Η παγκόσμια οικονομία υπέστη μέτρια επιβράδυνση από το ξέσπασμα των τιμών πετρελαίου, πάνω από τα 50 δολάρια το βαρέλι το περασμένο έτος. Τώρα, που οδεύει για σπάσιμο του φράγματος των 60 δολαρίων και η ζήτηση εξακολουθεί να είναι ισχυρή από τις ΗΠΑ και την Κίνα, φουντώνουν και πάλι οι ανησυχίες για το ότι η φετινή άνοδος των πετρελαϊκών τιμών θα καταφέρει νέο πλήγμα στην παγκόσμια ανάπτυξη, αλλά χωρίς να οδηγήσει σε μέτρα εξοικονόμησης τα οποία βοήθησαν τη διεθνή κοινότητα να ξεπεράσει προγενέστερες ενεργειακές κρίσεις. Η κατανάλωση βενζίνης και ντίζελ συνεχίζει να αυξάνεται θεαματικά στις ΗΠΑ, τη μεγαλύτερη καταναλώτρια ενέργειας, παρά το υψηλό επίπεδο τιμών και την επιβραδυνόμενη οικονομία. Η Κίνα, εξ άλλου, η Νο2 στην κατανάλωση, εξακολουθεί να χρησιμοποιεί όλο και μεγαλύτερες ποσότητες ορυκτών καυσίμων προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες της αναπτυσσόμενης οικονομίας της αλλά και της αυξανόμενης, διεθνώς, ζήτησης για τα προϊόντα της. Η άνοδος των τιμών οδηγείται κατά κύριο λόγο από τους δύο αυτούς οικονομικούς κολοσσούς και όχι από ελλείψεις προσφοράς του προϊόντος, όπως είχε συμβεί στις μεγάλες πετρελαϊκές κρίσεις των δεκαετιών 1970 και 1980. Όμως, όπως και να 'χει, η όλη αυτή δυναμική φέρνει την παγκόσμια οικονομία σε άσχημη θέση: οι οικονομολόγοι θεωρούν ότι οι ενεργειακές τιμές επανεμφανίζονται ως κατ' εξοχήν ανασταλτικός παράγων για την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας. Πολύ απλά, για να υπάρξει ανάπτυξη η παγκόσμια οικονομία χρειάζεται περισσότερο πετρέλαιο. Το πόσο περισσότερο χρειάζεται εξαρτάται από το πόσο γρήγορα αναπτύσσεται η παγκόσμια οικονομία και από το βαθμό αποτελεσματικότητας στη χρήση της ενέργειας. «Οι πετρελαϊκές τιμές στην πραγματικότητα δεν πρόκειται να καμφθούν, παρά μόνο όταν αποδυναμωθεί η παγκόσμια οικονομία» τονίζει ο Φίλιπ Φερλέγκερ, ανώτατο στέλεχος στο Ινστιτούτο Διεθνούς Οικονομίας, στην Ουάσιγκτον και προσθέτει: «Θα μπορούσα να διατυπώσει την πρόβλεψη για τιμή 90 δολαρίων το βαρέλι μέχρι τον επόμενο Μάρτιο» αναφερόμενος έτσι σε δυσχέρειες στην προσφορά του προϊόντος, κυρίως διυλισμένων, και στην επερχόμενη χειμερινή περίοδο στο βόρειο ημισφαίριο, όπου και η κατανάλωση αυξάνεται. Οι επιπτώσεις από την άνοδο των πετρελαϊκών τιμών αποτυπώνονται σε πρόσφατη έκθεση της Citigroup Inc. όπου γίνεται αναθεώρηση των εκτιμήσεων για την αμερικανική οικονομία, κατά 0,25 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα, στο 3,5% εφέτος. (Από τη Ναυτεμπορική, 22/6/05)