Τo αμυντικό δόγμα του Ισραήλ διαμορφώθηκε για πρώτη φορά το 1953 από τον τότε πρωθυπουργό Μπέν Γκουριόν και στηρίχθηκε σε τρεις πυλώνες: Αποτροπή (deterrence), έγκαιρη προειδοποίηση (early warning) και επιθετική ισχύς (offensive power). Έκτοτε κανένα επίσημο έγγραφο για την οικοδόμηση ενός συνολικού αμυντικού δόγματος δεν παρουσιάστηκε ολοκληρωμένα, πλην του εγγράφου με τίτλο “Στρατηγική των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων”, που συντάχθηκε κατ’ εντολή του Γκάντι Άιζενκοτ, τότε αρχηγό του Γενικού Επιτελείου. Το ανανεωμένο αμυντικό δόγμα του Ισραήλ επαναπροσδιορίζει την έννοια της αποτροπής, δίνοντας έμφαση στην διεξαγωγή σύνθετης εκστρατείας μεταξύ πολέμων, και προσθέτει έναν επιπλέον πυλώνα, αυτόν της άμυνας.
Tο Ισραήλ σύμφωνα με το αμυντικό δόγμα που δημοσίευσαν οι ισραηλινές αμυντικές δυνάμεις τον Αύγουστο 2015, εκλαμβάνει ως απειλή το Ιράν ως κράτος με το οποίο δεν διαθέτει κοινά σύνορα, τις Χεζμπολάχ και Χαμάς ως υποκρατικές οργανώσεις, τη Συρία και τον Λίβανο ως χώρες υπό κατάρρευση, καθώς και τις τρομοκρατικές οργανώσεις Παγκόσμια Τζιχάντ, Παλαιστινιακή Παγκόσμια Τζιχάντ, και Ισλαμικό Κράτος.
Το Ιράν εκλαμβάνεται ως απειλή για την εθνική ασφάλεια του Ισραήλ, με δεδομένο ότι η Τεχεράνη πληροί δύο βασικά κριτήρια που το καθιστούν αντίπαλη δύναμη. Πρώτον, το Ιράν αποτελεί χώρα με διακηρυγμένη θέση την καταστροφή του κράτους του Ισραήλ. Δεύτερον, η Τεχεράνη έχει επεκτείνει την επιρροή της στην Ανατολική Μεσόγειο χρησιμοποιώντας ως βάση τον Λίβανο και στηρίζοντας οικονομικά και υλικά το πολιτικό και στρατιωτικό σκέλος της σιιτικής οργάνωσης Χεζμπολάχ.
Προς αντιμετώπιση χωρών που συνιστούν απειλή για το κράτος του Ισραήλ αλλά δεν διαθέτουν κοινά σύνορα, εν προκειμένω το Ιράν, το ισραηλινό αμυντικό δόγμα προβλέπει την ανάπτυξη ικανοτήτων για τη διατήρηση του ποιοτικού πλεονεκτήματος μέσω της διαρκούς ετοιμότητας και της αποτροπής, με τη διεξαγωγή πολέμου στον κυβερνοχώρο. Αντιπροσωπευτική περίπτωση αποτελεί η επιθετική επιχείρηση στον κυβερνοχώρο που πραγματοποίησε το Ισραήλ το 2010 με τον ιό Stuxnet, που αναπτύχθηκε από κοινού με τις ΗΠΑ και στόχευσε στις ιρανικές εγκαταστάσεις εμπλουτισμού ουρανίου, καθυστερώντας σημαντικά το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Επίσης είναι αξιοσημείωτο ότι το Ισραήλ διαθέτει προηγμένες βαλλιστικές δυνατότητες. Και τούτο διότι είναι εξοπλισμένο με τους βαλλιστικoύς πυραύλους μικρού, μεσαίου και μέσου βεληνεκούς, όπως οι πύραυλοι Ιεριχώ μέγιστης εμβέλειας που φθάνει τα 4,800 χιλιόμετρα, και τους πυραύλους Δαλιδά και Λόρα, με βεληνεκές 250 και 280 χιλιομέτρων αντιστοίχως. Με απλά λόγια, το πυραυλικό σύστημα που διαθέτει το Ισραήλ είναι ικανό να πλήξει χώρες στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, όπως το Ιράν, οποτεδήποτε αυτό απαιτηθεί.
Αμυντικό Δόγμα Ιράν
Ο οκταετής ιρανοϊρακινός πόλεμος της περιόδου 1980-1988, ο Πρώτος και Δεύτερος Πόλεμος του Κόλπου το 1990 και 2003 αντιστοίχως, και η στρατιωτική αντιπαράθεση του Ισραήλ με τον Λίβανο το 2006 διαμόρφωσαν το νέο αμυντικό δόγμα του Ιράν. Σύμφωνα με αυτό, η αποτρεπτική ικανότητα του δεν εδράζεται στην αριθμητική υπεροχή των στρατιωτικών δυνάμεων που διαθέτει αλλά σε δύο βασικούς πυλώνες: Ο πρώτος πυλώνας αφορά στο ιρανικό βαλλιστικό και πυρηνικό πρόγραμμα, ενώ ο δεύτερος πυλώνας εστιάζει στην εμπέδωση ιρανικής επιρροής στην περιοχή μέσω πληρεξούσιων οργανώσεων (proxies).
Το ιρανικό βαλλιστικό πρόγραμμα έχει αναπτύξει διαφορετικές παραλλαγές πυραύλων με εμβέλεια που φθάνει χώρες της περιοχής, όπως το Ισραήλ. H πυραυλική σειρά Fattah συνιστά την ραχοκοκαλιά των υπερηχητικών βαλλιστικών πυραύλων, με τον Fattah-1 να αναπτύσσει ταχύτητες 16 έως και 18,5 χιλιάδων χιλιομέτρων/ώρα ξεπερνώντας πέντε φορές την ταχύτητα του ήχου. Ο Fattah-2 είναι ο πιο πρόσφατος υπερηχητικός πύραυλος, ο οποίος σύμφωνα με το Ιράν χτυπάει στόχους, χωρίς να ανιχνεύεται χρησιμοποιώντας προωθητικό πυραύλων υγρού καυσίμου.
Η ανάπτυξη πυραύλων εκ μέρους του Ιράν περιλαμβάνει επίσης τον βαλλιστικό πύραυλο Ghadr-110, με βεληνεκές 1,800 χιλιομέτρων, και τον Emad, ο οποίος επιφέρει χτυπήματα ακριβείας. Είχε προηγηθεί η πυραυλική σειρά Shahab, με τον Shahab-1 να έχει εμβέλεια 285-330 χιλιομέτρων, τον Shahab-2 να έχει εμβέλεια 500 χιλιομέτρων και τον Shahab-3 μεσαίου βεληνεκούς με εμβέλεια 1,300 χιλιομέτρων.
Ο δεύτερος πυλώνας αποτρεπτικής ισχύος του Ιράν συνίσταται στην ιρανική ένοπλη δράση στο εσωτερικών αραβικών χωρών μέσω πληρεξουσίων, όπως η σιιτική οργάνωση Χεζμπολλάχ στον Λίβανο και οι αντάρτες Χούθι στην Υεμένη. Το Ιράν έχει de facto επιλέξει ένα μοντέλο εχθροπραξιών φθοράς μέσω πληρεξουσίων με σκοπό να επιφέρει ήττα στο ψυχολογικό επίπεδο του αντιπάλου, προκαλώντας απροθυμία του τελευταίου να πολεμήσει. Επί της ουσίας, το Ιράν εφαρμόζει την περίφημο προωθητικό αμυντικό δόγμα (forward defense doctrine), συστατικά στοιχεία του οποίου αποτελούν η προβολή ισχύος και η αποτροπή των αντιπάλων πέρα από τα σύνορα του.
Η Παγίδα του Θουκυδίδη
Υπό τα δεδομένα, καθίσταται εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η ταυτοποίηση των ισορροπιών ισχύος, όπως αυτές αποτυπώνονται στη Μέση Ανατολή από το Ισραήλ και το Ιράν. Το Ισραήλ αναμφισβήτητα αποτελεί τη δεσπόζουσα-κυρίαρχη χώρα-δύναμη στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, ενώ το Ιράν συνιστά μία ανερχόμενη δύναμη, η οποία φιλοδοξεί να εδραιωθεί ως πόλος περιφερειακής ασφάλειας. Η εξελισσόμενη ένταση ανάμεσα στις δύο χώρες σε λεκτικό και σε επιχειρησιακό επίπεδο αποτυπώνει τις προθέσεις αφενός διατήρησης της πρωτοκαθεδρίας εκ μέρους του Ισραήλ και αφετέρου απόκτησης κυρίαρχης γεωπολιτικής θέσης εκ μέρους του Ιράν. Αυτές οι προθέσεις αυξάνουν την πιθανότητα οι δύο χώρες να οδηγηθούν στην περίφημη “Παγίδα του Θουκυδίδη”, όπως έχω αναφερθεί σε παλαιότερα άρθρα μου.
Η “Παγίδα του Θουκυδίδη” αποτελεί εννοιολογικό εργαλείο που θεμελίωσε ο Γκράχαμ Άλλισον, καθηγητής κυβερνητικής στο πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και πρώην υφυπουργός άμυνας των ΗΠΑ, προκειμένου να περιγράψει την εμπόλεμη κατάσταση στην οποία είναι δυνατό να οδηγήσει μία ανερχόμενη δύναμη στην προσπάθεια της να παραγκωνίσει μία κυρίαρχη δύναμη, χρησιμοποιώντας ως μοντέλο τον Πελοποννησιακό Πόλεμο που διεξήχθη την περίοδο 431-404 π.χ.
Ο Θουκυδίδης αποτύπωσε στο έργο του “Ιστορία” τη διατάραξη του status quo στο οποίο κυριαρχούσε η Σπάρτη από την ταχεία άνοδο μίας νέας δύναμης, της Αθήνας, η οποία προκάλεσε φόβο στη δεσπόζουσα χώρα της εποχής καθιστώντας την πολεμική αναμέτρηση αναπόφευκτη με τη διεξαγωγή του καταστροφικού Πελοποννησιακού Πολέμου.
Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, ο οποίος θεωρείται ως ο πρώτος αρχαίος παγκόσμιος πόλεμος με δεδομένο ότι διαμορφώθηκαν δύο αντίπαλα στρατόπεδα στα οποία εντάχθηκαν πόλεις-κράτη, οδήγησε στο τέλος της αθηναϊκής κυριαρχίας και την αποδυνάμωση της σπαρτιατικής ηγεμονίας. Με απλά λόγια, ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, ασχέτως από το γεγονός ότι επικράτησαν οι Σπαρτιάτες, κατέληξε επί της ουσίας σε μία κατάσταση όπου υπήρξαν μόνο χαμένοι (lose-lose situation).
Με το όπλο παρά πόδας Ισραήλ-Ιράν
Με ποιο τρόπο όμως δύναται να υλοποιηθεί η “Παγίδα του Θουκυδίδη” στη σημερινή Μέση Ανατολή; Μεταφέροντας την “Παγίδα του Θουκυδίδη” στο μεσανατολικό πεδίο, η ανερχόμενη δύναμη, εν προκειμένω το Ιράν, στην προσπάθεια του να εκθρονίσει την δεσπόζουσα χώρα-δύναμη, δηλαδή το Ισραήλ, διαταράσσει το υφιστάμενο status-quo στηριζόμενο στους προαναφερθέντες πυλώνες αποτρεπτικής ισχύος.
Από τον Πρώτο Πόλεμο στον Κόλπο το 1990 μέχρι και σήμερα, το Ιράν εδραίωσε μεθοδικά την πολιτική και στρατιωτική επιρροή του στο Ιράκ, τον Λίβανο, τη Συρία και την Υεμένη κατ’ εφαρμογή μίας στρατηγικής που αποσκοπεί στη δημιουργία μίας “ιρανικής εποχής” στη Μέση Ανατολή, εκμεταλλευόμενο τις σεχταριστικές εντάσεις σε γειτονικές χώρες. Με δεδομένο ότι η Μέση Ανατολή κυριαρχείται από σουνιτικά ισλαμικά δόγματα, το Ιράν ως ο κύριος εκπρόσωπος του σιιτικού Ισλάμ επιδιώκει να ξεπεράσει την προφανή ιρανοαραβική θρησκευτική αντιπαλότητα χρησιμοποιώντας ως εργαλείο την δήθεν πανισλαμική ενότητα, τον αντισιωνισμό, τον αντιαμερικανισμό και τη συστηματική υπονόμευση μοναρχικών κυβερνήσεων της περιοχής. Υπό το συγκεκριμένο πρίσμα άλλωστε εξηγείται η ιρανική εκμετάλλευση του παλαιστινιακού ζητήματος, η υλικοτεχνική στήριξη που παρέχει σε οργανώσεις όπως οι Χεζμπολλάχ και Χούθι, και η διατήρηση ιρανικών στρατιωτικών βάσεων επί συριακού και ιρακινού εδάφους.
Η ευθεία ένταση ανάμεσα σε Ιράν και Ισραήλ εκδηλώθηκε πολεμικά τον Απρίλιο 2024 όταν η Τεχεράνη προέβη σε επιχείρηση εναντίον του Ισραήλ με χρήση βαλλιστικών πυραύλων και επιθετικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών ως αντίποινα για τη δολοφονία του πολιτικού ηγέτη της Χαμάς, Ισμαήλ Χανίγιε, στην Τεχεράνη και του ανώτατου στρατιωτικού διοικητή της Χεζμπολάχ, Φουάντ Σουκρ, στη Βηρυτό.
Συνεχίστηκε δε με την πρόσφατη εκτόξευση περίπου 200 ιρανικών βαλλιστικών πυραύλων σε βάρος του Ισραήλ ως αντίποινα για τη δολοφονία του ηγέτη της Χεζμπολλάχ, Χάσαν Νασράλλα. Οι δύο αυτές ιρανικές επιθέσεις σηματοδοτούν την ποιοτική αλλαγή στην πολεμική αντιπαλότητα μεταξύ των δύο χωρών, που μέχρι πρότινος διεξάγονταν κατά βάση μέσω πληρεξουσίων, καθώς στοχοποιήθηκαν – μεταξύ άλλων – αεροπορικές βάσεις των ισραηλινών αμυντικών δυνάμεων.
Σύμφωνα με την “Παγίδα του Θουκυδίδη”, η εν λόγω ποιοτική αλλαγή εκ μέρους του Ιράν αποδεικνύει ότι η ηγεμονική διάθεση του αυξάνει τις πιθανότητες να πεισθεί το Ισραήλ ότι πρέπει να διεξάγει ευρείας έκτασης πόλεμο προκειμένου να αντιμετωπισθεί η ιρανική επεκτατικότητα. Επί της ουσίας, το Ιράν ως ανερχόμενη δύναμη προκαλεί εγγενή αστάθεια κατά την πρόκληση του Ισραήλ ως δεσπόζουσας-κυρίαρχης χώρας στην Μέση Ανατολή.
Το στοίχημα το οποίο καλείται να κερδίσει το Ισραήλ σύμφωνα με την “Παγίδα του Θουκυδίδη” ως κυρίαρχη χώρα είναι η αποφυγή αισθήματος ανασφάλειας το οποίο δύναται να οδηγήσει σε μία γενικευμένη πολεμική αναμέτρηση με πιθανά καταστροφικά αποτελέσματα τόσο για τις δύο χώρες όσο και την ευρύτερη περιοχή. Αυτό βεβαίως που απομένει να αποδειχθεί στην πράξη είναι κατά πόσο η συλλογιστική της “Παγίδας του Θουκυδίδη” θα επαληθευτεί για μία ακόμη φορά σε μία σύγχρονη σύγκρουση.
*Από slpress.gr