Το Νέο Ενεργειακό Σύνορο της Ευρώπης: Η Αναζήτηση της Νορβηγίας για Πετρέλαιο και Φυσικό Αέριο στην Αρκτική (18/01/2005)

Το Νέο Ενεργειακό Σύνορο της Ευρώπης: Η Αναζήτηση της Νορβηγίας για Πετρέλαιο και Φυσικό Αέριο στην Αρκτική (18/01/2005)
Τρι, 18 Ιανουαρίου 2005 - 11:29
Του Nicholas George
Η οικονομική άνθηση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στο Χάμερφεστ της Νορβηγίας – με τις τιμές των ακινήτων να έχουν αυξηθεί κατά 70% μέσα σε δύο χρόνια, τα σχολεία να ξαναχτίζονται και τα παλιά εργοστάσια να αντικαθίστανται από πολιτιστικά κέντρα – είναι ευνόητη, καθώς η νορβηγική αυτή πόλη πιστεύεται ότι σύντομα θα αποτελέσει το πιο σημαντικό ενεργειακό σύνορο της Ευρώπης. Στο γειτονικό νησί Melkoya κατασκευάζεται ένα μεγάλο τέρμιναλ φυσικού αερίου, το οποίο αναμένεται να ξεκινήσει τη λειτουργία το 2006, σηματοδοτώντας την πρώτη εμπορική εκμετάλλευση των ενεργειακών αποθεμάτων που βρίσκονται βόρεια του Χάμερφεστ, κάτω από τη Θάλασσα Μπάρεντς. Το φυσικό αέριο – που θα προέρχεται από το κοίτασμα Snohvit, 140 χλμ. βόρεια της πόλης – θα αποτελέσει την πρώτη ύλη για τις πρώτες εξαγόμενες ποσότητες υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), ένα είδος ενέργειας ιδιαίτερα δημοφιλές σε πολλές πετρελαϊκές εταιρείες. Επίσης, τον ερχόμενο μήνα (Δεκέμβριος 2004), μία πλατφόρμα άντλησης πετρελαίου θα εγκατασταθεί 230 χλμ. βόρεια του Χάμερφεστ, προκειμένου να ξεκινήσει η διάνοιξη της πρώτης πετρελαιοπηγής, μετά την άρση της απαγόρευσης άντλησης πετρελαίου από τη νορβηγική κυβέρνηση. Έπειτα από χρόνια αποτυχιών και διαψεύσεων, η βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου επιδεικνύει ξανά έντονο ενδιαφέρον για τη Θάλασσα Μπάρεντς. «Αν επιτύχουμε, πιστεύω ότι η Θάλασσα Μπάρεντς θα αποδειχτεί μία πολύ σημαντική πηγή ενέργειας για την Ευρώπη και τις ΗΠΑ» επισημαίνει ο Χένριχ Κάρλσεν από τη νορβηγική Statoil, η οποία θα έχει τον έλεγχο λειτουργίας του εργοστασίου της Melkoya και θα συμμετέχει στις επικείμενες αντλήσεις πετρελαίου. Η Θάλασσα Μπάρεντς είναι ένα από τα νέα ενεργειακά σύνορα, προς τα οποία έχουν στρέψει τις φιλοδοξίες τους οι διεθνείς εταιρείες. Οι δυσκολίες της αέναης αναζήτησης πηγών πετρελαίου και φυσικού αερίου ήρθαν στο προσκήνιο το περασμένο έτος, με τα προβλήματα που αντιμετώπισε η Royal Dutch / Shell, η οποία ως γνωστόν αναγκάστηκε να μειώσει το επίπεδο των αποδεδειγμένων αποθεμάτων της κατά 23%. Παράλληλα, και άλλοι ενεργειακοί όμιλοι έχουν αγωνιστεί να αντικαταστήσουν τα εξαντλούμενα κοιτάσματά τους, τη στιγμή που η ακόρεστη οικονομική ανάπτυξη της Κίνας συμβάλλει στην διαρκή αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης για ενέργεια. Αν και η παραγωγή και τα αποθέματα των μεγαλύτερων εταιρειών του κόσμου αναμένεται να αυξάνονται για το υπόλοιπο της δεκαετίας, η μεταγενέστερη εικόνα φαίνεται να είναι λιγότερο ξεκάθαρη, καθώς η πρόσβαση στα τεράστια αποθέματα της Ρωσίας και της Μέσης Ανατολής δεν μπορεί να διασφαλιστεί εύκολα. Η πεποίθηση ότι οι πετρελαϊκές τιμές θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα – μεσοπρόθεσμα τουλάχιστον – ενθαρρύνει τις εταιρείες να ρισκάρουν την αναζήτηση πετρελαίου σε πιο «επικίνδυνες» περιοχές. Έτσι, η δυνατότητα για περαιτέρω εξερεύνηση της Θάλασσας Μπάρεντς εμφανίζεται καλοδεχούμενη. Παρά την υψηλή της φορολογία, η Νορβηγία θεωρείται ως ένα πολύ πιο σταθερό επιχειρησιακό περιβάλλον από τις περισσότερες περιοχές που εξερευνούνται αυτή την περίοδο – όπως η δυτική Αφρική και η Ρωσία. Σύμφωνα με την Geological Survey των ΗΠΑ, γύρω στο 25% των αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου που δεν έχουν ανακαλυφθεί ακόμη βρίσκονται στην Αρκτική, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, της Αλάσκας και της Θάλασσας Μπάρεντς. Το Norwegian Petroleum Directorate, ένας κυβερνητικός οργανισμός, εκτιμά πως η Θάλασσα Μπάρεντς πιθανόν να περιέχει το 1/3 των νορβηγικών κοιτασμάτων που δεν έχουν ανακαλυφθεί. Γι’ αυτό το λόγο, η Μπάρεντς θα μπορούσε να αποζημιώσει τη Νορβηγία και τις πετρελαϊκές της εταιρείες για την φθίνουσα παραγωγή άλλων περιοχών της χώρας, όπως η Βόρεια Θάλασσα. Παρόλο που η Νορβηγία αποτελεί τον τρίτο μεγαλύτερο εξαγωγό πετρελαίου στο κόσμο, μετά την Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία, η πετρελαϊκή της παραγωγή αναμένεται να μειωθεί από 2,8 εκατ. βαρέλια την ημέρα το 2005 σε 1,5 εκατ. βαρέλια το 2014. Η Θάλασσα Μπάρεντς είναι σημαντική για τη Statoil και την Hydro, καθώς και οι δύο εταιρείες έχουν συναντήσει εμπόδια στην προσπάθειά τους να επεκταθούν σε διεθνές επίπεδο. Οι νορβηγικές εταιρείες πιστεύουν πως αν καταφέρουν να αναπτύξουν επιτυχώς το νορβηγικό τμήμα της Μπάρεντς, θα βρίσκονται σε ευνοϊκότερη θέση όταν θα προσεγγίζουν τους ρωσικούς ομίλους διεκδικώντας συμμετοχή στις εξελίξεις. Η Ρωσία, η οποία κατέχει ιδιοκτησιακά δικαιώματα στη Θάλασσα Μπάρεντς, έχει ανακαλύψει το τεράστιο κοίτασμα φυσικού αερίου Shtokmanovskoye - 3.200 δις κυβικών μέτρων, δηλαδή δυόμισι σχεδόν φορές μεγαλύτερο από το κοίτασμα Throll στην Βόρεια Θάλασσα. Παρ’ όλα αυτά, το Shtokmanovskoye απέχει περισσότερο από 500 χλμ. από την στεριά και έτσι η εκμετάλλευσή του θα χρειαστεί σημαντικές επενδύσεις και τεχνογνωσία. Πάντως, τόσο η Statoil όσο και η Hydro ενδιαφέρονται να επενδύσουν στο συγκεκριμένο κοίτασμα και έχουν υπογράψει συμβόλαια με τη ρωσική Gazprom, την ιδιοκτήτρια εταιρεία του. Σε περίπτωση που οι γεωτρήσεις στην Θάλασσα Μπάρεντς έχουν ικανοποιητικά αποτελέσματα, είναι πολύ πιθανό να αυξηθεί το διεθνές ενδιαφέρον για εκμετάλλευση και παραγωγή πετρελαίου στην περιοχή. Η ιταλική ENI είναι ήδη παρούσα στην Μπάρεντς: το 2000 ανακάλυψε το πετρελαϊκό κοίτασμα Goliath, ενώ σχεδιάζει και άλλες δοκιμαστικές γεωτρήσεις στην περιοχή στα τέλη του 2005. Η εταιρεία είναι συνιδιοκτήτρια, μάλιστα, σε δύο από τις πετρελαιοπηγές, στις οποίες θα κάνουν γεωτρήσεις οι Hydro και Statoil. Τον επόμενο χρόνο η νορβηγική κυβέρνηση σχεδιάζει να παραχωρήσει στις πετρελαϊκές εταιρείες μεγάλες εκτάσεις προς εκμετάλλευση, στην Θάλασσα Μπάρεντς. Η υπουργός Πετρελαίου και Ενέργειας της χώρας, κα Thorhild Widvey, επιδιώκει να προχωρήσει στις εν λόγω παραχωρήσεις, σε μια περίοδο που η Νορβηγία αγωνίζεται να προσελκύσει επενδύσεις στον πετρελαϊκό τομέα. Σύμφωνα με την Ένωση Πετρελαϊκών Βιομηχανιών της Νορβηγίας (Norwegian Oil Industry Association), το μερίδιο της χώρας στις παγκόσμιες δαπάνες για την εκμετάλλευση κοιτασμάτων μειώθηκε το 2003 στο 3-4%, από 9% που ήταν το 1997. Η βιομηχανία αποδίδει αυτή την εξέλιξη στο δυσμενές φορολογικό καθεστώς της Νορβηγίας. Όπως επισημαίνει ο Scott Kerr, επικεφαλής της BP Norway, έρευνες έχουν δείξει ότι ένα κοίτασμα στο νορβηγικό τμήμα της Βόρειας Θάλασσας θα πρέπει να είναι 4-5 φορές μεγαλύτερο από ένα κοίτασμα στο βρετανικό τμήμα προκειμένου να είναι προσοδοφόρο. Προς το παρόν, η βελτίωση του φορολογικού καθεστώτος προς όφελος των ενεργειακών εταιρειών είναι πολιτικά αδύνατη στη Νορβηγία, σε μια περίοδο κατά την οποία οι υψηλές πετρελαϊκές τιμές αποφέρουν κέρδη ρεκόρ σε πολλές εταιρείες. Η κ. Widvey ευελπιστεί, πάντως, πως οι καινούριες άδειες που θα δοθούν στη Θάλασσα Μπάρεντς, θα τονώσουν και πάλι το επενδυτικό ενδιαφέρον. Οι πρόωρες προσπάθειες εκμετάλλευσης των τοπικών κοιτασμάτων απέτυχαν, εξαιτίας τεχνικών δυσκολιών, κόστους αλλά και της έλλειψης μιας γειτονικής αγοράς. Οι ελπίδες στρέφονται πλέον στην τεχνολογία, η πρόοδος της οποίας θα διευκολύνει την άντληση πετρελαίου και φυσικού αερίου από την περιοχή. Το κοίτασμα Snohvit, που ανακαλύφθηκε το 1984, δεν είναι μεγάλο βάσει των διεθνών στάνταρ. Μαζί με τα γειτονικά κοιτάσματα του Askeladd και του Albatross, υπολογίζεται ότι περιέχει 200 δις κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, ενώ η ετήσια παραγωγή του αναμένεται να αγγίξει τα 5,7 δις κυβικά μέτρα. Παρ’ όλα αυτά, η ανάπτυξη του Snohvit θεωρείται πρωτοποριακή στην Ευρώπη, καθώς αποτελεί μία νέα μέθοδο εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων φυσικού αερίου. Η απόσταση μεταξύ του κοιτάσματος και των αγορών καθιστά την κατασκευή ενός απευθείας αγωγού (που θα ενώνει το κοίτασμα με την ξηρά) ανέφικτη. Γι’ αυτό το λόγο, το αέριο θα μεταφέρεται (μέσω υποθαλάσσιου αγωγού) στον σταθμό της νήσου Melkoya, όπου θα μετατρέπεται σε υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG). Η Statoil έχει ήδη εξασφαλίσει αγορά για το φυσικό αέριο, με ένα μακροπρόθεσμο συμβόλαιο που της δίνει πρόσβαση στο σταθμό Cove Point της αμερικανικής πολιτείας Maryland. Άραγε θα ακολουθήσουν και άλλες συμβάσεις; Η άποψη ότι η Θάλασσα Μπάρεντς θα αποφέρει σημαντικά κέρδη δεν έχει πείσει τους πάντες. Αν και υπήρξε ευρεία εκμετάλλευση της περιοχής κατά τη δεκαετία του ’80, μέχρι το 1990 το ενδιαφέρον είχε εκλείψει, εξαιτίας της αδυναμίας να βρεθούν κοιτάσματα που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν εύκολα. Σύμφωνα με τον Tore Torvund, επικεφαλής του τομέα πετρελαίου και φυσικού αερίου της Statoil, το πρόβλημα φαίνεται να είναι γεωλογικής φύσεως: μία έλλειψη «παγίδων», οι οποίες δεν επιτρέπουν στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο να διαφύγουν. Το επικείμενο πρόγραμμα γεωτρήσεων αναμένεται να δώσει μία σαφέστερη εικόνα των δυνατοτήτων της περιοχής. Ακόμη όμως και αν υποθέσουμε ότι οι τεχνικές και γεωλογικές δυσκολίες μπορούν να ξεπεραστούν, οι πετρελαϊκές εταιρείες αντιμετωπίζουν τη σθεναρή αντίθεση των περιβαλλοντικών οργανώσεων, καθώς η Θάλασσα Μπάρεντς αποτελεί καταφύγιο για πολλά άγρια ζώα και φυτά και φιλοξενεί μερικά από τα πλουσιότερα και πιο παραγωγικά ιχθυοτροφεία του πλανήτη. Δεν είναι τυχαίο ότι το WWF έχει χαρακτηρίσει την περιοχή ως «το τελευταίο ανέγγιχτο θαλάσσιο περιβάλλον της Ευρώπης». Οι διαμαρτυρίες είναι τόσο σθεναρές, που είχαν αναγκάσει τη νορβηγική κυβέρνηση να σταματήσει την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων το 2001. Η απαγόρευσή αυτή έχει αρθεί πλέον στις περισσότερες περιοχές, αλλά οι αντιδράσεις δεν έχουν κοπάσει. Η πετρελαϊκή βιομηχανία υποστηρίζει ότι έχει λάβει υπ’ όψιν τις ανησυχίες των περιβαλλοντικών οργανώσεων. Οι περιβαλλοντικοί κανόνες της Νορβηγίας είναι οι πιο αυστηροί παγκοσμίως, ενώ η κυβέρνηση εξακολουθεί να κρατάει κλειστές αρκετές περιοχές, συμπεριλαμβανομένου και του βόρειου τμήματος της Θάλασσας Μπάρεντς. Οι επικριτές, ωστόσο, θεωρούν την εκμετάλλευση της περιοχής ως μία απόδειξη του πόσο «τυφλοί» έχουν γίνει οι Νορβηγοί πολιτικοί, εξαιτίας του τεράστιου πετρελαϊκού πλούτου της χώρας τους. (Από τους Financial Times)