Το
ερώτημα δεν είναι ρητορικό και χρει άμεσης απάντησης εάν πράγματι επιθυμούμε να
δούμε την καρδιά του προβλήματος της Ελληνικής υποανάπτυξης. Μπορεί η
οικονομική δραστηριότητα που σχετίζεται με την ενέργεια να αντιστοιχεί μόνο στο
5.0% του ΑΕΠ όμως η εμβέλεια του συγκεκριμένου τομέα είναι πολύ ευρύτερη λόγω
των επενδύσεων εντάσεως κεφαλαίου που αυτός προϋποθέτει και της δημιουργίας
απασχόλησης που συνεπάγεται.
Ο
δε αντίκτυπος των ενεργειακών επενδύσεων σε όλο το φάσμα, δηλ. υδρογονάνθρακες,
ηλεκτρισμός, στερεά καύσιμα, ΑΠΕ, ενεργειακή αποδοτικότητα, υπερβαίνει κατά
πολύ τις καθ’ αυτού παραγωγικές μονάδες και επηρεάζει σωρεία παράπλευρων
δραστηριοτήτων από την μεταποίηση, τις μεταφορές και την κατασκευή μέχρι τις
υπηρεσίες και τα
logistics
.
Για να αντιληφθούμε την σημασία του ενεργειακού τομέα στις επενδύσεις αρκεί να
αναφέρουμε ότι βάσει στοιχείων μελέτης του ΙΕΝΕ[1] την
περίοδο 2009-2013, δηλαδή εν μέσω βαθύτατης κρίσης και συρρίκνωσης της οικονομικής δραστηριότητας,
πραγματοποιήθηκαν συνολικές επενδύσεις που ξεπέρασαν τα 14.0 δισεκατομμύρια
ευρώ που μεταξύ τους δημιούργησαν 11.500 νέες θέσεις απασχόλησης που ήρθαν να
προστεθούν στις 82.000 μόνιμες θέσεις που ήδη διατηρούσε ο τομέας. Εκτιμάται
δε, επίσης από το ΙΕΝΕ[2], ότι την
περίοδο 2015-2020 θα χρειασθούν επενδύσεις της τάξης των 20.0 δισεκατομμυρίων
ευρώ.
Μεγάλο
μέρος των ανωτέρω επενδύσεων θα πραγματοποιηθούν από τις ΔΕΗ- ΛΑΓΗΕ- ΔΕΔΔΗΕ,
αφορούν τα δίκτυα (λ.χ. διασύνδεση νήσων), τον εκσυγχρονισμό παλαιών λιγνιτικών
μονάδων, υδροηλεκτρικά ενώ ένα εξ’ ίσου μεγάλο τμήμα έχει σχέση με τις έρευνες
υδρογονανθράκων και την ανάπτυξη νέων παραγωγικών πεδίων (λ.χ. Πρίνος,
Κατακόλο). Ακόμη προβλέπονται αναβαθμίσεις στις υπάρχουσες διυλιστικές μονάδες,
στην επέκταση του δικτύου φυσικού αερίου και κατασκευής νέων αγωγών και
δημιουργία αποθηκευτικών χώρων και μονάδων
LNG, νέες μονάδες ΑΠΕ, κυρίως
αιολικά, αλλά και πολλές χιλιάδες εφαρμογές για την βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας
των κτιρίων.
Προς
επίρρωση των ανωτέρω ήρθε η εμπεριστατωμένη μελέτη του ΣΕΒ, που ανακοινώθηκε
την περασμένη εβδομάδα, η οποία αναφέρει ότι θα χρειασθούν επενδύσεις
τουλάχιστον 105 δισεκατομμυρίων ευρώ τα επόμενα επτά χρόνια, δηλαδή 15 δισεκατομμύρια
ευρώ ετησίως, αρκετά περισσότερα από όσα επενδύονται σήμερα έτσι ώστε να
διατηρηθεί το σημερινό επίπεδο ευημερίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΕΒ, το
2014 οι επενδύσεις ανήλθαν σε 18 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 12 δισ. ευρώ
αφορούσαν σε επιχειρηματικές επενδύσεις. Με τις ετήσιες αποσβέσεις (αναπλήρωση
του αποθέματος κεφαλαίου εργοστασίων, μηχανολογικού εξοπλισμού, κατοικιών κ.λπ.
που γηράσκει) να διαμορφώνονται σε 33 δισ. ευρώ ετησίως, είναι προφανές ότι
επενδύονται λιγότερα από όσα χρειάζονται για να διατηρηθεί σταθερό το ολοένα
συρρικνούμενο βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων.
Χρειάζεται
λοιπόν ένα επενδυτικό άλμα, τονίζει ο ΣΕΒ. Με οικονομική ανάκαμψη και αποφυγή
νέων δημοσιονομικών ελλειμμάτων η εθνική αποταμίευση που είναι αρνητική θα
αρχίσει σταδιακά να ενισχύεται, καθώς θα αυξάνονται τα εγχώρια εισοδήματα από
την αύξηση της παραγωγικότητας, που θα φέρει επενδύσεις. Όμως τα χρονικά
περιθώρια είναι στενά και δεδομένης της ανεπάρκειας των εγχώριων αποταμιευτικών
πόρων θα απαιτηθεί μαζική εισροή επενδυτικών κεφαλαίων από το εξωτερικό, όπου
ένα μεγάλο μέρος αφορά τον ενεργειακό τομέα με εκτιμώμενες επενδύσεις 2.5-4.0
δισεκατομμύρια ευρώ κατ’ έτος για την επόμενη πενταετία (2016-2020).
Ως
εκ τούτου η συζήτηση για τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει ο ενεργειακός
τομέας στην επανεκκίνηση της Ελληνικής οικονομίας είναι επίκαιρος όσο ποτέ
άλλοτε. Για αυτό εξ’ άλλου το Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ) αφιερώνει
το ετήσιο συνέδριο του, το 20ο Εθνικό Συνέδριο Ενέργειας «Ενέργεια
& Ανάπτυξη 2015» ( 11-12 Νοεμβρίου 2015, στο Ίδρυμα Ευγενίδου, Αθήνα) στο
συγκεκριμένο θέμα με τίτλο «Η Συμβολή του Ενεργειακού Τομέα στην Ανόρθωση της
Ελληνικής Οικονομίας».
Το
ζητούμενο για την χώρα είναι να υπάρξουν άμεσα επενδύσεις και να δημιουργηθούν
θέσεις εργασίας, κάτι που εξασφαλίζει σε μεγάλο βαθμό ο ενεργειακός τομέας.
Ασφαλώς και χρειάζονται επενδύσεις σε όλους τους τομείς της οικονομίας αλλά ο
ενεργειακός τομέας μπορεί να αποτελέσει μία καλά οργανωμένη βάση, όπως
απετέλεσε την περίοδο της μεγάλης ανάπτυξης της χώρας τις δεκαετίες 1950, 1960
και 1970. Όμως για να πραγματοποιηθούν επενδύσεις οιασδήποτε μορφής, σε
ικανοποιητική κλίμακα ώστε να επιτευχθεί επανεκκίνηση της κατεστραμμένης
οικονομίας μας, η κυβέρνηση θα πρέπει να αποφασίσει να συγκρουσθεί με τα
κατεστημένα συμφέροντα και το βαθύ ελληνικό κράτος που συστηματικά πολεμά την
επιχειρηματικότητα και τον ίδιο του τον εαυτό.
[1] Μελέτη
ΙΕΝΕ (Μ09) «Ενέργεια & Απασχόληση στην Ελλάδα», Δεκέμβριος 2013, Αθήνα
[2]
Working
Paper
IENE
No. 18, «Για Μια Εθνική Ενεργειακή
Πολιτική», Δεκέμβριος 2013