Μετά τις Βρυξέλλες

Λέγεται ότι «η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται». Η σημερινή κατάσταση όμως έχει μεγάλες ομοιότητες με το 1993, όταν το ΠαΣοΚ είχε διαδεχθεί τη ΝΔ. Βαθιά ύφεση και τεράστια δημοσιονομικά ελλείμματα ήταν η κληρονομιά που παρέλαβε η νέα τότε κυβέρνηση. Πλεονέκτημα σήμερα είναι η συμμετοχή στην ευρωζώνη, που λειτουργεί ως ασπίδα προστασίας απέναντι σε ακραίους κινδύνους, όπως εκδηλώθηκαν στην Ισλανδία και σε ορισμένες άλλες χώρες με αδύναμα εθνικά νομίσματα.
Του Ι. Παπαντωνίου
Πεμ, 5 Νοεμβρίου 2009 - 09:39
Λέγεται ότι «η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται». Η σημερινή κατάσταση όμως έχει μεγάλες ομοιότητες με το 1993, όταν το ΠαΣοΚ είχε διαδεχθεί τη ΝΔ. Βαθιά ύφεση και τεράστια δημοσιονομικά ελλείμματα ήταν η κληρονομιά που παρέλαβε η νέα τότε κυβέρνηση. Πλεονέκτημα σήμερα είναι η συμμετοχή στην ευρωζώνη, που λειτουργεί ως ασπίδα προστασίας απέναντι σε ακραίους κινδύνους, όπως εκδηλώθηκαν στην Ισλανδία και σε ορισμένες άλλες χώρες με αδύναμα εθνικά νομίσματα. Από την άλλη πλευρά, η πρόοδος της παγκοσμιοποίησης περιορίζει δραστικά τους χρόνους ανοχής των διεθνών αγορών επιβάλλοντας μεγαλύτερες ταχύτητες στη λήψη των αναγκαίων μέτρων.

Η χώρα εισέρχεται σε περίοδο δημοσιονομικής προσαρμογής, που θα καλύψει ουσιαστικά ολόκληρη τη θητεία αυτής της κυβέρνησης. Η προσαρμογή πρέπει να συνδυαστεί με διαρθρωτικές αλλαγές για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την επάνοδο σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, που θα επιτρέψουν την επίτευξη φιλόδοξων στόχων κοινωνικής πολιτικής. Ανάλογη προσπάθεια είχε αναληφθεί κατά την περίοδο ένταξης στην ΟΝΕ. Το δημοσιονομικό έλλειμμα μειώθηκε από 12% του ΑΕΠ το 1993 σε 3% το 1999. Ο πληθωρισμός μειώθηκε από 14% σε 3%. Ο ρυθμός ανάπτυξης την τελευταία δεκαετία ήταν 4% σε ετήσια βάση, περίπου τριπλάσιος σε σχέση με την προηγούμενη εικοσαετία.

Η επιτυχία της ενταξιακής προσπάθειας στηρίχθηκε σε ένα συνεκτικό πρόγραμμα που εφαρμόστηκε με συνέπεια για επτά συνεχή χρόνια. Κύρια χαρακτηριστικά του ήταν ο δραστικός περιορισμός της φοροδιαφυγής, η περιστολή των δημοσίων δαπανών- με παράλληλη ενίσχυση της κοινωνικής πολιτικής-, εκτεταμένες διαρθρωτικές αλλαγές, καθώς και η πραγματοποίηση μεγάλων έργων υποδομών. Σήμερα η δημοσιονομική εξυγίανση πρέπει επίσης να εστιαστεί στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της σπατάλης στο Δημόσιο. Οι διαρθρωτικές αλλαγές και οι δημόσιες επενδύσεις όμως πρέπει να απαντήσουν σε νέες προκλήσεις.

Η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας έχει υποχωρήσει σε επικίνδυνο βαθμό. Η χώρα ζει πάνω από τις οικονομικές δυνατότητές της. Η εθνική παραγωγή δεν ανταποκρίνεται πλέον στο επίπεδο της ζήτησης. Η ελληνική κοινωνία έχει διαμορφώσει ένα ευρωπαϊκό πρότυπο ζωής αλλά η οικονομία δεν δημιουργεί τα εισοδήματα που αντιστοιχούν σε αυτό το πρότυπο. Η έντονα ανοδική πορεία του δανεισμού των νοικοκυριών το επιβεβαιώνει. Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας απαιτεί επανάσταση στην οικονομική πολιτική. Στόχος, η μετάβαση στην οικονομία της γνώσης και σε νέες τεχνολογίες με επένδυση στην Παιδεία, ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, ενθάρρυνση της καινοτομίας, πράσινες επενδύσεις στην ενέργεια και στο περιβάλλον. Χρειάζονται μεγάλες τομές στο κράτος, στους θεσμούς και στην εκπαίδευση. Κομματισμός, αναξιοκρατία, γραφειοκρατία και διαφθορά υποθάλπουν τη φοροδιαφυγή, οδηγούν σε κατασπατάληση των πόρων, καταπνίγουν την επιχειρηματικότητα. Εξάλλου το εκπαιδευτικό μας σύστημα παραμένει προσκολλημένο σε ξεπερασμένα πρότυπα έχοντας ουσιαστικά εγκαταλείψει την επιδίωξη της αριστείας.

Η δημοσιονομική εξυγίανση πρέπει να συμβαδίσει με διαρθρωτικές αλλαγές και πράσινες υποδομές. Εφόσον το πρόγραμμα εφαρμοστεί με συνέπεια, η χώρα μας θα αποκαταστήσει γρήγορα συνθήκες σταθερότητας και ισχυρής ανάπτυξης αναβαθμίζοντας παράλληλα το κοινωνικό κράτος. Ο δρόμος είναι μακρός και δύσβατος. Θα υπάρξει πολιτικό κόστος στα ενδιάμεσα στάδια της προσπάθειας. Η έκβαση όμως θα είναι θετική για τη χώρα.

Ο κ. Γιάννος Παπαντωνίου είναι πρώην υπουργός και πρόεδρος του Κέντρου Ερευνών Προοδευτικής Πολιτικής (www.kepp.gr).

(Από την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 01/11/2009)