Η Ελλάδα της υπερβολής. Μέχρι και πριν από ένα χρόνο, όσοι μιλούσαν για πετρέλαιο στην Ελλάδα ήταν από «περιθωριακοί» (το λιγότερο) έως «θεωρητικοί της συνωμοσιολογίας» (το περισσότερο). Μάλιστα, οι πρώτοι που έριχναν στην πυρά όλους όσοι υποστήριζαν τα παραπάνω ήταν οι «αρμόδιοι» κυβερνητικοί και υπηρεσιακοί παράγοντες, που διέψευδαν μετά βδελυγμίας και την παραμικρή αναφορά στο θέμα.

Η Ελλάδα της υπερβολής. Μέχρι και πριν από ένα χρόνο, όσοι μιλούσαν για πετρέλαιο στην Ελλάδα ήταν από «περιθωριακοί» (το λιγότερο) έως «θεωρητικοί της συνωμοσιολογίας» (το περισσότερο). Μάλιστα, οι πρώτοι που έριχναν στην πυρά όλους όσοι υποστήριζαν τα παραπάνω ήταν οι «αρμόδιοι» κυβερνητικοί και υπηρεσιακοί παράγοντες, που διέψευδαν μετά βδελυγμίας και την παραμικρή αναφορά στο θέμα. 

Κάποιοι από αυτούς τους τελευταίους, τώρα, όχι απλώς συμμετέχουν στις ομάδες εργασίας που... ανακαλύπτουν πετρέλαιο, αλλά φτάνοντας στο άλλο σημείο, δεν αφήνουν σπιθαμή ελληνικού εδάφους χωρίς να τη θεωρούν υποψήφια να μετατραπεί σε μικρή «Σαουδική Αραβία». Εννοείται πως ισχύει μάλλον ό,τι συνήθως, δηλαδή, η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Ωστόσο, αυτό το ίδιον της φυλής, η υπερβολική αντίδραση σε οτιδήποτε μας αφορά ή νομίζουμε ότι μας αφορά, ευθύνεται για πολλά από τα δεινά μας.

Αλλο παράδειγμα: Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90, η πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό ήταν σχεδόν αδύνατη. Με την απελευθέρωση της αγοράς των δανείων, που συντελέσθηκε (για πολλούς λόγους, που δεν είναι του παρόντος) τότε, οι Ελληνες βάλθηκαν να καλύψουν το χαμένο έδαφος όλων των προηγούμενων δεκαετιών, μέσα σε ελάχιστο διάστημα. Και κάπου εκεί στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, τα κατάφεραν. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος και της Eurostat, η χώρα μας, από τότε, είχε ξεπεράσει τον μέσο όρο και λίγο πριν ενσκήψει η κρίση, σε ορισμένες κατηγορίες είχε φτάσει να διεκδικεί πρωτιά. Τα επέκεινα αυτής της υπερβολικής αντίδρασης τα ζούμε σήμερα. Περίπου 750.000 στεγαστικά δάνεια έχουν ήδη ρυθμιστεί, αλλά δεν είναι αρκετά. Οι επισφάλειες στη συγκεκριμένη κατηγορία έφτασαν ήδη στο 12%. Θέλετε ένα μέτρο σύγκρισης; Μόλις πριν από τρία χρόνια δεν ξεπερνούσαν το 1,5%, άντε 2% το πολύ. Και το κρίσιμο ερώτημα είναι: Ποιος μπορεί να προβλέψει πού θα διαμορφωθεί το ίδιο ποσοστό σε τρία χρόνια από σήμερα; Κανείς. Στην Τράπεζα της Ελλάδος δεν θέλουν ούτε να σκέφτονται τη συγκεκριμένη προοπτική.

Το συμπέρασμα; Αν ως λαός κατορθώναμε να κρατήσουμε λίγο την ψυχραιμία μας, αποφεύγοντας τη λογική του «ή του ύψους ή του βάθους», σίγουρα τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα. Σε αυτή τη φάση, λοιπόν, που περνάμε από το... ύψος στο βάθος, καλό θα ήταν να το φιλοσοφήσουμε και να αποφασίσουμε ότι μάλλον θα ήταν προτιμότερο να «μείνουμε ψύχραιμοι και να συνεχίσουμε». Ακολουθώντας αυτή τη συνταγή, κερδήθηκε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Μπορεί να κερδηθεί και ο τρίτος, που βρίσκεται εν εξελίξει και ο οποίος μπορεί να μην είναι συμβατικός, αλλά έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός γενικευμένου πολέμου. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι έχει εμάς στο επίκεντρό του.

(από την εφημερίδα "Καθημερινή")