Η Ενεργοβόρος Τριακονταετία της Ελλάδας

Πριν από το 2000, το παγκόσμιο ΑΕΠ αυξανόταν ταχύτερα από ότι η κατανάλωση ενέργειας, με το πραγματικό ΑΕΠ να μεγεθύνεται με ρυθμό κοντά στο 3% ανά έτος στην περίοδο 1980-2000, ενώ η χρήση ενέργειας με 2%. Μετά την αλλαγή της χιλιετίας όμως, η τάση αυτή σταμάτησε και τα δύο μεγέθη αυξάνονται με ρυθμό που προσεγγίζει το 2,5% και στις δύο περιπτώσεις. Τι σημαίνει αυτό για την παγκόσμια οικονομία και τι ισχύει για την ελληνική συγκεκριμένα;
energia.gr
Δευ, 28 Νοεμβρίου 2011 - 08:36

Πριν από το 2000, το παγκόσμιο ΑΕΠ αυξανόταν ταχύτερα από ότι η κατανάλωση ενέργειας, με το πραγματικό ΑΕΠ να μεγεθύνεται με ρυθμό κοντά στο 3% ανά έτος στην περίοδο 1980-2000, ενώ η χρήση ενέργειας με 2%. Μετά την αλλαγή της χιλιετίας όμως, η τάση αυτή σταμάτησε και τα δύο μεγέθη αυξάνονται με ρυθμό που προσεγγίζει το 2,5% και στις δύο περιπτώσεις. Τι σημαίνει αυτό για την παγκόσμια οικονομία και τι ισχύει για την ελληνική συγκεκριμένα;

Ουσιαστικά πρόκειται για μια συζήτηση σχετικά με την ενεργειακή ένταση της οικονομίας, δηλαδή το πόση ενέργεια χρειάζεται για να παραχθεί μια μονάδα του ΑΕΠ. Σε γενικές γραμμές, οι κυβερνήσεις υπερηφανεύονται όταν επιτυγχάνουν αυξήσεις του ΑΕΠ μεγαλύτερες σε σχέση με την ενέργεια που δαπανούν. Στην πράξη όμως, αυτό δεν είναι απόλυτο, καθώς ένα κράτος μπορεί πλέον να μεταφέρει τη βαριά του βιομηχανία στο εξωτερικό και έτσι να βελτιώσει τεχνητά τον δείκτη αυτό.

Ένας παράγοντας που αναμφίβολα συνέβαλε στο «2,5%» είναι ότι ολοένα και περισσότερο η ενέργειά μας προέρχεται από πιο ακριβές πηγές, οι οποίες μάλιστα απαιτούν οι ίδιες περισσότερη ενέργεια για να παραχθούν. Για παράδειγμα, η παραγωγή συμβατικού πετρελαίου (το οποίο είναι φθηνό), αντικαθίσταται με την παραγωγή στα μεγάλα βάθη της θάλασσας ή στις καναδικές πετρελαϊκές άμμους, η οποία είναι πολυδάπανη και ενεργοβόρος. Με απλά λόγια, λαμβάνουμε λιγότερα από πριν σε σχέση με αυτά που δαπανούμε.


Ας δούμε τώρα την περίπτωση της Ελλάδας, η οποία είναι ιδιάζουσα σε σύγκριση με άλλα ευρωπαϊκά κράτη: Η χώρα μας μετά το 1980 αύξησε την κατανάλωση ενέργειας με πολύ ταχύτερους ρυθμούς σε σύγκριση με το ΑΕΠ της, κάτι που σημαίνει στην πράξη ότι δαπανούσαμε ολοένα και περισσότερη ενέργεια για την παραγωγή μας. Η τάση αυτή μάλιστα συνεχίστηκε σε ολόκληρη την περίοδο μέχρι το 2008, όταν η κρίση οδήγησε το ΑΕΠ και την κατανάλωση ενέργειας σε ελεύθερη πτώση, εξισώνοντας κάπως την κατάσταση.

Αντιθέτως, χώρες όπως η Γερμανία και η Ιταλία χαρακτηρίζονται από την αντίστροφη πορεία, δηλαδή είδαν την αναλογία ΑΕΠ/Ενέργεια να αυξάνεται σε βάθος χρόνου. Μπορεί να διακρίνει κανείς ότι ο συγκεκριμένος δείκτης αντικατοπτρίζει σε ένα βαθμό τις συνθήκες που επικρατούν στην εγχώρια οικονομία, ενώ η Ελλάδα έχει ακριβώς εκείνο το προφίλ μιας χώρας που θα περίμενε κάποιος να αντιμετωπίζει οικονομικό πρόβλημα.

Στο εξής, παραμένει άγνωστο πως ακριβώς θα επηρεάσουν οι ΑΠΕ και η συνεχιζόμενη ύφεση τον λόγο ΑΕΠ/Ενέργεια. Γνωρίζουμε πάντως ότι οι επενδύσεις αυτού του είδους απαιτούν υψηλότερα κεφάλαια σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους παραγωγής. Ένα πιθανό αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι ότι η αύξηση στην κατανάλωση ενέργειας θα συμβαδίσει με την ανάπτυξη του ΑΕΠ στη δεκαετία που διανύουμε, αφού οι επενδύσεις σε νέες μονάδες παραγωγής αναγκαστικά υπακούουν στον κανόνα της ζήτησης.