Οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρίες διακατέχονται από σύμπλεγμα κατωτερότητας. Εκτός από την εκτίναξη της πετρελαϊκής τιμής, οι πετρελαϊκές εταιρίες αντιμετωπίζουν θεμελιώδεις μεταβολές. Μια ακόμη απόκτηση αποθεμάτων από κινεζική κοινοπραξία αποτελεί την τελευταία ένδειξη -αυτή τη φορά, το ”θύμα” ήταν η EnCana στο Εκουαδόρ. Η δύναμη επιστρέφει στις κυβερνήσεις, που συγκεντρώνουν τα στοιχεία που τους ενδιαφέρουν: το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Την τελευταία φορά που συνέβη αυτό, όταν συστάθηκε και ο ΟPEC, οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρίες στράφηκαν σε άλλες περιοχές για αποθέματα, όπως στην Βόρειο Θάλασσα. Ακόμα και έτσι, η Morgan Stanley εκτιμά ότι η BP θα καταφέρει να φθάσει στα ανώτατα επίπεδα παραγωγής που είχε πετύχει το 1972, μόλις το 2008. Συγκεντρωτικά, οι πέντε μεγαλύτερες δυτικές πετρελαϊκές εταιρίες ελέγχουν μόλις το 3% των παγκόσμιων αποθεμάτων. Εάν το συγκρίνετε με το 8% που ελέγχεται από τις πέντε κορυφαίες κρατικές εταιρίες -για να μην αναφερθώ στον OPEC- φαντασθείτε πόσο μεγάλοι θα δείχνουν οι πετρελαϊκοί κολοσσοί σε μια δεκαετία από τώρα. Οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρίες θα πρέπει να γίνουν ακόμη μεγαλύτερες και να δώσουν έμφαση στην τεχνογνωσία τους και την πρόσβασή τους στην αγορά για να τύχουν της εύνοιας των εθνικών κυβερνήσεων. Οι χαμηλότερες αποδόσεις θα απαιτήσουν περισσότερα και πιο διεσπαρμένα περιουσιακά στοιχεία για να μειωθεί το κόστος κεφαλαίου. Εν τω μεταξύ, η στρατιά των μικρότερων πετρελαϊκών εταιριών θα δεχτεί ισχυρές πιέσεις. Την τελευταία φορά που πραγματοποιήθηκε μεγάλη συγκέντρωση στον κλάδο, το πετρέλαιο ήταν στα 10 δολάρια το βαρέλι. Τώρα, με το ”μαύρο χρυσό” άνω των 60 δολαρίων, οι τρέχουσες ταμειακές ροές δυσκολεύουν τις ορθές αποφάσεις με βάση τις μακροπρόθεσμες τάσεις. (Από το euro2day – Financial Times, 15/9/05)