Από τα λιγότερο πειστικά στοιχεία στην πολιτική ενέργειας και κλίματος της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι ο σιδηρούς στόχος του 20-20-20. Αφορά τη μείωση κατά 20% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και στο μερίδιο 20% που πρέπει να αντιπροσωπεύουν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στο σύνολο της παραγωγής ενέργειας μέχρι το 2020. Μόνον συγκαταβατικά μπορεί κανείς να συναινέσει στην ορθότητα αυτών των στόχων
Από τα λιγότερο πειστικά στοιχεία στην πολιτική ενέργειας και κλίματος της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι ο σιδηρούς στόχος του 20-20-20. Αφορά τη μείωση κατά 20% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και στο μερίδιο 20% που πρέπει να αντιπροσωπεύουν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στο σύνολο της παραγωγής ενέργειας μέχρι το 2020. Μόνον συγκαταβατικά μπορεί κανείς να συναινέσει στην ορθότητα αυτών των στόχων.

Τουλάχιστον η πρόταση που υπέβαλε προ ημερών η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, να υιοθετήσει μονομερώς η Ευρωπαϊκή Ενωση έναν στόχο μείωσης των εκπομπών καυσαερίων κατά 30%, δείχνει ενθαρρυντική. Ομως οι κυβερνήσεις Γαλλίας και Γερμανίας έχουν εναντιωθεί στην πρόταση – παρομοίως και το σημαντικότερο επιχειρηματικό λόμπι στις Βρυξέλλες. Το επιχείρημά τους είναι πως η επιβολή αυστηρότερων στόχων θα αποτελέσει τροχοπέδη στις επιχειρήσεις σε μια δύσκολη εποχή, επειδή θα αυξήσει αφ’ ενός το κόστος για όσες βιομηχανίες εκπέμπουν σημαντικό όγκο διοξειδίου του άνθρακα, όπως τα χαλυβουργεία και οι βιομηχανίες τσιμέντου, και αφ’ ετέρου θα αυξήσει τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας.

Η ανάλυση της Επιτροπής δίνει συγκεκριμένους αριθμούς και εκτιμά πως η μείωση των εκπομπών καυσαερίων κατά 30% μέχρι το 2020 θα κοστίσει 81 δισ. ευρώ ετησίως, ενώ η μείωση κατά 20% 48 δισ. Σύμφωνα όμως με ανάλυση του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος Κλίματος, η πολιτική της μείωσης των ρύπων κατά 30% και η αποτελεσματική χρήση της ενέργειας έχουν αποτέλεσμα να εξοικονομούνται τόσα ή και περισσότερα χρήματα από όσα κοστίζει η πολιτική αυτή.

Αυτά τα επιχειρήματα, όμως, έχουν αντίλογο. Αν η υφιστάμενη πολιτική καθίσταται φθηνότερη χάρη στην ύφεση, γιατί να μη χαρούμε απλώς για τα χρήματα που μένουν στην τσέπη μας;

Το σοβαρότερο επιχείρημα για μια μείωση 30% είναι πως ήδη αποτελεί πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε ορισμένες περιστάσεις. Υπάρχουν, πάντως, βαθύτερα αίτια που υπαγορεύουν μια τέτοια στάση. Το σημαντικότερο είναι πως η Ευρώπη διαθέτει μια μεγάλη και δαπανηρή αγορά εκπομπών ρύπων, στόχος της οποίας είναι να την οδηγήσει σε τεχνολογίες που περιορίζουν τις εκπομπές καυσαερίων.

Ωστόσο, η τιμή που χρεώνει για τις εκπομπές είναι υπερβολικά χαμηλή. Για να επιβάλει έναν στόχο μείωσης των εκπομπών κατά 30%, πρέπει να αυξήσει το κόστος των εκπομπών καυσαερίων για τις βιομηχανίες. Ισως υπάρχουν κι άλλοι, καλύτεροι τρόποι για να αυξηθεί το κόστος των εκπομπών καυσαερίων: με την αύξηση του φόρου στις εκπομπές, για παράδειγμα, που θα ισχύει και για τις εισαγωγές. Είναι, όμως, ευκολότερο κάτι τέτοιο;

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 05/06/2010)