Η Κομισιόν Επιλέγει την Ανταγωνιστικότητα των Βιομηχανιών Εις Βάρος των ΑΠΕ

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε τελικά έναν μετριοπαθή στόχο για τις ΑΠΕ με διείσδυση 27% ως το 2030, προκειμένου να προστατεύσει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών βιομηχανιών που σήμερα σηκώνουν το βάρος των ακριβότερων ενεργειακών τιμολογίων. Με τον τρόπο αυτό, η Κομισιόν φαίνεται πως έλαβε το μήνυμα των μεγάλων βιομηχανικών λόμπι της Γηραιάς Ηπείρου και αποφάσισε να ακούσει περισσότερο εκείνες, παρά τους φορείς των ΑΠΕ.
energia.gr
Παρ, 24 Ιανουαρίου 2014 - 11:47

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε τελικά έναν μετριοπαθή στόχο για τις ΑΠΕ με διείσδυση 27% ως το 2030, προκειμένου να προστατεύσει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών βιομηχανιών που σήμερα σηκώνουν το βάρος των ακριβότερων ενεργειακών τιμολογίων. Με τον τρόπο αυτό, η Κομισιόν φαίνεται πως έλαβε το μήνυμα των μεγάλων βιομηχανικών λόμπι της Γηραιάς Ηπείρου και αποφάσισε να ακούσει περισσότερο εκείνες, παρά τους φορείς των ΑΠΕ.

Τι σημαίνει αυτό για το ενεργειακό μέλλον της Ευρώπης με άξονα το 2050; Η απάντηση δεν είναι απλή ούτε μονοσήμαντη και σίγουρα περνάει μέσα από τον αντίστοιχο δεσμευτικό στόχο της μείωσης των εκπομπών CO2 κατά 40%, ο οποίος επίσης εξαγγέλθηκε χθες από την Επιτροπή.

Επί της ουσίας, η Κομισιόν επιλέγει να προστατεύσει την βιομηχανική παραγωγή της Ε.Ε. και να εφαρμόσει από το 2020 ως το 2030 ένα πιο σταδιακό σχέδιο ανάπτυξης των ΑΠΕ σε σύγκριση με την δεκαετία που διανύουμε. Για να το επιτύχει αυτό, δίχως να επιβαρυνθούν υπέρμετρα οι καταναλωτές, ποντάρει αναμφίβολα και στην ωρίμανση των πράσινων τεχνολογιών, ώστε να μειωθεί το κόστος εγκατάστασής τους, στα πρότυπα των όσων έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια στα φωτοβολταϊκά.

Επίσης, αναμένεται στο εξής να προταθούν και να υιοθετηθούν σε επίπεδο κρατών-μελών πολιτικές ανάπτυξης των ΑΠΕ που θα θέτουν συγκεκριμένα ανώτατα όρια διείσδυσης ανά τακτά χρονικά διαστήματα, όπως δηλαδή συμβαίνει πλέον στη Γερμανία, στα πλαίσια της πολιτικής του ενεργειακού «διαδρόμου». Αυτό συμβαίνει ώστε να μην προκαλούνται δυσάρεστες εκπλήξεις από την απότομη και μαζική ανάπτυξη των ΑΠΕ, που οδήγησε σε συσσώρευση τεράστιων ελλειμμάτων σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Ισπανία.

Όλα τα παραπάνω σημαίνουν ότι στην επόμενη δεκαετία, θα υπάρχει ένα αυστηρό κρατικό και κοινοτικό «χαλινάρι» σε ότι αφορά την πράσινη ενέργεια. Ο στόχος του 27% για τις ΑΠΕ θεωρείται εφικτός, αλλά σε συνάρτηση με την μείωση των ρύπων κατά 40% σε σχέση με το 1990, τα πράγματα δυσκολεύουν σημαντικά. Είναι κοινή η εκτίμηση ότι το 27% στις ΑΠΕ δεν είναι σε θέση να στηρίξει από μόνο του μια τόσο μεγάλη μείωση των ρύπων και είναι σαφές ότι θα πρέπει να συνδυαστεί με έναν ακόμη στόχο για την εξοικονόμηση ενέργειας, αλλά και με την αύξηση της συμμετοχής του φυσικού αερίου εις βάρος του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή. Παράλληλα, αναμένεται και μια νέα ώθηση στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας σε χώρες όπως η Βρετανία και η Γερμανία, καθώς είναι μια τεχνολογία με μηδενικούς ρύπους και στην παρούσα φάση, αυτό είναι που ενδιαφέρει την Κομισιόν. Προς αυτή την κατεύθυνση αναμένεται να υπάρξει θετική υποδοχή από τις χώρες της ΝΑ Ευρώπης (πλην της Ελλάδας), οι οποίες είναι εξοικειωμένες με την πυρηνική τεχνολογία.

Ίσως το σημείο-κλειδί σε ότι αφορά τους ρύπους να είναι τελικά η μετεξέλιξη του ευρωπαϊκού συστήματος εμπορίας ρύπων ( ETS), το οποίο σήμερα είναι επί της ουσίας αναποτελεσματικό, καθώς οι τιμές των σχετικών δικαιωμάτων παραμένουν σε εξευτελιστικά επίπεδα (κοντά στα 5 ευρώ ανά τόνο). Για αυτό το λόγο, το 2014 προβλέπεται να είναι έτος σημαντικών αποφάσεων για το ETS, προκειμένου να αποτελέσει το όχημα και τον καταλύτη προς την οικονομία χαμηλού άνθρακα που οραματίζεται η Κομισιόν και οι σύμβουλοί της για το 2030.