λειτουργήσει αποτελεσματικά και στην περίπτωση της Ρωσίας. «Καθόσον αφορά στη Δύση, η δαιμονοποίηση του Βλαντιμίρ Πούτιν δεν αποτελεί πολιτική, αλλά άλλοθι για την ανυπαρξία πολιτικής», έγραφε περί του Ουκρανικού o Χένρι Κίσινγκερ τον Μάιο του 2014, σε άρθρο του στη Wall Street Journal. Και από μιαν άποψη δεν είχε άδικο. Είναι αλήθεια, βεβαίως, ότι ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ αναθεώρησε εκ βάθρων τη στάση του προκατόχου του, Τζο Μπάιντεν, έναντι της Ρωσίας και επιχειρεί να οικοδομήσει νέα σχέση με τη Μόσχα. Καλή η πρόθεση ενδεχομένως, αλλά το θέμα είναι ότι η Ουκρανία κατέστη παλαιόθεν «μήλον της Εριδος» της Δύσεως με την Ανατολή.
Στις διαπραγματεύσεις που διεξάγονταν μεταξύ των κεντρικών δυνάμεων και των μπολσεβίκων τον Φεβρουάριο του 1918, στο Μπρεστ-Λιτόφσκ, το ζήτημα της Ουκρανίας υπήρξε θέμα μείζονος αντιπαραθέσεως της Αυτοκρατορικής Γερμανίας και των μπολσεβίκων. Το ουσιαστικότερο, ωστόσο, είναι ότι στα χρόνια εκείνα η σοσιαλιστική ουκρανική Ράντα συνετάχθη με την πλευρά του Κάιζερ Γουλιέλμου Β΄. Υπό τελείως διαφορετικές συνθήκες το δίλημμα περί του πού ανήκει η Ουκρανία επανήλθε το 2004 με την «Πορτοκαλί Επανάσταση» της Γιούλια Τιμοσένκο.
Το 2014, ο Χ. Κίσινγκερ πίστευε πως «προκειμένου να επιβιώσει και να ευημερήσει η Ουκρανία, δεν έπρεπε να λειτουργήσει ως προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσεως ή της Ανατολής, αλλά ως γέφυρα μεταξύ των δύο». Η ευκαιρία αυτή –εάν ποτέ υπήρξε– έχει χαθεί. Τους όρους του οριστικού διαμελισμού της Ουκρανίας διαπραγματεύονται η Ουάσιγκτον και η Μόσχα.
*Από kathimerini.gr