Ενέργεια, Περιβάλλον και Μεγάλα Ευρωπαϊκά Θέματα Εκτός Προεκλογικής Ατζέντας

Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι καθώς οδεύουμε προς τις Ευρωεκλογές της 25ης Μαΐου οι όποιες προεκλογικές συζητήσεις και παρεμβάσεις από τους επίδοξους Ευρωβουλευτές αναφέρονται στην συντριπτική τους πλειοψηφία σε τοπικά και εθνικά θέματα και ουδόλως αγγίζουν τα μεγάλα θέματα και τις σοβαρές προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση. Το γεγονός ότι οι Ευρωεκλογές συμπίπτουν με αυτές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση ασφαλώς συμβάλλει σε αυτήν την στρέβλωση και ασφαλώς δεν οργανώθηκε τυχαία από την κυβέρνηση όπως και η απόφαση για την σταυροδοσία των υποψηφίων με την κατάργηση της κομματικής λίστας
energia.gr
Δευ, 12 Μαΐου 2014 - 08:12

Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι καθώς οδεύουμε προς τις Ευρωεκλογές της 25ης Μαΐου οι όποιες προεκλογικές συζητήσεις και παρεμβάσεις από τους επίδοξους Ευρωβουλευτές αναφέρονται στην συντριπτική τους πλειοψηφία σε τοπικά και εθνικά θέματα και ουδόλως αγγίζουν τα μεγάλα θέματα και τις σοβαρές προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση. Το γεγονός ότι οι Ευρωεκλογές συμπίπτουν με αυτές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση ασφαλώς συμβάλλει σε αυτήν την στρέβλωση και ασφαλώς δεν οργανώθηκε τυχαία από την κυβέρνηση όπως και η απόφαση για την σταυροδοσία των υποψηφίων με την κατάργηση της κομματικής λίστας. Με εξαίρεση κάποιες τοποθετήσεις για το τεράστιο θέμα της λαθρομετανάστευσης, που λίγο πολύ αφορά σήμερα τις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες, και τις τεράστιες οικονομικές ανισότητες μεταξύ Βορρά και Νότου με κοινό χαρακτηριστικό την πολυετή οικονομική ύφεση που μαστίζει τις Μεσογειακές χώρες και το ευρώ, τα άλλα μεγάλα ανοικτά θέματα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη δεν συζητούνται καν. Αντιθέτως, οι επερχόμενες ευρωεκλογές έχουν αναδειχθεί σε δοκιμασία για την κυβερνητική συνοχή έτσι που το διακύβευμα να είναι εάν οι ψηφοφόροι θέλουν κυβερνητική σταθερότητα ή προτιμούν την πολιτική αστάθεια. 

Έτσι, η προεκλογική αναμέτρηση για τις Ευρωεκλογές οι οποίες και θα αναδείξουν 21 εκπροσώπους της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, γίνεται με όρους εθνικών εκλογών και ανάλογες είναι οι θέσεις των κομμάτων και ο τρόπος διεξαγωγής του προεκλογικού αγώνα. Με το δίκιο τους πολλοί ξένοι που διαμένουν στην Ελλάδα προερχόμενοι από άλλες χώρες τις Ευρώπης, παρατηρούν ότι η Ελλάδα δεν έχει τίποτε κοινό με τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, και αναφέρονται στην πλήρη απουσία της Ευρωπαϊκής ατζέντας από την τρέχουσα προεκλογική περίοδο. Και από μια άποψη φαίνεται να έχουν δίκαιο αφού η Ελλάδα αν και είναι πλήρες μέλος πάνω από 33 χρόνια δεν φαίνεται να έχει αφομοιώσει την Ευρωπαϊκή λογική πόσο μάλλον την συμμετοχή της στα Ευρωπαϊκά "κοινά".

Σήμερα, ενώ στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες συζητούνται έντονα τα μεγάλα κοινά θέματα όπως η Τραπεζική Ένωση, η πλέον αποτελεσματική προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και η αναβάθμιση των αστικών περιοχών ιδιαίτερα, η ενεργειακή αποδοτικότητα και συμπαραγωγή, η διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό ισοζύγιο και η αναθεώρηση των Ευρωπαϊκών στόχων εν όψει του υψηλού κόστους επιδότησης των, η εισαγωγή τεχνολογίας καθαρού άνθρακα, η αποθήκευση και ενταφιασμός του CO2 , η διαφοροποίηση της προμήθειας φυσικού αερίου στην Ε.Ε. και η μείωση της εξάρτησης από Ρωσικές εισαγωγές, η περαιτέρω ανάπτυξη της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου στις χώρες της Ε.Ε. κ.λπ., η θεματολογία αυτή δεν αγγίζει καν την ελληνική προεκλογική ατζέντα. Αντίθετα η ευρωεκλογική αναμέτρηση στην χώρας μας έχει μετατραπεί σε μια καθαρά εθνική υπόθεση με τα κόμματα να προβάλλουν θέσεις και απόψεις που αφορούν αποκλειστικά την διακυβέρνηση της χώρας και τον ρόλο τους σε αυτήν σε περίπτωση που τα ποσοστά τους – στις Ευρωεκλογές – είναι σε αρκετά υψηλά επίπεδα ώστε να συμμετέχουν σε μια μελλοντική κυβέρνηση συνασπισμού ή ακόμα, στην περίπτωση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α, να αναλάβουν αυτά την διακυβέρνηση. Έτσι για μια ακόμη φορά η πολιτική συζήτηση έχει οδηγηθεί σε οξεία πόλωση με Ελληνοκεντρική κατεύθυνση την στιγμή που το ζητούμενο είναι εντελώς διαφορετικό. Όπως ακριβώς εκφράζεται στην πολιτική ατζέντα των βόρειων Ευρωπαϊκών χωρών όπου βασικό θέμα είναι ο τρόπος διακυβέρνησης της Ε. Ένωσης και η διάβρωση των θεσμών από μια επιχειρηματική τάξη που αμείβεται υπερβολικά, και σε συνάρτηση με τους επίσης αδρά αμειβόμενους Ευρωκράτες των Βρυξελλών, αγνοεί το κοινωνικό κόστος των δραστηριοτήτων της και θρέφει ανισότητες.

Στην περίπτωση της Ελλάδας ενώ η συζήτηση έπρεπε να επικεντρωθεί στο πως θα ανατρέψουμε την παρούσα βαθειά υφεσιακή κατάσταση της οικονομίας και θα επανέλθουμε σε μια αναπτυξιακή τροχιά και ποιος ο ρόλος της Ε.Ε. σε αυτό, με τα κόμματα να καταθέτουν συγκεκριμένες προτάσεις σε συνδυασμό με τις θέσεις τους για τα μεγάλα Ευρωπαϊκά θέματα, αυτή έχει εκτροχιασθεί πλήρως με την μικροπολιτική να κυριαρχεί απόλυτα στον δημόσιο λόγο από την συντριπτική πλειοψηφία των 46 κομμάτων που κατέρχονται στις εκλογές. Σ’ ένα βαθμό μια παρόμοια με την Ελλάδα κατάσταση σε ότι αφορά τον παραγκωνισμό των Ευρωπαϊκών θεμάτων έναντι των εθνικών παρατηρείται και σε ορισμένες άλλες χώρες, κυρίως του Μεσογειακού χώρου, οι οποίες επλήγησαν ιδιαίτερα σκληρά από την οικονομική κρίση των τελευταίων ετών. Είναι προφανές ότι τα προγράμματα διάσωσης Ε.Ε. - ΔΝΤ για την υπέρβαση της κρίσης άφησαν πίσω τους βαθιά πολιτικά τραύματα και εθνικές μνησικακίες, τόσο στις χειμαζόμενες χώρες της περιφέρειας, ακόμα και στον ευρωπαϊκό Βορρά. Στα μάτια πολλών, η Ε.Ε. φαντάζει όχι ως μέρος της λύσης, αλλά του ίδιου του προβλήματος. Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση του ινστιτούτου Open Europe, το 73% των Βρετανών και το 58% των Γερμανών επιθυμούν να έχουν τα εθνικά Κοινοβούλια δικαίωμα βέτο έναντι των Βρυξελλών.

Στο στρατόπεδο του ευρωσκεπτικισμού παρατάσσονται όχι μόνο χτυπημένα από την κρίση και ευεπίφορα στον ξενοφοβικό λαϊκισμό στρώματα, αλλά και ισχυροί παράγοντες των οικονομικών ελίτ. Λόγου χάριν ο πρώην επικεφαλής του Συνδέσμου Γερμανικών Βιομηχανιών, Χανς-Ολαφ Χένκελ, κατεβαίνει στη μάχη των ευρωεκλογών επικεφαλής του νεοπαγούς κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD), σημαία του οποίου είναι η επιστροφή στο μάρκο. Το Κόμμα της Ανεξαρτησίας του Νάιτζελ Φάρατζ, που ζητάει την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε., χρηματοδοτείται γενναία από τον μεγαλοεπιχειρηματία Πολ Σάικς, μέχρι πρότινος σπόνσορα των Συντηρητικών. Στη Γαλλία, ακόμη και η ακραιφνώς φιλοευρωπαϊκή Le Monde φιλοξενούσε πρόσφατα αφιέρωμα στη «γερμανοποίηση» της Ένωσης, σημειώνοντας με έκδηλη δυσφορία ότι ο νέος υπουργός Οικονομικών, Μισέλ Σαπέν, παρουσίασε το πρόγραμμα εξοικονόμησης 50 δισ. από τις δημόσιες δαπάνες στον... Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, προτού καν ο πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς το καταθέσει στη γαλλική Εθνοσυνέλευση!

Παράλληλα, οι ευρωεκλογές, με τον πιο χαλαρό, σε σύγκριση με τις βουλευτικές εκλογές, χαρακτήρα της ψήφου γίνονται αφορμή για την έκφραση κάθε είδους δυσαρέσκειας απέναντι στα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας, μεγεθύνοντας «ατυπικά» και μέχρι χθες ανύπαρκτα ή περιθωριακά κόμματα, όπως η «Χρυσή Αυγή» στην Ελλάδα και το «Κίνημα Πέντε Αστέρων» του Μπέπε Γκρίλο στην Ιταλία. O Guardian βλέπει το φαινόμενο αυτό ως σύμπτωμα μιας ευρύτερης πολιτικής παθολογίας: «Πολλοί άνθρωποι δεν είναι ευχαριστημένοι με όσα διαδραματίζονται στην Ευρώπη και στις χώρες τους. Οι πολιτικοί του κατεστημένου παρακάμπτουν τις ανησυχίες των πολιτών αντί να δώσουν καθαρές και ευθείες απαντήσεις. Από την άλλη, οι πολιτικοί των άκρων προτείνουν απλοϊκές πολιτικές, όπως ο πόλεμος στη μετανάστευση ή στις μεγάλες επιχειρήσεις».

Από πλευράς μας δεν έχουμε παρά να παρατηρήσουμε ότι οι Ευρωεκλογές στην Ελλάδα έτσι όπως εξελίσσονται αποτελούν ακόμη μια χαμένη ευκαιρία για ένα σοβαρό δημόσιο διάλογο για την ανάγκη δημιουργίας ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου για την χώρα. Ένα μοντέλο που θα στηρίζεται κυρίως στην βέλτιστη διαχείριση και προστασία του μεγαλύτερου κεφαλαίου που διαθέτει η χώρα, ήτοι το φυσικό και πολιτιστικό της περιβάλλον και ασφαλώς στην πλήρη ανάπτυξη των πλουτοπαραγωγικών της πηγών όπως είναι η γεωργία και η ενέργεια, σε συνδυασμό με την βιομηχανία και τις υπηρεσίες. Όπου ο τουρισμός, που πολλοί ανιστόρητοι αποκαλούν εντελώς λαθεμένα ως βαριά βιομηχανία, ν’ αποτελεί φυσικό συμπλήρωμα των ανωτέρω και όχι το αντίστροφο. Εκτός εάν πιστεύουμε ότι η αποστολή της χώρας θα πρέπει να είναι η μετατροπή της σ’ ένα απέραντο εποχιακό ξενοδοχείο με ολοένα και περισσότερους πελάτες κάθε χρόνο, που η παρουσία τους και μόνο σε τόσο μεγάλους αριθμούς (εκτιμάται ότι θα ξεπεράσουν τα 14.0 εκατ. εφέτος) να απειλεί το ίδιο το φυσικό περιβάλλον της χώρας. Μια μάλλον ριψοκίνδυνη πολιτική αφού κινδυνεύουμε να σκοτώσουμε την κότα που γεννά τα χρυσά αυγά ενώ στην περίπτωση μιας μεγάλης φυσικής καταστροφής ή εμπόλεμης κατάστασης το ξενοδοχείο "Ελλάς" αδειάζει από την μια στιγμή στην άλλη και η χώρα οδηγείται για μια ακόμη φορά στην οικονομική καταστροφή.