Χρειάζεται Βούληση και Αλλαγή Νοοτροπίας για να Οικοδομηθεί μία Ενεργειακή Ένωση στην Ευρώπη

Σήμερα τα 28 κράτη μέλη της Ε.Ε. αντιμετωπίζουν μία σειρά από σοβαρές προκλήσεις, προκειμένου να επανέλθει η υποτονική Ευρωπαϊκή Οικονομία σε αναπτυξιακή τροχιά. Μία από τις σημαντικότερες, αν και δεν χαίρει της προσοχής που θα έπρεπε, έχει να κάνει με τον συντονισμό της ενεργειακή πολιτικής. Ο κατακερματισμός της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας αποτελεί μία κραυγαλέα στρατηγική αδυναμία, κάτι που υπερτονίζεται από το γεγονός ότι στην Ευρώπη περισσότερο από το ήμισυ της ενέργειας που απαιτείται για την κάλυψη των συνολικών της αναγκών, είτε σε πετρέλαιο, είτε σε φυσικό αέριο, προέρχεται από εισαγωγές
energia.gr
Παρ, 7 Νοεμβρίου 2014 - 15:13

Σήμερα τα 28 κράτη μέλη της Ε.Ε. αντιμετωπίζουν μία σειρά από σοβαρές προκλήσεις, προκειμένου να επανέλθει η υποτονική Ευρωπαϊκή Οικονομία σε αναπτυξιακή τροχιά. Μία από τις σημαντικότερες, αν και δεν χαίρει της προσοχής που θα έπρεπε, έχει να κάνει με τον συντονισμό της ενεργειακή πολιτικής. Ο κατακερματισμός της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας αποτελεί μία κραυγαλέα στρατηγική αδυναμία, κάτι που υπερτονίζεται από το γεγονός ότι στην Ευρώπη περισσότερο από το ήμισυ της ενέργειας που απαιτείται για την κάλυψη των συνολικών της αναγκών, είτε σε πετρέλαιο, είτε σε φυσικό αέριο, προέρχεται από εισαγωγές.

Στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής οι επικεφαλής των κυβερνήσεων της Ε.Ε. συζήτησαν διεξοδικά το θέμα, αλλά παρ’ όλα αυτά η όποια πρόοδος επί του θέματος, παραμένει εξαιρετικά αργή. Επείγει όπως η Ε.Ε. αναπτύξει μια πιο συνεκτική και αποτελεσματική ενεργειακή πολιτική για δύο κύριους λόγους :

Πρώτον η κρίση στην Ουκρανία, κατέδειξε πόσο σημαντικό και επείγον είναι να ενισχυθεί η ενεργειακή ασφάλεια στην Ευρώπη. Αυτό σημαίνει ότι η Ευρώπη πρέπει να αναπτύξει επειγόντως εναλλακτικές οδούς μεταφοράς αερίου για τον εφοδιασμό της, καθώς και πρόσβαση σε μεγαλύτερο αριθμό προμηθευτών. Αγωγοί, όπως το σύστημα TANAPTAP, περιφερειακοί διασυνδετήριοι αγωγοί, αλλά και ο South Stream, -κατά του οποίου τόσο απερίσκεπτα και ανεύθυνα βάλλει η Κομισιόν-, αποτελούν τις νέες δικλείδες ενεργειακής ασφάλειας της Ευρώπης.

Δεύτερον η Ευρώπη θα πρέπει να αναπτύξει περαιτέρω τη παραγωγή από δικά της κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Και αυτό το θέμα είναι αρκούντως επείγον, καθότι η παραγωγή από τη Βόρειο Θάλασσα, έχει προ πολλού εισέλθει σε φθίνουσα πορεία, με τα περισσότερα κοιτάσματα να βαίνουν προς εξάντληση. Είναι γνωστό ότι χώρες όπως η Γερμανία, η Πολωνία, η Ρουμανία, η Ελλάδα και η Κύπρος διαθέτουν σημαντικά κοιτάσματα υδρογονανθράκων, που μπορούν με τις κατάλληλες επενδύσεις να αξιοποιηθούν. 

Γι’ αυτό η λεγόμενη αμερικανική επανάσταση φυσικού αερίου, που βασίζεται στην αξιοποίηση σχιστολιθικών πετρωμάτων, θα πρέπει να απασχολήσει την Ευρώπη, αφού προσφέρει στις αμερικανικές εταιρείες, ένα μεγάλο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των ευρωπαίων ανταγωνιστών τους, που πληρώνουν τελικά για την ηλεκτρική ενέργεια που χρειάζονται σε πολύ υψηλότερες τιμές.

Αν και δεν είναι καθόλου βέβαιο, ότι αντίστοιχοι γεωλογικοί σχηματισμοί στην Ευρώπη διαθέτουν το ίδιο δυναμικό με αυτούς της Αμερικής, μία συντονισμένη προσπάθεια εντοπισμού και καταγραφής τους, απαιτείται ώστε να γνωρίζουμε κατά πόσο μπορεί να υπάρξει μία οικονομικά ανταγωνιστική εκμετάλλευσή τους.

Ο νέος Πρόεδρος του Συμβουλίου της Ε.Ε. Ντόναλντ Τουσκ , ορθώς έθεσε ως πρωτεύουσα αποστολή του, την οικοδόμηση μιας ενεργειακής ένωσης της Ε.Ε. Κατά την άποψή του, τα έθνη της Ε.Ε. αποτελούν ένα συνονθύλευμα ανεπαρκών « ενεργειακών νήσων », ενώ στην ουσία η ενεργειακή αγορά της Ευρώπης, θα μπορούσε να λειτουργήσει πλέον ορθολογικά και προσοδοφόρα, τουλάχιστον σε ότι αφορά το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια, επιτυγχάνοντας τη μείωση της σπατάλης, αλλά και των τιμών. Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό, ότι η εταιρεία συμβούλων Strategy& (πρώην Booz & Co) θεωρεί, ότι η Ε.Ε. θα μπορούσε να εξοικονομήσει έως και 40 δις ευρώ ετησίως μέχρι το 2030, αν καταφέρει να εναρμονίσει τα ενεργειακά δίκτυα της.

Ωστόσο, στη πράξη μια τέτοια εναρμόνιση αποδεικνύεται δύσκολη, λόγω της γεωγραφικής κατανομής των υφισταμένων δικτύων, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι, που ανησυχούν, ότι ένα περισσότερο ενοποιημένο σύστημα ενέργειας, θα εκθέσει τον ενεργειακό τομέα, ακόμη περισσότερο στον εξωτερικό ανταγωνισμό. Σε κάθε περίπτωση, η ενεργειακή σύνδεση των κρατών μελών είναι μία αρκετά εύθραυστη υπόθεση και κινείται με ιδιαίτερα αργούς ρυθμούς. Το ποσό των 6 δις ευρώ που είναι διατεθειμένη να επενδύσει η Ε.Ε. στη διάρκεια των επόμενων έξι ετών, για να ενισχύσει την κατασκευή των απαραίτητων υποδομών, όπως οι γραμμές μεταφοράς και διασυνδετήριους αγωγούς φυσικού αερίου, είναι ασήμαντο μπροστά στα 200 δις ευρώ, που απαιτούνται σύμφωνα με υπολογισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Όμως, η κατά τα άλλα λαλίστατη Κομισιόν, η οποία διαρκώς ανακαλύπτει φαντάσματα και αιμοβόρους εκβιαστές στους κόλπους των προμηθευτών της, δεν φαίνεται να την απασχολεί επαρκώς ο τρόπος χρηματοδότησης των έργων αυτών. Όταν δε εμφανίζονται προμηθευτές, όπως λόγου χάρη η Gazprom, που είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν αυτοί 100% το κόστος κατασκευής των απαραίτητων υποδομών (βλ. South Stream), προκειμένου να εξασφαλιστεί η ασφαλής πρόσβαση στους πελάτες της, στην Ευρωπαϊκή αγορά αερίου, τότε τους λοιδορεί και τους διαβάλλει. Ίσως επειδή το έργο δεν εξαρτάται οικονομικά από τις ψωραλέες επιδοτήσεις των Βρυξελλών.

Εάν πραγματικά η Ευρωπαϊκή Ένωση, επιθυμεί μία Ενεργειακή Ένωση, - ένα θέμα ζωτικής σημασίας για το μέλλον της Ευρώπης-, θα πρέπει όχι μόνο να διευρύνει τον κύκλο των προμηθευτών της και να ενοποιήσει τα δίκτυα ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου, αλλά να αλλάξει τον τρόπο του σκέπτεσθαι και πράττειν και ν’ αντιμετωπίσει τους βασικούς προμηθευτές της, είτε αυτούς που προσφέρουν πρώτες ύλες, είτε εξοπλισμούς, ως πραγματικούς εταίρους και όχι σαν υποδεέστερες οντότητες. Δηλαδή θα πρέπει ν’ αποβάλει τον σημερινό αποικιοκρατικό τρόπο σκέψης και δράσης.