Οι εισαγωγές κινεζικών προϊόντων τριπλασιάστηκαν το διάστημα 1999-2005 και τα αμερικανικά εργοστάσια με τους υψηλότερους μισθούς και τις αυστηρές προδιαγραφές ασφάλειας δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν. Ετσι το «σοκ της Κίνας» εξαφάνισε εκατομμύρια θέσεις εργασίας.
Ο πρόεδρος Τραμπ και οι οπαδοί του ερμηνεύουν αυτές τις απώλειες θέσεων εργασίας ως δίδαγμα από τα λάθη στην εμπορική πολιτική της Αμερικής. Ελάχιστοι οικονομολόγοι συμμερίζονται την άποψη ότι οι ΗΠΑ πρέπει να προσπαθήσουν να επαναφέρουν στο έδαφός τους τις θέσεις εργασίας του βιομηχανικού τομέα. Και ακόμα λιγότεροι πιστεύουν πως οι δασμοί είναι το αποτελεσματικό εργαλείο για να το επιτύχουν. Πολλοί υποστηρίζουν ότι ο κ. Τραμπ δεν αντιλαμβάνεται τη φύση του «σοκ της Κίνας» και ότι το δίδαγμα δεν έχει καν σχέση με το εμπόριο, αλλά με τις ραγδαίες οικονομικές εξελίξεις που σαρώνουν εργαζομένους και κοινότητες.
«Τα τελευταία 20 χρόνια ακούμε συνέχεια για το σοκ της Κίνας και πόσο βίαιο ήταν και πόσο δύσκολη είναι η προσαρμογή των ανθρώπων σε αυτό», σχολιάζει ο Σκοτ Λιντσίκομε, οικονομολόγος στο Ινστιτούτο Cato, και υπογραμμίζει πως «τώρα σοκάρουμε και πάλι τον κόσμο». Ολα όσα λέγονται για το «σοκ της Κίνας» είναι σχεδόν όλα υπεραπλουστεύσεις. Οι θέσεις εργασίας στα εργοστάσια είχαν αρχίσει να μειώνονται προτού προσχωρήσει στον ΠΟΕ η Κίνα, καθώς η τεχνολογία είχε δώσει στα εργοστάσια τη δυνατότητα να παράγουν περισσότερα προϊόντα με λιγότερους εργάτες. Και ελάχιστοι πιστεύουν πως αν η Κίνα είχε μείνει εκτός ΠΟΕ θα μπορούσαν οι ΗΠΑ να απασχολούν μισό εκατομμύριο εργάτες σε βιομηχανίες όπως συνέβαινε το 2000. Ακόμη και το έγγραφο εργασίας του 2016, που καθιέρωσε τη διατύπωση «το σοκ της Κίνας», επισημαίνει πως οι εισαγωγές κινεζικών προϊόντων αντιπροσωπεύουν μόνο μια μερίδα των 5 εκατ. θέσεων εργασίας που έχασε ο μεταποιητικός τομέας.
Στην πραγματικότητα, ο καθοριστικός παράγοντας ήταν η ταχύτητα και η πυκνότητα των απωλειών. Κοινότητες που εξαρτώνται από τις βιομηχανίες εντάσεως εργασίας είδαν τις θέσεις εργασίας τους να εξανεμίζονται σε λίγα χρόνια.
Η παραδοσιακή οικονομική θεωρία υποστηρίζει πως όσοι άνθρωποι και όσες περιοχές επλήγησαν από αυτές τις εξελίξεις θα έπρεπε να προσαρμοστούν στη νέα κατάσταση σχετικά γρήγορα.
Οι επενδυτές θα έπρεπε να αρπάξουν τα εγκαταλελειμμένα εργοστάσια και να βρουν πιο παραγωγικό τρόπο για να τα χρησιμοποιήσουν. Και όσοι εργάτες απολύθηκαν θα έπρεπε να έχουν διδαχθεί νέες τέχνες και να έχουν στραφεί σε ταχύτερα αναπτυσσόμενους κλάδους. Δεν έγινε, όμως, τίποτε από όλα αυτά. Εμφανίστηκαν νέες βιομηχανίες που πλήρωναν καλά, αλλά όχι στις περιοχές που είχαν δεχθεί το πλήγμα. Οσοι είχαν απολυθεί δεν μπορούσαν να μετακομίσουν αλλού για να αναζητήσουν νέες ευκαιρίες και διαγκωνίζονταν για τις ελάχιστες θέσεις που είχαν μείνει στην περιοχή τους και για τις οποίες απαιτείτο πτυχίο πανεπιστημίου. Αυτό είναι το δίδαγμα από το «σοκ της Κίνας»: η αλλαγή είναι δύσκολη, αλλά η γρήγορη αλλαγή πολύ δυσκολότερη.
(από την εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»)