Η Χαντέ Φιράτ, αρθρογράφος της τουρκικής εφημερίδας μεγάλης κυκλοφορίας Hurriyet, που θεωρείται έγκυρη και έχει επαφή με τον Ερντογάν και την ηγεσία του τουρκικού υπουργείο Εξωτερικών, αναφέρει ότι “διπλωματικές πηγές” εντάσσουν στο πακέτο «σχηματισμούς γεωγραφικούς που δεν έχει οριστεί η κυριαρχία τους» (δηλαδή βραχονησίδες) αλλά και την αποστρατιωτικοποίηση. Εντάσσει στα θέματα ακόμα και τη μουσουλμανική μειονότητα.
Η Φιράτ, που είναι επικεφαλής του πολιτικού ρεπορτάζ στην Hurriyet, αρχικά αναρωτιέται αν πρέπει οι Τούρκοι να μαθαίνουν τις εξελίξεις στα διμερή θέματα από ελληνικά ΜΜΕ και αναφέρεται στις αντιδράσεις Τούρκων πολιτικών για όσα είπε σε πρόσφατη συνέντευξή του στην “Καθημερινή” ο Γιώργος Γεραπετρίτης.
Αναφέρει ότι αφού ο κ. Γεραπετρίτης λέει ότι οι κόκκινες γραμμές της Ελλάδας δεν έχουν μετατοπιστεί, συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο διάλογος γίνεται επειδή έχουν μετατοπιστεί οι αντίστοιχες τουρκικές. Είναι έτσι; θέτει το μάλλον ρητορικό ερώτημα.
Η απάντηση της Τουρκίας
Και συνεχίζει: «Ζήτησα από ανώτερες διπλωματικές πηγές τις απαντήσεις σε πολλά ερωτήματα που γεννά αυτή η συνέντευξη. Λέγοντας ότι υπάρχει πολιτική βούληση και από τις δύο πλευρές για συνέχιση του διαλόγου, ας περάσουμε στους λόγους έναρξης αυτών των συνομιλιών και στις θέσεις της Τουρκίας. Τα σημεία που υπογράμμισαν υψηλόβαθμες διπλωματικές πηγές είναι τα εξής:
»Πρώτον, οι τουρκικές και οι ελληνικές αρχές πρέπει να συνεργαστούν για την ενίσχυση της σταθερότητας και της ειρήνης στην περιοχή. Υπάρχουν θέματα για τα οποία οι δύο χώρες δεν συμφωνούν, αλλά ο αριθμός των θεμάτων που μπορούν να συμφωνηθούν δεν είναι μικρός.
»Δεύτερον, δεν υπάρχει αλλαγή στις θέσεις των δύο χωρών για τα θέματα του Αιγαίου. Για την Τουρκία δεν είναι δυνατόν να περιοριστούν οι συγκρούσεις στο Αιγαίο σε ένα μόνο θέμα. Η συντριπτική πλειονότητα των θαλάσσιων και αεροπορικών ζητημάτων είναι νομικά διασυνδεδεμένες. Είναι νομική απαίτηση να αντιμετωπιστούν αυτά τα ζητήματα από κοινού.
»Τρίτον, στόχος της Άγκυρας είναι να μην αφήσει άλυτα ζητήματα που μπορεί να δημιουργήσουν εν συνεχεία ένταση και κρίσεις, καθώς στόχος του διαλόγου είναι να επιτευχθεί μια μόνιμη ηρεμία στις σχέσεις. Η Άγκυρα επιθυμεί μια μόνιμη, συνολική και δίκαιη λύση σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο σε διαφορές όπως για τα χωρικά ύδατα και το εύρος του εναέριου χώρου, για τους γεωγραφικούς σχηματισμούς που δεν έχουν καθοριστεί κυριαρχικά, για το στρατιωτικό καθεστώς των νησιών και τη διαχείριση του FIR. Αν δεν δοθεί λύση διαπραγματευτική σε αυτά διμερώς, η Άγκυρα σκέφτεται να τα πάει όλα στη διεθνή δικαιοδοσία.
»Υπάρχει και το θέμα των μειονοτήτων. Η Άγκυρα γνωρίζει ότι η Ελλάδα τείνει να παρουσιάζει το ζήτημα ως ένα διεθνές ζήτημα θρησκευτικής ελευθερίας ή ανθρωπίνων δικαιωμάτων που απασχολεί τη διεθνή κοινότητα. Θα γράψω όμως τις απόψεις ανώτερων διπλωματικών πηγών σε αυτό το θέμα: Δεν είναι δυνατόν η Άγκυρα να δεχτεί μια συνεννόηση του τύπου “Η ελληνική μειονότητα είναι υπόθεση της διεθνούς κοινότητας, ενώ η τουρκική μειονότητα της Δυτικής Θράκης είναι μόνο εσωτερικό ζήτημα της Ελλάδας”.
Τι ζήταει η Άγκυρα
»Η Ελλάδα πρέπει να σταματήσει τις προσπάθειές της να αρνείται την εθνική ταυτότητα της τουρκικής μειονότητας, να μην αναγνωρίζει τους εκλεγμένους θρησκευτικούς ηγέτες της, να περιορίζει ουσιαστικά τις δυνατότητες εκπαίδευσης, να υποσκάπτει τα μειονοτικά θεμέλια, εν ολίγοις, να εκφοβίζει την τουρκική μειονότητα. Όπως η Τουρκία βλέπει την ελληνική μειονότητα ως πλούτο και γέφυρα φιλίας μεταξύ των δύο χωρών, η προσδοκία είναι ότι η τουρκική μειονότητα θα αντιμετωπιστεί με τον ίδιο τρόπο από την Ελλάδα.
»Η Ελλάδα θα πρέπει επίσης να αναθεωρήσει την προσέγγισή της για τους συμπατριώτες μας που δεν καλύπτονται από τη Συνθήκη της Λωζάνης. Όσοι κατοικούν σε Θεσσαλονίκη, Ρόδο και Κω δεν εμπίπτουν στο μειονοτικό πλαίσιο που ορίζει η Συνθήκη της Λωζάνης. Απαίτηση της Άγκυρας είναι η ελληνική Πολιτεία να λάβει μέτρα προς αυτούς στη βάση των οικουμενικών αξιών και σύμφωνα με τα ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα».
Υπενθυμίζεται πως ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών, πριν από πέντε μέρες σε συνέντευξή του είχε δηλώσει ότι οι δύο υπουργοί Εξωτερικών, Ελλάδας και Τουρκίας, έχουν λάβει εντολή να αξιολογήσουν αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για να προχωρήσουν στην ουσιαστική συζήτηση για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. «Εάν οι προϋποθέσεις συνδέονται με το περιεχόμενο της συζήτησης, που μπορεί να αφορά μόνο το συγκεκριμένο ζήτημα, τις γενικές αρχές που θα εφαρμοσθούν για την οριοθέτηση, ήτοι την πλήρη εφαρμογή του διεθνούς δικαίου, το χρονοδιάγραμμα και τη μορφή του διαλόγου και την τυχόν παραπομπή σε διεθνή δικαιοδοσία, που θα μπορούσε να είναι το τέλος αυτής της διαδρομής στη βάση συνυποσχετικού».
Πηγή: Hurryiet
(από slpress.gr)