Το 2010 θα ενισχυθεί η παγκόσμια απήχηση της Κίνας με τη Διεθνή Εκθεση της Σανγκάης. Την εν λόγω έκθεση την αντιμετωπίζει η Κίνα ως την κορύφωση της εκστρατείας δημοσίων σχέσεων που είχε ξεκινήσει με τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου, το καλοκαίρι του 2008. Η εκδήλωση θα είναι αναμφίβολα απολύτως ελεγχόμενη από τις Αρχές και δεν θα λείψουν οι υπερθετικές εκφράσεις

Το 2010 θα ενισχυθεί η παγκόσμια απήχηση της Κίνας με τη Διεθνή Εκθεση της Σανγκάης. Την εν λόγω έκθεση την αντιμετωπίζει η Κίνα ως την κορύφωση της εκστρατείας δημοσίων σχέσεων που είχε ξεκινήσει με τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου, το καλοκαίρι του 2008. Η εκδήλωση θα είναι αναμφίβολα απολύτως ελεγχόμενη από τις Αρχές και δεν θα λείψουν οι υπερθετικές εκφράσεις για να χαιρετίσουν την εκπληκτική επιτυχία της χώρας.

Ολα αυτά φέρνουν στον νου μερικές αναμνήσεις. Πριν από μισό αιώνα ξεκινούσε μια εξίσου θριαμβευτική περίοδος για τη Σοβιετική Ενωση. Πριν από τη δεκαετία του 1960 είχε προηγηθεί το ταξίδι του  Νικίτα Χρουστσόφ στις ΗΠΑ, τον Σεπτέμβριο του 1959. Στη διάρκεια εκείνης της επιχείρησης δημοσίων σχέσεων, ο υπ΄ αριθμόν 1 Σοβιετικός είχε δηλώσει ότι η χώρα του δεν θα αργούσε να ξεπεράσει σε ισχύ τις ΗΠΑ.

Ακολούθησε μια τεράστια εκστρατεία προπαγάνδας με στόχο να επαληθευτεί αυτή η δήλωση. Η προπαγάνδα επικεντρώθηκε σε εντυπωσιακές επιτυχίες κορυφαία εκ των οποίων ήταν η αποστολή του πρώτου ανθρώπου στο Διάστημα, το 1961. Στα 20 χρόνια που ακολούθησαν, η Μόσχα παρείχε κολακευτικές στατιστικές για την παραγωγή σιταριού, ατσαλιού κ.ά. που πιστοποιούσαν την αναμφισβήτητη ανωτερότητα του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής. Πρόσφατα πληροφορηθήκαμε ότι το Κρεμλίνο είχε ιδρύσει ένα ειδικό γραφείο για να προμηθεύει τους αριθμούς του success story που κατέπλησσαν τη Δύση. Η εκστρατεία ολοκληρώθηκε με την αποστολή στη Δύση ορισμένων κορυφαίων παραδειγμάτων του σοβιετικού πολιτισμού, όπως οι χορωδίες του Κόκκινου Στρατού. Ξαναδιαβάζοντας τον Τύπο της εποχής, που ήταν πεπεισμένος ότι η ΕΣΣΔ θα γινόταν η μεγάλη δύναμη του τέλους του 20ού αιώνα, δεν μπορούμε παρά να θαυμάσουμε την πειστικότητα της Μόσχας ή να εκπλαγούμε από τη δική μας υπερβολική αφέλεια.

Εχει ενδιαφέρον να θυμηθούμε τι έκανε το Κρεμλίνο με αυτή την επιτυχημένη «επιχείρηση μάρκετινγκ»: πίστεψε την ίδια του την προπαγάνδα, ενισχύοντας την πίστη του αυτή από την εικόνα που του στέλναμε πίσω για την αδιαμφισβήτητη ισχύ του. Οι δεκαετίες του 1960 και του 1970 σημαδεύτηκαν από τη σημαντική άνοδο της ΕΣΣΔ, και του σοσιαλιστικού στρατοπέδου γενικώς, στην παγκόσμια σκηνή ως την εισβολή στο Αφγανιστάν, το 1979. Η άνοδος αυτή φαινόταν ακόμη πιο εντυπωσιακή επειδή η Δύση βρισκόταν σε οικονομικό και ηθικό μαρασμό λόγω της πετρελαϊκής κρίσης του 1973 και της αμερικανικής ήττας στον πόλεμο του Βιετνάμ, το 1975.

Οσον αφορά τους συσχετισμούς των διεθνών δυνάμεων, η ΕΣΣΔ μπορούσε πραγματικά να ισχυριστεί ότι μοιραζόταν την παγκόσμια ηγεσία με τις ΗΠΑ. Στην ισορροπία αυτή υπήρχε μια λογική της οποίας ήταν τελικά θύμα ολόκληρος ο κόσμος: οι λαοί που υφίσταντο τον κομμουνιστικό ζυγό και δεν μπορούσαν να υπολογίζουν στην υποστήριξη της Δύσης· η κοινή γνώμη της Δύσης που είχε πιστέψει τη σοβιετική ισχύ που της πουλούσαν τα ΜΜΕ· οι ιθύνοντες στις δημοκρατικές χώρες των οποίων η ατολμία ενθάρρυνε το Κρεμλίνο να εκμεταλλεύεται όλο και περισσότερο τα πλεονεκτήματά του· τέλος, η ίδια η σοβιετική ηγεσία που κατέληξε να ξεχάσει πόσο εύθραυστη ήταν η αυτοκρατορία της. Η συνέχεια είναι γνωστή.

Η σημερινή «σινομανία» είναι πολύ πιο δυνατή από όσο υπήρξε ποτέ η «σοβιετομανία» εκείνης της εποχής. Τα τελευταία χρόνια εντάθηκε χάρη σε μηχανισμούς που θυμίζουν εκείνους που κατασκεύασαν τη δόξα της ΕΣΣΔ: αξιοσημείωτη οικονομική ανάπτυξη συνοδευόμενη από κολακευτικές στατιστικές· μια κάποια γοητεία των Δυτικών για έναν πολιτισμό, έναν τρόπο ζωής που φαντάζει εξωτικός στα μάτια τους· η άνοδος μιας δύναμης στην παγκόσμια σκηνή την οποία ευνοούν ή και επιθυμούν οι άλλοι μεγάλοι στο όνομα της πολυμέρειας. Εχει γίνει πλέον μπανάλ να προβλέπουμε ότι η Κίνα θα είναι ο ηγέτης του πλανήτη πριν από τα μισά του αιώνα. Πεποίθηση που ενισχύεται επειδή ο δυτικός κόσμος είναι πάλι σε κρίση.

Η Κίνα μάς φαίνεται σήμερα τόσο απομακρυσμένη από αυτό που ήταν η σοβιετική Ρωσία του χθες, που μοιάζει παρατραβηγμένο να κάνουμε παραλληλισμούς. Και όμως... Η ΕΣΣΔ και η κομμουνιστική Κίνα ακολούθησαν παρόμοιες διαδρομές σε μεγάλο διάστημα του 20ού αιώνα και ακόμη και όταν χώρισαν οι δρόμοι τους, ακολούθησαν παρεμφερείς πολιτικές εμπνευσμένες από την ίδια ιδεολογία. Η γροθιά του Μάο δεν ήταν λιγότερο αιματηρή από εκείνη του Στάλιν. Αμφότεροι επέβαλαν αναγκαστική εκβιομηχάνιση με κόστος τις ζωές εκατομμυρίων χωρικών, αμφότεροι ασκούσαν απόλυτη εξουσία τρομοκρατώντας τον πληθυσμό.

Στη συνέχεια, ο πρόσχαρος  Ντενγκ Χσιάο Πινγκ  θυμίζει τον αεράτο Χρουστσόφ καθώς αμφότεροι φιλοδοξούσαν να απογειώσουν μια καταρρέουσα σοσιαλιστική οικονομία χάρη στη δυτική τεχνολογία. Από τη δεκαετία του 1990, η εκστρατεία δημοσίων σχέσεων της Κίνας έχει ομοιότητες με εκείνη της ΕΣΣΔ κατά τις δεκαετίες 1960-1970. Βεβαίως οι σημερινοί ηγέτες της Κίνας δεν μοιάζουν με τους επικεφαλής του Κρεμλίνου ως την έλευση του Γκορμπατσόφ, το 1985. Ωστόσο ο δυναμισμός τους θυμίζει, λιγότερο ή περισσότερο, τις προσπάθειες αυτού του τελευταίου, ύστατη ελπίδα του σοβιετικού κομμουνισμού για τη διάσωση του καθεστώτος. Η αλήθεια είναι ότι τα καταφέρνουν καλύτερα από αυτόν.

Το κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα μπορεί να είναι το πρώτο «λενινιστικό δαρβινικό κόμμα», όπως το χαρακτήρισε ο  Νικολά Μπεκελέν, ερευνητής του Ηuman Rights Watch, δηλαδή ικανό να εξελίσσεται, αλλά δεν παύει να είναι ένα κόμμα με ολοκληρωτικό πνεύμα που γεννάει αστυνομικά ένστικτα στους επικεφαλής του. Κατ΄ αναλογία με την ΕΣΣΔ, η Κίνα διεκδικεί πλέον το μερίδιο στη διακυβέρνηση του κόσμου, που αντιστοιχεί στην οικονομική επιτυχία της.

Είναι λοιπόν λογικό να αναρωτιόμαστε αν η Κίνα, όσο θαυμαστή κι αν μας φαίνεται, διατρέχει τον κίνδυνο να γίνει θύμα του σοβιετικού συνδρόμου, αν οι ηγέτες της θα καταλήξουν να πληγούν από τα ίδια δεινά που οδήγησαν στην πτώση της ΕΣΣΔ. Ο συνδυασμός του θαυμασμού μας με μια εξουσία που δεν μοιράζεται, που παραμένει αδιάφορη στον πόνο του λαού της, που έχει μονομανία με τα συμφέροντα και την ισχύ της, που ενισχύεται από τις αμφιβολίες των δυτικών χωρών για το φιλελεύθερο μοντέλο, είναι ανάμεσα στους παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ένα δύσκολο αύριο.

Η αντιδιαστολή ανάμεσα στους κινέζους κομμουνιστέςπου έχουν υπερβολική εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και οι οποίοι είναι πεπεισμένοι από τις ίδιες τους τις στατιστικές για την επιτυχία του καθεστώτος τους- και στους δυτικούς ηγέτες- που έχουν μανία με τα εμπορικά τους ισοζύγια και τα ελλείμματά τους- μπορεί να κάνει το Πεκίνο να ξεχάσει την εγγενή ευθραυστότητά του: μέρος της βιομηχανίας του είναι παρωχημένο, υπάρχουν κοινωνικές διακρίσεις, ανισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, πληθωρισμός, κερδοσκοπική φούσκα, γήρανση του πληθυσμού, οικολογικές καταστροφές. Εν ολίγοις, όλα όσα χαρακτηρίζουν μια σοσιαλιστική οικονομία.

Η αμοιβαία αυτή τύφλωση, μεταξύ Δύσης και Ανατολής αυτή τη φορά, θα μπορούσε να κάνει την Κίνα να θέλει να πάει πολύ μακριά, όπως κάποτε η ΕΣΣΔ.

Ο κ. Τhierry Wolton είναι  ιστορικός, ειδικός στα  κομμουνιστικά συστήματα.

(από την εφημερίδα «Το Βήμα», 24/1/2010)