Η Εθνική Εταιρεία Πετρελαίου της Λιβύης (NOC), ανακοίνωσε διαγωνισμό σε υπεράκτιες θαλάσσιες περιοχές, σε οικόπεδα της λιβυκής ΑΟΖ, που αποδέχεται τη μέση χάραξη των θαλάσσιων συνόρων με την Ελλάδα. Η κίνηση είναι σημαντική καθώς ακυρώνει στην πράξη το τουρκολιβυκό μνημόνιο του 2019, που θέλησε να επιβάλει η Άγκυρα  και επαναφέρει τη χώρα της βόρειας Αφρικής στο δρόμο του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας. Η ελληνική κυβέρνηση ύστερα από μια περίοδο σιωπής κατά την οποία 

έδωσε δικαίωμα να της ασκηθεί σκληρή κριτική προτίθεται, σύμφωνα με συγκλίνουσες πληροφορίες, να επαννεκινήσει, πιθανώς εντός Απριλίου, τις έρευνες για την πόντιση του καλωδίου με την Κύπρο. Είχε προηγηθεί το «πάγωμα» των πληρωμών από τον ΑΔΜΗΕ, προς την γαλλική Nexans που κατασκευάζει το καλώδιο, υπό τη σκιά της τουρκικής φοβέρας στο Αιγαίο. 

Η Chevron εκδηλώνει πρόσθετο ενδιαφέρον για έρευνες υδρογονανθράκων στα θαλάσσια οικόπεδα Νότια Κρήτη Ι και Νότια Κρήτη Ι (είχαν οριοθετηθεί με την προκήρυξη του διεθνούς διαγωνισμού το 2014) που η ελληνική Πολιτεία είχε «ξεχάσει» να επαναπροκηρύξει και επέτρεψε, με την αβελτηρία της, στην Άγκυρα να απλώσει τον ιστό των διεκδικήσεών της στην περιοχή. Η κίνηση ακυρώνει, ντε φάκτο, τις διεκδικήσεις της Άγκυρας στην περιοχή μας. Αυτές είναι οι τρεις εξελίξεις που κυριαρχούν το τελευταίο χρονικό διάστημα στην ενεργειακή και γεωπολιτική ειδησεογραφία. 

Τί συνέβη όμως για να φθάσουμε από το στρίμωγμα στα σκοινιά, που βρισκόμασταν τα προηγούμενα έτη, σε μια (διαφαινόμενα) μεγάλη νίκη στα σημεία, απέναντι στην Τουρκία; 

Η πολιτική που ευαγγελίζεται η νέα αμερικανική ηγεσία υπό τον Ντόναλντ Τραμπ και εστιάζει στην συνέχιση της έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων για στρατηγικούς και οικονομικούς λόγους (ενεργειακή ασφάλεια, αύξηση ΑΕΠ, δημιουργία επιχειρηματικών υπεραξιών και χαμηλότερες τιμές στα υγρά καύσιμα) αποτελεί το πρώτο συστατικό αυτής της εντυπωσιακής και εκπληκτικής μεταστροφής των συνθηκών υπέρ της Ελλάδας. 

Ύστερα, υπάρχει και το Ισραήλ. Ισχυρός “παίκτης” στην ευρύτερη περιοχή μας και αντίπαλο δέος για τον τουρκικό αναθεωρητικό επεκτατισμό, έχει συνταχθεί –αν όχι καθοδηγεί – με τα συμφέροντα Ελλάδας-Κύπρου στον στρατηγικό τομέα της ενέργειας (ηλεκτρικές διασυνδέσεις, και αγωγούς φυσικού αερίου). 

Μια τέτοια δύναμη, δεν θα απεμπολούσε τα συμφέροντά της στην Ανατολική Μεσόγειο επειδή την τρομάζει το bulling της Άγκυρας. 

Tην τριμερή συμμαχία, στην οποία εντάσσεται αυτοδικαίως η Αίγυπτος, στηρίζει έμπρακτα ο Λευκός Οίκος, από την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ.        

Θυμόμαστε τον Απρίλιο του 2021 όταν ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας είχε πει το αμίμητο, δηλαδή ότι η Ελλάδα δεν θα γίνει ποτέ χώρα παραγωγής υδρογονανθράκων και δεν θα αρχίσει να σκάβει το βυθό της Μεσογείου, οι εταιρείες (ΕΛΠΕ και Total) αποχωρούσαν κακήν κακώς από τις παραχωρήσεις που τους είχαν δοθεί, ενώ ο πρωθυπουργός δήλωνε σε όλους τους τόνους ότι η πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης είναι στραμμένη αποκλειστικά στην ανάπτυξη της καθαρής ενέργειας (δείτε παλαιότερο άρθρο στο energia.gr εδώ)

Τί άλλαξε και αλλάξαμε κι εμείς μαζί του; 

Το να ισχυριστεί κανείς ότι η κυβέρνηση δεν έχει πράξει απολύτως τίποτε προς αυτή την κατεύθυνση και πως όλα οφείλονται στους από μηχανής θεούς του τίτλου, δεν θα απείχε από την πραγματικότητα αλλά και δεν θα ήταν απολύτως δίκαιο. 

Προφανώς, ο πρωθυπουργός επέτρεψε με την στάση του να του ασκηθεί κριτική στα όρια της υστερίας από όλο το πλέγμα της αντιπολίτευσης, είναι όμως τώρα φανερό ότι εκμεταλλεύτηκε αυτό το χρονικό διάστημα για να κάνει το αυτονόητο: να διευρύνει και να εδραιώσει τον κύκλο των στρατηγικών συμμάχων της χώρας. 

Όσον αφορά στο πρώτο σκέλος με τις θετικές εξελίξεις, το ενδιαφέρον της Chevron (χωρίς να λησμονούμε ότι πιο…δίπλα υπάρχει και η ExxonMobil) η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται επιτέλους να “στρίβει” όπως λέμε στην καθομιλουμένη και να αποδέχεται τα όσα επιτάσσει ο κοινός νους. 

Δεν πας ξυπόλυτος στα «πράσινα» αγκάθια. Η εμπειρία των τελευταίων χρόνων, ιδίως μετά  την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, το έκανε σαφές. 

Χρειάζεσαι ισορροπία και συμπερίληψη. 

Το είπε θαυμάσια ο επικεφαλής της ΕΔΕΥΕΠ, Αριστοφάνης Στεφάτος ο οποίος μετά τη συμμετοχή του στο συνέδριο CERAWeek στις ΗΠΑ, αναφέρθηκε στο διεθνές κλίμα όσον αφορά στον τομέα της έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων για να πει ότι τα μηνύματα που στέλνει η αγορά είναι ότι η ενεργειακή ασφάλεια απαιτεί ενεργειακή διαφοροποίηση. 

Πρόσθεσε ακόμη ότι αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι έχει γίνει σημαντική αποεπένδυση στον κλάδο, κάτι που θέτει σε κίνδυνο την κάλυψη της ζήτησης και τόνισε ότι απαιτούνται επενδύσεις τα επόμενα χρόνια καθώς εάν προκύψουν κενά στην τροφοδοσία, θα υπάρξει νέος γύρος ενεργειακών κρίσεων. 

Είπε όμως και κάτι άλλο, εξίσου πολύ σημαντικό. Δηλαδή, ότι η AI τείνει να ανατρέψει τις προσπάθειες που καταβάλλονται για μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, καθώς οι νέες εφαρμογές είναι βέβαιο ότι θα αυξήσουν τη ζήτηση. 

Αυτές οι παραδοχές τείνουν να μεταστρέψουν σε «φληναφήματα» τα όσα προωθούσε με ζήλο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι διεθνείς συνοδοιπόροι της όλα τα προηγούμενα χρόνια, και αφορούσαν στην “μονοκαλλιέργεια» των ΑΠΕ, στον σταδιακό εξοβελισμό του φυσικού αερίου από το μείγμα ηλεκτροπαραγωγής και στον εξηλεκτρισμό της οικονομίας.  

Ασφαλώς όλα τούτα αποτελούν το μέλλον και δεν πρέπει να εγκαταλειφθούν, κατά πρώτον επειδή θα συνεισφέρουν στην εξοικονόμηση ενέργειας και των φυσικών πόρων και κατά δεύτερον, στην αποφυγή μιας υπέρμετρης μόλυνσης του αέρα και του περιβάλλοντος. Όφειλαν όμως οι ηγεσίες των λαών να τα προωθήσουν με μέτρο και με γνώμονα το όφελος της κοινωνίας των πολιτών, κάτι που δεν συμβαίνει σήμερα, με τις επίμονα αυξημένες τιμές της ενέργειας. 

Όσον αφορά στο δεύτερο σκέλος των θετικών εξελίξεων, η ελληνική κυβέρνηση που αισθάνεται ότι απειλείται και εκβιάζεται σε σχέση με τις τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, χρειαζόταν να αφήσει τα πράγματα να τρέξουν στο δικό τους ρυθμό και να μη «βαρέσει γροθιά στο μαχαίρι.» 

Και ο χρόνος αυτός μοιάζει να κύλισε υπέρ της.      

Η ανακοίνωση από τον πρωθυπουργό ότι ξεκινά εντός του Απριλίου η έρευνα για την πόντιση του ηλεκτρικού καλωδίου με την Κύπρο, πέραν των έξι μιλίων, σημαίνει ότι η κυβέρνηση έλαβε ισχυρές διαβεβαιώσεις στήριξης στο ζήτημα, τέτοιες που να απονευρώνουν σε μεγάλο βαθμό την τουρκική απαίτηση.   

Ισραήλ και Γαλλία, η κάθε μία για τους δικούς της λόγους και συμφέροντα, συγκλίνουν με τις ελληνικούς (και κυπριακούς) σχεδιασμούς. 

Έτσι έχει εξασφαλιστεί ότι στην περιοχή της Κάσου και της Καρπάθου θα υπάρχει “διακριτική” γαλλική ναυτική παρουσία, που θα λειτουργήσει ως ασπίδα προστασίας των συμφερόντων του Παρισιού, ενώ είναι δεδομένη και η πλήρης στήριξη από το Τελ Αβίβ. 

Αν αναλογιστούμε ότι ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι έχει λάβει αντίστοιχη υποστήριξη και από τις Βρυξέλλες, τότε θα πρέπει να αναμένουμε ότι το έργο θα συνεχιστεί. 

Όσον αφορά στο τρίτο σκέλος, δηλαδή, το ενδιαφέρον από τις κυρίαρχες αμερικανικές εταιρείες του κλάδου, για την έρευνα και εκμετάλλευση δυνητικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στον ελληνικό υποθαλάσσιο χώρο, είναι σαφές ότι απηχεί το «drill, baby drill» του Ντόναλντ Τραμπ, με όλες τις θετικές επιπτώσεις για την ενεργειακή και γεωπολιτική ασφάλεια της χώρας μας.      

Στο σημείο αυτό, θα παρεμβάλλουμε και μια τέταρτη παράμετρο που δεν υπαγορεύεται από τις εξελίξεις που προαναφέραμε και αφορά στο ζήτημα της απολιγνιτοποίησης και στην μετατροπή μιας από τις πιο σύγχρονες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με λιγνίτη, στην Ευρώπη, την «Πτολεμαΐδα 5» σε μονάδα καύσης φυσικού αερίου. 

Θεωρούμε ότι πρόκειται για μια εξέλιξη τύπου, το μη χείρον βέλτιστον, καθώς από την προοπτική να μπει λουκέτο σε ένα εργοστάσιο που κόστισε πάνω από ένα δισεκατομμύριο ευρώ, που θα ήταν και σκανδαλώδες και αντιπαραγωγικό είναι σαφώς πιο καλοδεχούμενο νέο η συνέχιση της λειτουργίας του με το καύσιμο-γέφυρα. 

Ασφαλώς όμως, παραμένει αναπάντητο το ερώτημα γιατί η ελληνική κυβέρνηση επιλέγει να “τρέξει” την «Πτολεμαΐδα 5» με εισαγόμενο και ακριβό φυσικό αέριο, αντί να δρομολογήσει την διατήρησή της ως μονάδας, που θα έκαιγε φθηνό δικό μας καύσιμο –ακόμη και με αυξημένες τις τιμές των ρύπων στο Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών – υπό τις πιο επικαιροποιημένες τεχνικές συνθήκες. Kαι τούτο, επειδή με αυτό τον τρόπο αφήνει ανοιχτό το δρόμο για περιαιτέρω εξάρτηση από τις εισαγωγές ενέργειας -εκτός και εάν αναμένει τα αποτελέσματα των σεισμικών ερευνών για φυσικό αέριο και προσδοκά ότι μια μέρα στο μέλλον, η μονάδα θα καίει ελληνικό καύσιμο...  

Ενδεχομένως, πολλές φορές ο καλύτερος και πιο αποτελεσματικός τρόπος για να ασκείς πολιτική δεν είναι να κραυγάζεις, να δημιουργείς πρόσκαιρες εντυπώσεις και στο τέλος να αποδεικνύεται ότι έχτιζες παλάτια στην άμμο, αλλά να βαδίζεις με περίσκεψη, σύνεση και κυρίως, με ευελιξία, ιδίως όταν ο δρόμος, στην δική μας περίπτωση, είναι γεμάτος αλλότρια εμπόδια. Υπάρχουν ιστορικά παραδείγματα προς τούτο… 

Η ελληνική κυβέρνηση είναι φανερό ότι έκανε την ανάγκη φιλοτιμία –αναντίρρητα. Το energia.gr που έχει συνηγορήσει από μακρόν υπέρ της συγκεκριμένης πλεύσης στην πολιτική, αισθάνεται πιο δικαιωμένο από ποτέ – και ας έχουν να γίνουν ακόμη περισσότερα!  

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr