Οξεία κριτική άσκησαν οι εντεταλμένοι ελεγκτές των Ηνωμένων Εθνών, στις αμερικανικές κατοχικές αρχές στο Ιράκ, αναφορικά με τον τρόπο που αυτές διαχειρίζονται τα πετρελαικά έσοδα της χώρας, υποστηρίζοντας, παράλληλα, πως αντιμετώπισαν «αντίσταση» στο έργο τους από τα στελέχη της κυβέρνησης συνασπισμού. Σε προσωρινή έκθεση, που βρίσκεται στην κατοχή των Financial Times, η KPMG υποστηρίζει πως το Ιρακινό Ταμείο Ανάπτυξης (DFI), το οποίο διοικείται από την κυβέρνηση συνασπισμού (CPA) και διοχετεύει τα πετρελαικά έσοδα σε έργα ανοικοδόμησης της χώρας, έχει την τάση να κάνει σφάλματα και είναι επιρρεπές σε απάτες. Οι ελεγκτές της KPMG εκθέτουν, συγκεκριμένα, στο International Advisory and Monitoring Board (IAMB), το συμβούλιο που ελέγχει την εκμετάλλευση των χρημάτων από το DFI, ένα κατάλογο των εσόδων από το ιρακινό πετρέλαιο, των «παγωμένων» περιουσιακών στοιχείων και των κεφαλαίων που απέμειναν από το πρόγραμμα «oil-for-food» των Ηνωμένων Εθνών. Στην πρώτη τους προσωρινή έκθεση, οι ελεγκτές υποστήριξαν πως συνάντησαν αντίσταση από το προσωπικό της CPA, όσον αφορά στην υποβολή των πληροφοριών που χρειάζονταν για να ολοκληρώσουν την αποστολή τους, και αντιμετώπισαν, επίσης, γραφειοκρατικές δυσκολίες, στην προσπάθειά τους να μεταβούν στο αρχηγείο της κυβέρνησης συνασπισμού (CPA), στην κεντρική Βαγδάτη. Οι ελεγκτές των Ηνωμένων Εθνών προειδοποίησαν, μάλιστα, πως αυτά τα προβλήματα ενδεχομένως να τους καθυστερήσουν, με αποτέλεσμα να μην ολοκληρώσουν την δουλειά τους μέχρι τις 30 Ιουνίου, οπότε λήγει η προθεσμία και παραδίδεται η εξουσία της χώρας στους Ιρακινούς. Σύμφωνα με την CPA, το Ιρακινό Ταμείο Ανάπτυξης εισέπραξε 20,2 δις δολάρια, από τον περασμένο Μάιο, και έχει ήδη δαπανήσει 11,3 δις δολάρια , με τα 4,6 δις δολάρια να έχουν δεσμευτεί σε αξιόλογες συμφωνίες. Οι ελεγκτές άσκησαν κριτική στις λογιστικές μεθόδους της CPA, υποστηρίζοντας πως ήταν «ανοιχτή σε αθέμιτες πράξεις» και επιρρεπής σε σφάλματα, ενώ βέλη εκτόξευσαν και κατά του State Organisation for Marketing Oil (SOMO), του κρατικού ιρακινού οργανισμού που είναι υπεύθυνος για την πώληση του πετρελαίου. «Οι αποφάσεις που λαμβάνονται δεν τεκμηριώνονται, προκειμένου να εξασφαλίσουν τη διαφάνεια στις πωλήσεις του πετρελαίου. Επιπλέον, όταν δεν ανατίθεται στον μεγαλύτερο πλειοδότη κάποιο συμβόλαιο, κανείς δεν δικαιολογεί την ανάθεσή του σε κάποιον άλλο», αναφέρει η έκθεση. (Από τους Financial Times, 22/06/2004)