Ο Τζον Ουάτσον εξελέγη διευθύνων σύμβουλος της Chevron πέρυσι, αναλαμβάνοντας τα ηνία μιας από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις παγκοσμίως από τον απερχόμενο Ντέιβιντ Ο’ Ράιλι. Ο ίδιος ο Ουάτσον θεωρείται ένας παραδοσιακός άνθρωπος του πετρελαίου και δεν χάνει ευκαιρία να το επιβεβαιώνει σε κάθε ευκαιρία. Βασικό στοιχείο της ρητορικής του είναι η αντίθεση στις αποφάσεις του προέδρου Ομπάμα, στον οποίο χρεώνει ότι «πνίγει» την εγχώρια πετρελαϊκή βιομηχανία.

Ο Τζον Ουάτσον εξελέγη διευθύνων σύμβουλος της Chevron πέρυσι, αναλαμβάνοντας τα ηνία μιας από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις παγκοσμίως από τον απερχόμενο Ντέιβιντ Ο’ Ράιλι. Ο ίδιος ο Ουάτσον θεωρείται ένας παραδοσιακός άνθρωπος του πετρελαίου και δεν χάνει ευκαιρία να το επιβεβαιώνει σε κάθε ευκαιρία. Βασικό στοιχείο της ρητορικής του είναι η αντίθεση στις αποφάσεις του προέδρου Ομπάμα, στον οποίο χρεώνει ότι «πνίγει» την εγχώρια πετρελαϊκή βιομηχανία.

Ο Ουάτσον πιστεύει ότι η σημερινή αμερικανική κυβέρνηση συμπεριφέρεται υποκριτικά, αφού από τη μια επιδιώκει τη μείωση των εισαγωγών αργού και από την άλλη απαγορεύει στις δικές της εταιρείες να επεκταθούν στις ίδιες τις ΗΠΑ. Όπως δήλωσε σε συνέντευξή του στην Wall Street Journal, δεν επιθυμεί το « Beyond Petroleum», που είναι το σύνθημα της ΒΡ.

Επιπλέον, ο διευθύνων της Chevron δεν δίνει μεγάλη σημασία στις ΑΠΕ, αφού όπως σημειώνει, αποτελούν ένα ελάχιστο κομμάτι της ενεργειακής κατανάλωσης του πλανήτη σήμερα, σε αντίθεση με το πετρέλαιο, το οποίο καλύπτει ένα τεράστιο μέρος της. Αν και η εταιρεία του συμμετέχει στην έρευνα για τα βιοκαύσιμα, ο ίδιος πιστεύει πως «ακόμα δεν έχει φτάσει η ώρα τους».

Τέλος, ο κ. Ουάτσον αντιδρά στο επίσημο πόρισμα για την πετρελαιοκηλίδα της ΒΡ, το οποίο αναγνώριζε συστημικές αιτίες για την καταστροφή. Το γεγονός αυτό άλλωστε ήταν που οδήγησε στο πετρελαϊκό μορατόριουμ για όλες τις εταιρείες των ΗΠΑ.

Αναφορικά με τα βιογραφικά του στοιχεία, ο Τζον Ουάτσον σπούδασε οικονομικά και διοίκηση επιχειρήσεων και από το 1980 ξεκίνησε να εργάζεται για την Chevron ως οικονομικός αναλυτής. Το 1996 εξελέγη πρόεδρος της Chevron Canada και το 1998 αντιπρόεδρος του ομίλου, υπεύθυνος για τις εξαγορές. Το 2000 επόπτευσε την συγχώνευση με την Texaco και το 2005 εξελέγη πρόεδρος του τομέα ερευνών και παραγωγής. Τελικά, στις αρχές του 2010 ανέλαβε ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος.