Τα πορίσματα της έκθεσης – αναφοράς του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας παρουσίασε ο επικεφαλής του, Φατίχ Μπιρόλ.
Όπως αναφέρει σε δημοσίευμά της η εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», το World Energy Outlook 2024 προβλέπει πως την επόμενη πενταετία οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου θα είναι χαμηλότερες, με την εικόνα της παγκόσμιας αγοράς ενέργειας να είναι αντίθετη από εκείνη της ενεργειακής κρίσης των τελευταίων δυόμισι ετών.
Κατά την παρουσίαση της έκθεσης, ο κ. Μπιρόλ, τόνισε πως, μέσα στο δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας, που διανύουμε θα αυξηθεί η προσφορά υδρογονανθράκων εφόσον οι δύο πόλεμοι στη Μέση Ανατολή και στην Ουκρανία δεν ανατρέψουν τις σημερινές τάσεις της παγκόσμιας αγοράς. Οπως τονίζει ο ΙΕΑ, η προσφορά πετρελαίου αυξάνεται διαρκώς από τις ΗΠΑ, τη Βραζιλία, τον Καναδά αλλά και από τη Γουιάνα, ενώ την ίδια στιγμή αναδύεται ένα «κύμα» από νέα σχέδια υγροποιημένου φυσικού αερίου LNG. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, μέχρι το 2030 θα έχουν προστεθεί σχέδια LNG με παραγωγική δυνατότητα περίπου 270 δισ. κ.μ. του καυσίμου και στο μεταξύ θα υπάρχει πλεόνασμα παραγωγής ορισμένων τεχνολογιών καθαρών μορφών ενέργειας όπως τα φωτοβολταϊκά.
Συνοψίζοντας ο κ. Μπιρόλ υπογράμμισε πως «με αυτές τις εξελίξεις θα μεταβούμε σε μια παγκόσμια κατάσταση που ως προς την ενέργεια θα είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη της πρόσφατης ενεργειακής κρίσης», με τις τιμές της ενέργειας να υποχωρούν. Τις εκτιμήσεις του Οργανισμού τείνουν να επιβεβαιώνουν οι τελευταίες εξελίξεις στην παγκόσμια αγορά, δεδομένου ότι οι τιμές των προθεσμιακών συμβολαίων αργού έχουν ήδη υποχωρήσει κατά 20% σε σύγκριση με τα υψηλότερα επίπεδα του έτους και βρίσκονται κάτω από τα 75 δολ. το βαρέλι παρά τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή. Σύμφωνα, πάντως, με τον ΙΕΑ, είναι πιθανόν οι τιμές του αργού να παραμείνουν σε επίπεδα ανάμεσα στα 75 και τα 80 δολ. το βαρέλι, αλλά μόνον αν ο ΟΠΕΚ και οι σύμμαχοί του μειώσουν περαιτέρω την παραγωγή τους.
Σε ό,τι αφορά τα προθεσμιακά συμβόλαια φυσικού αερίου, που τον Αύγουστο του 2022 εν τω μέσω της ενεργειακής κρίσης είχαν εκτοξευθεί στα 339 ευρώ η μεγαβατώρα, υποχώρησαν χθες κατά 1% στα 39,43 ευρώ αλλά παραμένουν προς το παρόν σε επίπεδα υψηλότερα από τα προ πανδημίας. Σημειωτέον ότι ο ΟΠΕΚ και οι σύμμαχοί του έχουν πλεόνασμα παραγωγικής δυνατότητας της τάξης των 6 εκατ. βαρελιών την ημέρα, τα οποία δεν διαθέτουν όμως στην παγκόσμια αγορά καθώς έχουν προχωρήσει σε αλλεπάλληλες μειώσεις της παραγωγής τους.
Παράλληλα με την αυξημένη προσφορά υδρογονανθράκων, ο ΙΕΑ προβλέπει πως θα μειωθεί η ζήτηση για ορυκτά καύσιμα, ενώ θα επιταχύνεται η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας κυρίως από την Κίνα. Οπως τονίζει ο ΙΕΑ, στη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε με ρυθμό διπλάσιο από εκείνον με τον οποίο έχει αυξηθεί η ζήτηση για ενέργεια και εξαιτίας της κατανάλωσης στην Κίνα θα αυξηθεί έξι φορές περισσότερο μέσα στα επόμενα 10 χρόνια. Στο μεταξύ, τα ηλεκτροκίνητα οχήματα θα αντιπροσωπεύουν το 50% των πωλήσεων καινούργιων αυτοκινήτων το 2030, σημειώνοντας σημαντική αύξηση από το ποσοστό του 20% που αντιπροσωπεύουν σήμερα. Οπως τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Μπιρόλ, «στην ιστορία της ενέργειας έχει προηγηθεί η Εποχή του Ανθρακα και η Εποχή του Πετρελαίου, αλλά τώρα οδεύουμε ολοταχώς στην Εποχή του Ηλεκτρισμού».
Ο ΙΕΑ ζητάει, άλλωστε, να επισπευσθεί η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια όχι μόνο για να αντιμετωπισθεί η εντεινόμενη κλιματική κρίση, αλλά και για να διασφαλισθεί σε παγκόσμιο επίπεδο η επάρκεια ενέργειας μετά την ενεργειακή ανασφάλεια που έχουν προκαλέσει οι γεωπολιτικές εντάσεις. Οπως προειδοποιεί ο Οργανισμός, δεν βρισκόμαστε ακόμη κοντά στην επίτευξη των στόχων μας για την προστασία του περιβάλλοντος και μέχρι το τέλος του αιώνα που διανύουμε οι θερμοκρασίες αναμένεται να έχουν αυξηθεί κατά 2,4 βαθμούς Κελσίου πάνω από τα επίπεδα προ της βιομηχανικής επανάστασης όταν ο στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού μιλούσε για περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας μόνο κατά 1,5 βαθμό Κελσίου. Οπως επισημαίνουν, πάντως, παράγοντες της αγοράς, ορισμένες από τις εκτιμήσεις του ΙΕΑ σχετικά με τη μείωση της ζήτησης για πετρέλαιο τείνουν να δικαιωθούν, αλλά αρκετές φορές στο παρελθόν οι προβλέψεις της έχουν αποδειχθεί άστοχες. Για παράδειγμα, πριν από μια δεκαετία είχε προβλέψει πως θα στερέψει η προσφορά ενέργειας, ενώ με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία προέβλεψε πως η παραγωγή ρωσικού πετρελαίου θα καταρρεύσει.