Μετά το δημόσιο χρέος και τις ιδιωτικές καταθέσεις, η ομαλή διαχείριση της χρεοκοπίας κρατών: Πέντε σχεδόν χρόνια μετά την έκρηξη της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, ένα χρόνο μετά τις ελπίδες για ανασύνταξη της Ευρωζώνης μέσω της Τραπεζικής Ενωσης ο επικεφαλής της Μπούντεσμπανκ Βάιντεμαν, σε άρθρο του που θα δημοσιευθεί τις επόμενες μέρες στο περιοδικό Central Banking, θα θέσει το δίλημμα ή της πλήρους μετάλλαξης της Ευρωζώνης σε πλήρη δημοσιονομική ένωση ή της προετοιμασίας για τη διαχείριση της χρεοκοπίας των υπερχρεωμένων κρατών-μελών

Μετά το δημόσιο χρέος και τις ιδιωτικές καταθέσεις, η ομαλή διαχείριση της χρεοκοπίας κρατών: Πέντε σχεδόν χρόνια μετά την έκρηξη της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, ένα χρόνο μετά τις ελπίδες για ανασύνταξη της Ευρωζώνης μέσω της Τραπεζικής Ενωσης ο επικεφαλής της Μπούντεσμπανκ Βάιντεμαν, σε άρθρο του που θα δημοσιευθεί τις επόμενες μέρες στο περιοδικό Central Banking, θα θέσει το δίλημμα ή της πλήρους μετάλλαξης της Ευρωζώνης σε πλήρη δημοσιονομική ένωση ή της προετοιμασίας για τη διαχείριση της χρεοκοπίας των υπερχρεωμένων κρατών-μελών.

Πέρσι, ο Βάιντεμαν, όταν μοναχικός αντιτασσόταν στο Δ.Σ. της ΕΚΤ στη δέσμευση Ντράγκι για κάθε αναγκαία κίνηση σταθεροποίησης στην Ευρωζώνη, φάνταζε απομονωμένος ακόμη και απέναντι στον έτερο Γερμανό εκπρόσωπο Ασμουσεν.

Σήμερα, όταν το SPD γιορτάζει τα 150 χρόνια του με υποψήφιο καγκελάριο τον Στάινμπρουκ που το 2008 συμμερίσθηκε ως υπουργός Οικονομικών την απόφαση της Μέρκελ να μην επιτρέψει συνολική προληπτική θωράκιση της Ευρωζώνης, με τη διαπίστωση ότι κυρίως χρειάζεται ολοκλήρωση της δημοσιονομικής εξυγίανσης, τότε καταλαβαίνουμε ότι στις εκλογές του προσεχούς Σεπτεμβρίου στη Γερμανία δεν υπάρχει κανένα δραματικό διακύβευμα πέραν των αποχρώσεων της περιχαράκωσης, της περιφρούρησης της ακινησίας, της αποφυγής κάθε μη αντιστρέψιμης δέσμευσης και παραχώρησης από το εθνικό σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ούτε όραμα ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης με γερμανικές έστω προδιαγραφές, ούτε κλασική μορφή επιβολής ηγεμονίας σε διμερές ή πολυμερές επίπεδο: Η σημερινή Γερμανία φαίνεται σιωπηλά και συναινετικά να πιστεύει ότι η ακινησία στην περαιτέρω πορεία της ευρωπαϊκής οικοδόμησης και η παραπομπή των προβλημάτων των εταίρων σε εθνική πολιτική διαχείριση και κυρίως αυτοχρηματοδότηση κοστίζουν πολύ λιγότερο από ό,τι μια συνολική επιτάχυνση της ενοποίησης.

Για ακόμη μια φορά στην Ιστορία της, η γερμανική Σοσιαλδημοκρατία χάνει δραματική ευκαιρία και διαψεύδει θεαματικά όσους είχαν κατά νου τη μεταπολεμική της πορεία, τη μετατροπή της σε κόμμα ήπιας διαχειριστικής μεταρρύθμισης στο συνέδριο του Μπαντ Γκόντεσμπεργκ στα τέλη της δεκαετίας του '50, αλλά κυρίως στη μεγάλη ανατροπή που έφερε ο Μπραντ με την Οστπολιτίκ το 1969.

Ο γκρίζος Στάινμπρουκ που είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει το κόμμα του σε ιστορικά χαμηλά -κάτω και από το εξευτελιστικό 23% του 2009- δεν έχει καν την επικοινωνιακή αίγλη της απότομης μεταστροφής σαν αυτή που είχε πραγματοποιήσει το SPD τον Ιούλιο του 1914, όταν από τη γενική απεργία που θα ματαίωνε τον Ιμπεριαλιστικό Πόλεμο ψήφιζε τις πολεμικές πιστώσεις υπό τα χειροκροτήματα της Δεξιάς...

Ολα τα μετεκλογικά σενάρια είναι ανοικτά στη Γερμανία, το πιο πιθανό και το πιο σκληρό για τους εταίρους της Γερμανίας στην Ευρωζώνη δεν μοιάζει να είναι άλλο από έναν νέο Μεγάλο Συνασπισμό, όπου αντί των γραφικών Φιλελευθέρων, θα έχουμε την άκαμπτη συναίνεση Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημο-κρατών.

Το 1969 -1972 ο Μπραντ σε συμβολικό-επικοινωνιακό επίπεδο έκανε οδυνηρές παραχωρήσεις, αποδέχθηκε τον εδαφικό ακρωτηριασμό της χώρας κατά το εν τρίτον της προπολεμικής της έκτασης και αναγνώρισε de facto την ύπαρξη της Ανατολικής Γερμανίας, κινήσεις όμως χωρίς τις οποίες θα ήταν αδύνατη η ενοποίηση της χώρας το 1989-90.

Σήμερα η Γερμανία συναινετικά και διακομματικά αυτοπαραιτείται από τις ευρωπαϊκές της ευθύνες θυμίζοντας τους γκρίζους και ξεχασμένους κάτω από τη σκόνη της ιστορίας ηγέτες που διαδέχθηκαν στο πέρασμα του χρόνου τον Μπίσμαρκ: Ποιος θυμάται τους διαδόχους του Καπρίβι, Χοχενλόε, Φον Μπίλοβ και Μπέτμαν Χόλβεγγ, που οδήγησαν στην καταστροφή του 1914 χωρίς αποχρώντα λόγο;

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 27/05/2013)