Διαφυγόντα κέρδη έχει φέτος η ΔΕΗ και όχι ζημίες, που οφείλονται στο στρεβλό μοντέλο της αγοράς, όπως επιμένει να υποστηρίζει η διοίκησή της. Αυτό μάλιστα εκτιμάται ότι θα καταδειχθεί και στα αποτελέσματα του τελευταίου τριμήνου του έτους, κατά το οποίο βάσιμες ενδείξεις συντείνουν ότι θα περισταλούν τα δυσμενή έως τώρα αποτελέσματα. Ποιες είναι αυτές;

Διαφυγόντα κέρδη έχει φέτος η ΔΕΗ και όχι ζημίες, που οφείλονται στο στρεβλό μοντέλο της αγοράς, όπως επιμένει να υποστηρίζει η διοίκησή της. Αυτό μάλιστα εκτιμάται ότι θα καταδειχθεί και στα αποτελέσματα του τελευταίου τριμήνου του έτους, κατά το οποίο βάσιμες ενδείξεις συντείνουν ότι θα περισταλούν τα δυσμενή έως τώρα αποτελέσματα.

Ποιες είναι αυτές; Η σημαντική αύξηση της λιγνιτικής παραγωγής κατά τους μήνες Οκτώβριο και Νοέμβριο, η μείωση τον Οκτώβριο της ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο κι αυτά σε συνδυασμό με την κατακόρυφη μείωση της τιμής του πετρελαίου. Όλοι, δηλαδή, οι εξωγενείς παράγοντες τους οποίους επικαλείται κάθε φορά η διοίκηση της ΔΕΗ για να αιτιολογήσει την κακή πορεία των αποτελεσμάτων της για φέτος και για να επιχειρηματολογήσει υπέρ της απελευθέρωσης των τιμολογίων και της αλλαγής του ρυθμιστικού πλαισίου της αγοράς ενέργειας. Μιας αγοράς τις συνθήκες της οποίας διαμορφώνει σε μεγάλο βαθμό η ίδια η ΔΕΗ, αφού ελέγχει πάνω από το 70% του μεριδίου της.

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά. Σύμφωνα με στοιχεία της ΔΕΗ, η λιγνιτική παραγωγή της Επιχείρησης κατά τον Οκτώβριο σημείωσε αύξηση κατά 13,7% και κατά τον Νοέμβριο αύξηση κατά 11%. Η ανοδική αυτή πορεία εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί και τον Δεκέμβριο. Αυξημένη λιγνιτική παραγωγή σημαίνει μεγαλύτερη ηλεκτροπαραγωγή, η οποία υπολογίζεται μόνον για τον Οκτώβριο από το ΔΕΣΜΗΕ σε ποσοστό +4,85%, προφανώς γιατί ένα μέρος αποθεματοποιήθηκε.

Επιπλέον, σύμφωνα με στοιχεία του ΔΕΣΜΗΕ η ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο μειώθηκε τον Οκτώβριο κατά 19,01%, σε μια περίοδο μάλιστα που οι τιμές του φυσικού αερίου ήταν υψηλές, πράγμα που σημαίνει ότι η ΔΕΗ ευνοείται και με ακόμη μεγαλύτερη μείωση του κόστους παραγωγής της, άμεσα από τις μονάδες φυσικού αερίου που διαθέτει και έμμεσα από την ενέργεια που αγοράζει από τρίτους.

Τον Οκτώβριο, βέβαια, καταγράφηκε μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία υπολογίζεται, σύμφωνα με στοιχεία της ίδιας της ΔΕΗ, μόλις σε 1,1% - 1,5%, και αποδίδεται στη συγκράτηση των μεγάλων πελατών της, ενώ αντίθετα τα νοικοκυριά διατηρούν τις ίδιες καταναλώσεις.

Οι αιτίες των απωλειών

Η ΔΕΗ απέφυγε να σχολιάσει τις εξελίξεις αυτές και κατά πόσο θα επηρεάσουν τα αποτελέσματα του τελευταίου τριμήνου. Πάντως, εκτιμήσεις της αγοράς αναφέρουν ότι, αν διατηρηθούν τα ίδια στοιχεία ενδεχομένως να συμβάλλουν στην περιστολή των ζημιών της Επιχείρησης για το σύνολο του έτους.

Ζημίες οι οποίες εμφανίστηκαν στο εξάμηνο και ενισχύθηκαν στο εννεάμηνο, αναδεικνύοντας το 2008 ως μια πολύ κακή χρονιά για τη ΔΕΗ, οφειλόταν:

  1. Στη μεγάλη απεργία της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ, εξαιτίας της οποίας δεν γινόταν εξόρυξη του φθηνού λιγνίτη. Να σημειωθεί ότι η ΔΕΗ υπό κανονικές συνθήκες έχει τη δυνατότητα να παραδίδει στην ημερήσια αγορά ενέργεια σχεδόν μηδενικής αξίας καυσίμου κατά 50% - 60% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του διασυνδεδεμένου συστήματος.
  2. Λόγω των διακοπών ρεύματος κατά τη διάρκεια της απεργίας η ΔΕΗ απώλεσε έσοδα από καταναλωτές.
  3. Λόγω της λειψυδρίας δεν υπήρχαν και φθηνά νερά.
  4. Έγιναν πολλές συντηρήσεις σε πεπαλαιωμένες μονάδες της ΔΕΗ.
  5. Η ΔΕΗ υποχρεώθηκε σε εισαγωγές για να καλύψει τη ζήτηση, τις οποίες αγόραζε στην Οριακή Τιμή του Συστήματος, την οποία διαμόρφωνε στο πρώτο εξάμηνο η ίδια μέσω των πετρελαϊκών μονάδων της. Οι εισαγωγές δεν συμμετέχουν στη χονδρεμπορική αγορά, άρα ούτε και στη διαμόρφωση της ΟΤΣ.

Τα στοιχεία αυτά τα γνωρίζει ασφαλώς η διοίκηση της ΔΕΗ, η οποία αντί ζημίες επιμένει ότι έχει για διαφυγόντα κέρδη γιατί «η Επιχείρηση λειτουργεί σε μια αγορά η οποία δεν έχει ενιαίους κανόνες για όλους τους συμμετέχοντες». Επιπλέον, συγκρίνει τα έως τώρα αποτελέσματα με τα αντίστοιχα του 2004, οπότε ήταν μία από τις καλύτερες χρονιές για την εταιρεία, δεδομένου ότι ήταν κυρίαρχη στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς τα νέα δεδομένα διαμορφώθηκαν από το 2005 με τον Νέο Κώδικα, είχε άφθονα νερά στους ταμιευτήρες, ελάχιστες συντηρήσεις στις λιγνιτικές μονάδες, και φυσικά ούτε και την απεργία του προσωπικού της.

Οι επενδύσεις

Το ζητούμενο βέβαια είναι οι επενδύσεις στις οποίες έπρεπε να είχε προχωρήσει έγκαιρα η ΔΕΗ, δεδομένου ότι είχε και συνεχίζει να έχει το μονοπώλιο του φθηνού λιγνίτη, μια υποχρέωση την οποία προφανώς «παρέλειψαν» οι προηγούμενες διοικήσεις και τώρα τρέχει να καλύψει η τωρινή, η οποία επιδιώκει να τις χρηματοδοτήσει κατά ένα μέρος με αύξηση τιμολογίων, ενώ επιδιώκει και περαιτέρω διευκολύνσεις του μονοπωλιακού χαρακτήρα της. Βέβαια, σε μια ενεργειακή αγορά η οποία ακόμη δεν έχει αποσαφηνίσει τους προσανατολισμούς της, που φαίνεται να αφήνονται έρμαιο στις αντιδράσεις και τις διαθέσεις των τοπικών κοινωνιών, όταν ήδη στην Ευρώπη η κορυφαία οργάνωση των εταιρειών ηλεκτρισμού Eurelectric έχει ταχθεί ήδη υπέρ της απόανθρακοποίησης της παραγωγής ηλεκτρισμού (decarbonised electricity system) και η Ε.Ε. καλεί τους ηλεκτροπαραγωγούς να πληρώσουν ακριβά τις εκπομπές ρύπων, είναι εύλογο να αφήνεται η ΔΕΗ να παραπαίει ανάμεσα σε μια εταιρεία προσδεδεμένη στο άρμα του δημοσίου και στην ανάγκη να λειτουργήσει με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, ως εισηγμένη επιχείρηση στο Χ.Α. Κι αυτό δεν ευνοεί κανέναν. Ούτε τους ιδιώτες παραγωγούς.

ΣΕ «BUY» ΑΝΑΒΑΘΜΙΖΕΙ Η MERRILL LYNCH

Σε «buy» από «neutral» αναβαθμίζει την αξιολόγησή της για τη ΔΕΗ η Merrill Lynch με έκθεσή της στην οποία διατηρεί αμετάβλητη την τιμή-στόχο στα 20 ευρώ ανά μετοχή. Ο οίκος εκτιμά ότι το 2009 «υπάρχει χώρος» για τη ΔΕΗ ώστε να πραγματοποιήσει ένα γρήγορο και σημαντικό turnaround, ενώ αναφέρει πως προχωρά σε αναβάθμιση των εκτιμήσεών της για τα κέρδη ανά μετοχή κατά περίπου 60% στα έτη 2009 και 2010. Οι βασικές συνθήκες που επηρεάζουν τις επιδόσεις της ΔΕΗ έχουν βελτιωθεί, αναφέρει ο οίκος, επισημαίνοντας την πτώση της τιμής του πετρελαίου στο ένα τρίτο, τις μακροπρόθεσμα φθηνότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που συμφώνησε η Ε.Ε. και το βελτιωμένο ρυθμιστικό πλαίσιο το οποίο αποφάσισε η κυβέρνηση.


(Από την εφημερίδα ΜΕΤΟΧΟΣ - ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ, 19/12/2008)