Ο Βασίλης Κορκίδης, πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς (ΕΒΕΠ), γράφει για τον κίνδυνο πρόκλησης νέας οικονομικής κρίσης από τους δασμούς και τα τέλη των ΗΠΑ

Συνεδρίασε εκτάκτως πριν από το Πάσχα το Συμβούλιο Εξωστρέφειας, στο υπουργείο Εξωτερικών, το οποίο αποτελεί, επί της ουσίας, μια συνάντηση στελεχών της αγοράς με τον υφυπουργό Εξωτερικών που έχει την αρμοδιότητα της οικονομικής διπλωματίας και τον γενικό γραμματέα Εξωστρέφειας.

Η συνεδρίαση κρίθηκε απαραίτητη, στον απόηχο των εξελίξεων που έχουν προκαλέσει στο διεθνές εμπόριο οι δασμοί των ΗΠΑ, όπου κατευθύνεται το 5% των ελληνικών εξαγωγών μας. Η προθεσμία 90 ημερών είναι ένα χρονικό διάστημα που πρέπει να αξιοποιηθεί αφενός για να ληφθούν μέτρα προστασίας και αφετέρου για να αναζητηθεί μια αμοιβαία επωφελής συμφωνία με τις ΗΠΑ. Στο επίκεντρο της ατζέντας της συνεδρίασης τέθηκαν πιθανοί τρόποι στήριξης της ελληνικής εξαγωγικής δραστηριότητας, σε μια περίοδο που η λέξη «εξωστρέφεια» αποκτά κρίσιμη γεωοικονομική σημασία, όπως τονίζουν οι πηγές της οικονομικής διπλωματίας. Γι’ αυτό και έχει προτεραιοποιηθεί η ανάληψη δράσεων για την περαιτέρω ενδυνάμωση της ελληνικής παρουσίας στις αγορές του εξωτερικού, με το βάρος να έχει δοθεί στην προσπάθεια αναζήτησης εναλλακτικών αγορών. Το ΕΒΕΠ έθεσε γραπτώς 7 νομοθετικά και διοικητικά θέματα που αποτελούν εμπόδια στο εξαγωγικό εμπόριο και τον εφοδιασμό πλοίων, αλλά και το σοβαρό θέμα επιβολής λιμενικών τελών στα αμερικανικά λιμάνια για τα ελληνόκτητα ποντοπόρα πλοία κινεζικής ναυπήγησης, ανεξαρτήτως σημαίας, διαχείρισης και πλοιοκτησίας.

Αναλυτικά, τα λιμενικά τέλη που επέβαλαν οι ΗΠΑ και ανακοινώθηκαν από το Γραφείο Εμπορικού Αντιπροσώπου των ΗΠΑ κυμαίνονται από 18$ έως 50$ ανά τόνο ή 120$ και 150$ ανά TEU και μονάδα CEU αντίστοιχα, με βάση το net tonnage, ανά ταξίδι σε πλοιοκτήτες και διαχειριστές με κινεζικά πλοία – τα οποία τέλη θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην παγκόσμια ναυτιλία. Ξεκάθαρα θα επηρεάσουν τη ροή του διεθνούς εμπορίου, τη θαλάσσια μεταφορά των προϊόντων και τη διαμόρφωση των ναύλων. Οι κύριες επιπτώσεις θα περιλαμβάνουν τη μείωση του όγκου μεταφορών, αλλαγές στις εμπορικές θαλάσσιες διαδρομές, την αύξηση του κόστους μεταφοράς, ενώ θα μεταβάλουν παραγγελίες στη ναυπηγική βιομηχανία, αφού 1 στα 3 πλοία είναι κινεζικής προέλευσης. Οι πλοιοκτήτες που διαθέτουν κινεζικά πλοία θα δουν αύξηση των λειτουργικών τους εξόδων εφόσον προσεγγίζουν λιμάνια των ΗΠΑ. Αυτό θα οδηγήσει σε αυξημένους ναύλους, ιδιαίτερα στις γραμμές Ασίας – ΗΠΑ, όπου το ανά κατάπλου κόστος εκτιμάται με επιβάρυνση εκατομμυρίων δολαρίων. Έτσι, οι ναυλωτές και οι διαχειριστές φορτίων ενδέχεται να προτιμήσουν πλοία ναυπηγημένα σε άλλες χώρες, όπως η Ν. Κορέα και η Ιαπωνία, για να αποφύγουν τα αυξημένα τέλη, επηρεάζοντας τη ναυλαγορά και τη δυναμική του στόλου. Οι ναυτιλιακές εταιρείες που διαθέτουν μεγάλο ποσοστό κινεζικών πλοίων στον στόλο τους θα υποστούν μεγαλύτερες απώλειες, χάνοντας την ανταγωνιστικότητά τους.

Σύμφωνα μάλιστα με τον οίκο Drewry, σχεδόν το 10%, δηλαδή τα 68 από τα συνολικά 713 προγραμματισμένα δρομολόγια πλοίων μεταφοράς κοντέινερ, έχουν ακυρωθεί για ένα διάστημα 5 εβδομάδων, από τις 2 Απριλίου έως τις 6 Μαΐου. Σχεδόν οι μισές ακυρώσεις αφορούν τις διηπειρωτικές συναλλαγές μεταξύ Ασίας και ΗΠΑ, γεγονός που αντανακλά στις εισαγωγές των ΗΠΑ, ενώ οι υπόλοιπες αφορούν τις διαδρομές Β. Ατλαντικός – Δ. Ευρώπη, Ασία – Β. Ευρώπη και Μεσόγειος. Όταν επιβάλλονται τέλη και δασμοί, αυξάνεται το κόστος εισαγωγής και εξαγωγής αγαθών, με αποτέλεσμα να μειώνεται η ζήτηση για διεθνείς μεταφορές. Αυτό επηρεάζει αρνητικά τη ναυτιλία, ειδικά στους τομείς των κοντέινερ και χύδην φορτίων. Πολλές χώρες ήδη αναζητούν εναλλακτικές αγορές και προμηθευτές για να αποφύγουν τους υψηλούς δασμούς. Αυτό οδηγεί σε μεταβολές στις ναυτιλιακές διαδρομές και στη χρήση διαφορετικών λιμένων, γεγονός που μπορεί να ανακατανείμει τη ζήτηση για ναυτιλιακές υπηρεσίες. Η επιβράδυνση της μεταφορικής ναυτιλιακής δραστηριότητας μπορεί να επηρεάσει τη ζήτηση για νέα πλοία, ενώ οι δασμοί σε ναυτιλιακό εξοπλισμό και ανταλλακτικά αυξάνουν το κόστος συντήρησης και λειτουργίας των πλοίων.

Η ελληνόκτητη ναυτιλία θα επηρεαστεί άμεσα σε πολλά επίπεδα από τα αμερικανικά λιμενικά τέλη, δεδομένου ότι πολλοί Έλληνες πλοιοκτήτες έχουν επενδύσει σε παραγγελίες πλοίων, τα τελευταία χρόνια, άνω των 65 δισ. δολαρίων σε κινεζικά ναυπηγεία. Συγκεκριμένα, αυτή τη στιγμή ναυπηγούνται για λογαριασμό ελληνικών συμφερόντων συνολικά 620 πλοία χωρητικότητας 56 εκατ. τόνων, εκ των οποίων το 65%, τα 408 πλοία, χωρητικότητας 38 εκατ. dwt, στην Κίνα, τα 139 στη Ν. Κορέα και τα 45 στην Ιαπωνία. Οι Έλληνες πλοιοκτήτες θα πρέπει είτε να απορροφήσουν το κόστος είτε να το μετακυλίσουν στους ναυλωτές, επηρεάζοντας τη ζήτηση για τις υπηρεσίες τους. Η στρατηγική των ναυλώσεων θα αλλάξει, αποφεύγοντας δρομολόγια προς τις ΗΠΑ με κινεζικά πλοία και επιλέγοντας εναλλακτικά λιμάνια, κάτι που θα μπορούσε να επηρεάσει την αποδοτικότητά τους. Πολλοί ενδέχεται να μειώσουν τις παραγγελίες νέων πλοίων σε κινεζικά ναυπηγεία και να στραφούν αλλού, παρά το υψηλότερο κόστος, ώστε να αποφύγουν μελλοντικές επιβαρύνσεις. Η ελληνική ναυτιλιακή κοινότητα διατηρεί καλές σχέσεις τόσο με την Κίνα λόγω ναυπηγήσεων και εμπορίου, όσο και με τις ΗΠΑ λόγω μεταφοράς ενέργειας και πρώτων υλών. Τα τέλη όμως διαταράσσουν τη διαχείριση αυτών των σχέσεων, με τους Έλληνες πλοιοκτήτες να βρίσκονται στη μέση μιας εμπορικής σύγκρουσης.

Η αβεβαιότητα που δημιουργείται στην παγκόσμια οικονομία αποτυπώνεται στην «απαξίωση» των μετοχών και ομολόγων, καθώς και την εκτίναξη της τιμής του χρυσού, δείχνοντας τα ίδια σημάδια της αρχής μιας αμερικανικής οικονομικής κρίσης αντίστοιχης του 2008. Οι εκτιμήσεις του ΠΟΕ είναι πως από την επιβολή δασμών θα προκληθεί συρρίκνωση από 1% έως και 3% στο παγκόσμιο εμπόριο, η συνολική αξία του οποίου ξεπερνά σήμερα τα 33 τρισ. δολάρια, ενώ τεράστιες είναι οι απώλειες του δολαρίου έναντι του ευρώ, καθώς και ελεύθερη πτώση των αξιών στη Wall Street και των χρηματιστηρίων άλλων χωρών. Επιβράδυνση παρατηρείται στην υλοποίηση των επενδύσεων και «πάγωμα» στον πίνακα των αμερικανικών επενδύσεων σε ξένες χώρες.

Η Ελλάδα οφείλει να προστατευτεί με κάθε δυνατό τρόπο και μάλιστα κάτω από τον περιορισμό της ενιαίας ευρωπαϊκής θέσης. Είναι εσφαλμένο να επιχειρούμε να προσδιορίσουμε το κατά πόσο επηρεάζεται η οικονομία μας πρωτογενώς ή δευτερογενώς από έναν εμπορικό πόλεμο, που αμφισβητεί πλέον ανοικτά την παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Μετά την τραπεζική κρίση και την πανδημία, έρχονται τέλη και δασμοί να δημιουργήσουν συνθήκες εμπορικής σύγχυσης και οικονομικής αβεβαιότητας, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο μιας νέας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr