercedes Όλα Κελένιους.

"Πρόκειται για αυθάδεια άνευ προηγουμένου" υποστηρίζει ο Σεμπάστιαν Μποκ, επικεφαλής του Συνδέσμου Trasnport & Environment (T&E), που προωθεί τον οικολογικό μετασχηματισμό στον κλάδο των μεταφορών. "Επί δύο χρόνια οι κατασκευαστές καταγράφουν κέρδη δισεκατομμυρίων" τονίζει ο Μποκ. "Είχαν ήδη αρκετό χρόνο να προετοιμαστούν για να τηρήσουν τον στόχο των εκπομπών CO2, ο οποίος άλλωστε τους έχει γνωστοποιηθεί από το 2019. Και τώρα απαιτούν από την ΕΕ να κηρύξει 'κατάσταση έκτακτης ανάγκης', ώστε να συνεχίσουν τις πωλήσεις ρυπογόνων οχημάτων".

Σύμφωνα με το Automotive News Europe, η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία καταγράφει κέρδη 130 δισεκατομμυρίων ευρώ στη διετία 2022/23. Επιπλέον, έχουν υποχωρήσει οι τιμές στα μέταλλα για την κατασκευή μπαταριών. Παρά ταύτα, η μέση τιμή για ένα ηλεκτροκίνητο όχημα στην Ευρώπη έχει αυξηθεί από το 2021 κατά 1/3, ενώ στην Κίνα έχει μειωθεί κατά το ήμισυ".

(από Deutsche Welle)