Ο Ιρακινός Υπουργός Πετρελαίου Ανακοίνωσε τα Σχέδιά του για τον Έλεγχο του Πετρελαικού Πλούτου της Χώρας (11/06/2004)

Παρ, 11 Ιουνίου 2004 - 15:14
Ο νέος υπουργός Πετρελαίου του Ιράκ, Thamir Ghadhban, σκιαγράφησε την περασμένη Τετάρτη το πρόγραμμα για την ανάληψη του ελέγχου του ιρακινού πετρελαικού πλούτου, υποσχόμενος, παράλληλα, να επανιδρύσει την Εθνική Εταιρεία Πετρελαίου του Ιράκ (ΙΝΟC), μετά την 1 Ιουλίου, όταν δηλαδή η χώρα του θα «κερδίσει» και επίσημα την ανεξαρτησία της. «Επιθυμούμε να γυρίσουμε πίσω, στην παλιά υγιή διοίκηση της δεκαετίας του 1970, όταν η INOC χρηματοδοτείτο από την ίδια της την παραγωγή και το υπόλοιπο των πετρελαικών εσόδων πήγαινε στην κυβέρνηση», δήλωσε ο κ. Ghadhban, στο πλαίσιο της πρώτης του συνέντευξης από τον διορισμό του στο υπουργείο Πετρελαίου. Όπως υπογράμμισε ο ίδιος, η INOC θα διεγείρει το διεθνές ενδιαφέρον για τον πετρελαικό τομέα του Ιράκ. Σε μία περαιτέρω προσπάθεια να αποκατασταθεί ο έλεγχος του Ιράκ επί των δεύτερων μεγαλύτερων κοιτασμάτων πετρελαίου στον κόσμο, ο κ. Ghadhban δήλωσε, πως σύντομα θα απολυθούν όλοι οι αμερικανοί σύμβουλοι της προσωρινής κυβέρνησης. Ανέφερε, επίσης, ότι τα έσοδα θα συνεχίσουν να κατατίθενται στο Γραφείο Ανάπτυξης του Ιράκ στα Ηνωμένα Έθνη (Development Fund), με τη χώρα του να έχει τον πλήρη έλεγχο της αξιοποίησής τους. Παρά τα σχέδιά του για επανίδρυση της INOC, ο ίδιος τόνισε πως το Ιράκ θα εξετάσει τα οφέλη της ιδιωτικοποίησης, σεβόμενο την υποχρέωση της προσωρινής κυβέρνησης να σεβαστεί τον Transitional Administrative Law, οποίος ζητά από την καινούρια κυβέρνηση να μην κάνει κάτι που θα επηρεάσει τη μοίρα της χώρας, πριν τις εκλογές. Παράλληλα, ο υπουργός Πετρελαίου φρόντισε να καθησυχάσει το κοινό, αναφορικά με τις πρόσφατες επιθέσεις εναντίον των πετρελαικών υποδομών του Ιράκ, λέγοντας πως οι ταχείες επισκευές τους θα διασφαλίσουν έσοδα ύψους 16 δις δολαρίων, για το 2004. Στην προσπάθειά του να μειώσει την ξένη επιρροή στον πετρελαικό τομέα, ο κ. Ghadhban ανέφερε πως το υπουργείο του θα αναλάβει τον έλεγχο των δυνάμεων ασφαλείας, οι οποίες λειτουργούν σήμερα υπό τον έλεγχο της βρετανικής εταιρείας Erinys International. (Από τους Financial Times, 10/06/2004)