Η Ενέργεια να μη Γίνει Μέρος του Προβλήματος

Στις 22 και 23 Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκε με επιτυχία το ετήσιο συνέδριο του ΙΕΝΕ, και 16ο στην σειρά, «Ενέργεια & Ανάπτυξη». Κατά κοινή ομολογία η επιτυχία οφείλετο τόσο στην υψηλή προσέλευση (περισσότεροι από 260 συνέδρους παρακολούθησαν τις εργασίες του) όσο και στις εξαιρετικά επίκαιρες και τεκμηριωμένες εισηγήσεις και παρεμβάσεις από 60 ομιλητές και panelists. Παρά την αρνητική οικονομική συγκυρία τόσο σε εθνικό αλλά πλέον και σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, και την περιρρέουσα υποτονική ατμόσφαιρα, το συνέδριο συγκέντρωσε μεγάλο ενδιαφέρον από εγχώριους και διεθνείς παίκτες και επαγγελματίες και κατάφερε να μεταφέρει ένα θετικό μήνυμα προς τις αγορές
energia.gr
Δευ, 5 Δεκεμβρίου 2011 - 11:04
Στις 22 και 23 Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκε με επιτυχία το ετήσιο συνέδριο του ΙΕΝΕ, και 16ο στην σειρά, «Ενέργεια & Ανάπτυξη». Κατά κοινή ομολογία η επιτυχία οφείλετο τόσο στην υψηλή προσέλευση (περισσότεροι από 260 συνέδρους παρακολούθησαν τις εργασίες του) όσο και στις εξαιρετικά επίκαιρες και τεκμηριωμένες εισηγήσεις και παρεμβάσεις από 60 ομιλητές και panelists.

Παρά την αρνητική οικονομική συγκυρία τόσο σε εθνικό αλλά πλέον και σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, και την περιρρέουσα υποτονική ατμόσφαιρα, το συνέδριο συγκέντρωσε μεγάλο ενδιαφέρον από εγχώριους και διεθνείς παίκτες και επαγγελματίες και κατάφερε να μεταφέρει ένα θετικό μήνυμα προς τις αγορές.

Και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι παρά τις παρούσες δύσκολες συνθήκες λειτουργίας και τις δοκιμασίες που υφίστανται οι δραστηριοποιημένες στην Ελληνική αγορά ενεργειακές εταιρείες, εξακολουθεί να υπάρχει ελπίδα και προσδοκία για ένα καλύτερο αύριο. Ένα ακόμη θετικό στοιχείο ευρίσκεται στο υψηλό βαθμό οργάνωσης των εταιρειών και επιμέρους κλάδων οι οποίοι προβάλλουν απόψεις και διεκδικούν λύσεις βάσει καλά τεκμηριωμένων προτάσεων, κάτι που βοηθάει και τον Ρυθμιστή στο να αντιληφθεί τα προβλήματα του ενεργειακού τομέα και με την σειρά του να διατυπώσει και αυτός θέσεις με στόχο την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και την εξασφάλιση των συμφερόντων του καταναλωτή. Οι δε εταιρείες, του ενεργειακού τομέα με τις περισσότερες να διαθέτουν στελέχη με υψηλή κατάρτιση και προχωρημένο τεχνολογικό επίπεδο, ήδη επιδεικνύουν σημαντική εξωστρέφεια με την προώθηση συνεργασιών σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο.

Φαίνεται λοιπόν ότι οι παρούσες δυσκολίες όχι μόνο δεν επιδρούν αρνητικά στην επιχειρηματικότητα των εταιρειών αλλά έχουν ωθήσει μεγάλο αριθμό από αυτές στο να εξερευνήσουν νέους χώρους δραστηριοποίησης και να εισδύσουν σε αγορές εκτός Ελλάδος.

Βέβαια η εικόνα της εγχώριας αγοράς ενέργειας παραμένει από κάθε άποψη απογοητευτική καθώς αυτή ευρίσκεται σε μία διαρκή καθοδική πορεία με συρρικνούμενη ζήτηση και καταρρέουσα κατανάλωση. Η οικονομική κρίση, η χειρότερη που βιώνει η χώρα από το τέλος της δεκαετίας του 1940, έχει άμεσο και οδυνηρό αντίκτυπο στην αγορά ενέργειας αφού η παρατεταμένη ύφεση (σύμφωνα με τελευταία στοιχεία του ΟΟΣΑ η Ελληνική οικονομία μόνο κατά το τρέχον έτος θα συρρικνωθεί κατά 6,0%) οδηγεί σε ανάλογη ή και μεγαλύτερη μείωση της ζήτησης ενέργειας. Παράλληλα παρατηρείται αδυναμία πληρωμής από τμήμα καταναλωτών, δυσκολία στην χρηματοδότηση των επιχειρήσεων για κεφάλαια κίνησης, υψηλό κόστος και δυσκολία στην χρηματοδότηση επενδύσεων, αβεβαιότητα που εμποδίζει άμεσες ξένες επενδύσεις και πολιτική δυσκολία για αύξηση ρυθμιζόμενων τιμολογίων.

Όμως, παρά την συρρικνούμενη αγορά και τα μειωμένα έσοδα, η χώρα μας, όπως πολύ εύστοχα παρατήρησε ο Καθηγητής Παντελής Κάπρος στην παρουσίασή του με τίτλο «Η Ενεργειακή Αγορά και η Οικονομική Κρίση», ως μέλος της Ε. Ένωσης, και στο πλαίσιο των στόχων του 2020 είναι υποχρεωμένη να υλοποιήσει σημαντικές επενδύσεις οι οποίες περιλαμβάνουν τα εξής:

• Δίκτυα για τις ΑΠΕ και διασυνδέσεις νησιών (5 δις.)
• Επενδύσεις για ΑΠΕ (αιολικά και ηλιακά, >10000MW)
• Επενδύσεις για βιοκαύσιμα και βιοαέριο
• Θερμικές μονάδες εξισορρόπησης λειτουργίας ΑΠΕ
• Αποδοτικές λιγνιτικές μονάδες και αποθειώσεις σε παλαιές μονάδες
• Εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια και κατοικίες

Παράλληλα το κράτος, ως απόρροια του καθεστώτος της υψηλής και ισοπεδωτικής φορολογίας που έχει εισάγει η Μνημονιακή πολιτική, πιέζει για αύξηση των τιμών ενέργειας μέσα από ειδικούς φόρους στο φυσικό αέριο και τα καύσιμα (το υψηλότερο στην EU27), την δυσκολία ανάκτησης παγίου και ανελαστικού κόστους, την αύξηση του κόστους κεφαλαίων, την αύξηση του ειδικού τέλους ΑΠΕ (που μόνο ένα μέρος κατευθύνεται στην αγορά πράσινης ενέργειας) στην αναπροσαρμογή τιμολογίων ηλεκτρικού ρεύματος και τις περαιτέρω αυξήσεις τιμών φυσικού αερίου και πετρελαίου- ενώ επίκειται και η εισαγωγή (το 2013) κόστους εκπομπών CO2.

Ως αποτέλεσμα των πιέσεων για αύξηση των τιμών ενέργειας αντιμετωπίζουμε πλέον μεγαλύτερη αβεβαιότητα στις εισπράξεις και τις συναλλαγές ενώ οδηγούμεθα σε σημαντική μείωση της ρευστότητας. Με την σειρά τους οι ανωτέρω παράγοντες επηρεάζουν αρνητικά την δομή του ανταγωνισμού και εντείνουν την αβεβαιότητα.

Όμως ο ανταγωνισμός, όπως παρατήρησε στο Συνέδριο και ο εκπρόσωπος της Task Force Greece της Ε. Επιτροπής, κ. Ben Van Hootte, αποτελεί την βάση για την λειτουργία της αγοράς και άρα, παρά τις σημερινές δυσκολίες, πρέπει να ενισχυθεί γιατί μόνο έτσι μακροπρόθεσμα θα εξασφαλισθούν επενδύσεις και ανταγωνιστικές τιμές.

Όμως το εφαρμοζόμενο σήμερα στην Ελλάδα μοντέλο ηλεκτρικής αγοράς έχει φθάσει στο τέλος του, παρατηρούν εκπρόσωποι εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Ελληνική χονδρεμπορική αγορά, αφού αυτό αδυνατεί πλέον να διαχειρισθεί την σημερινή αβεβαιότητα αλλά και την μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ.

Όμως η θέσπιση μοντέλου διμερών συμβολαίων - που είναι το ζητούμενο - με παράλληλη διατήρηση της σημερινής υπερ-δεσπόζουσας θέσης της ΔΕΗ θα ήτο καταστροφικό για την ομαλή λειτουργία της αγοράς. Για αυτό και το άνοιγμα της λιγνιτικής παραγωγής προς τους ανεξάρτητους παραγωγούς, κάτι που μετ’ επιτάσεως ζητά η ΕΕ έχοντας το περιλάβει στο Μνημόνιο τον Ιούνιο 2010, είναι άκρως απαραίτητο.

Βέβαια, όπως τονίζουν εκπρόσωποι του κλάδου, ο ανταγωνισμός στην ηλεκτρική αγορά δεν θα προέλθει μόνο μέσω της πώλησης πακέτου λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών μονάδων της ΔΕΗ εάν ταυτοχρόνως δεν θεσπισθούν σειρά άλλων αποτελεσματικών μέτρων με στόχο τον καθετοποιημένο ανταγωνισμό και κυρίως την απορρύθμιση των τιμολογίων και τον ιδιοκτησιακό διαχωρισμό των δικτύων μέσω επενδύσεων. Βάσει των ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι η παρούσα οικονομική κρίση μπορεί πράγματι να αποτελέσει ευκαιρία για την πλήρη επανασχεδίαση και αναδιάρθρωση της αγοράς με υπέρβαση της αρνητικής συγκυρίας μέσω τολμηρών εκσυγχρονιστικών βημάτων.

Και αυτό δεν αφορά μόνο την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και τις ΑΠΕ αλλά και το φυσικό αέριο (βλέπε επέκταση δικτύου, διασυνοριακοί αγωγοί, αποθήκευση), την έρευνα και παραγωγή υδρογονανθράκων, την εσωτερική αγορά πετρελαιοειδών και την ενεργειακή αποδοτικότητα.

Εάν όμως συνεχισθεί η σημερινή αδράνεια, οι πειραματισμοί και η έλλειψη σοβαρότητας από την πολιτική ηγεσία η ενέργεια αντί να αποτελέσει μέρος της λύσης μπορεί να γίνει μέρος του προβλήματος.