Ο Ρεξ Τίλερσον μόλις τώρα ανέλαβε το ανώτατο αξίωμα της μεγαλύτερης στον κόσμο εισηγμένης πετρελαϊκής εταιρείας. Όμως, η επιτυχία του ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Exxon Mobil Corp. ενδεχομένως να εξαρτηθεί από το πόσο καλά μπορεί να «παίξει» το διπλωμάτη. Όμως, οι ημέρες εκείνες που ο επικεφαλής της Exxon μπορούσε να κινεί τα νήματα στο «παιχνίδι» της παγκόσμιας ενέργειας, έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Αν και η Exxon διαθέτει πολλούς ειδικευμένους μηχανικούς ικανούς να μετατρέπουν τα κοιτάσματα αργού πετρελαίου σε κέρδη, θα πρέπει πρώτα να αποκτήσουν αυτό το αργό, το περισσότερο από το οποίο σήμερα ελέγχεται από κυβερνήσεις σε περιοχές με σαθρό πολιτικό καθεστώς. Ο Τίλερσον έχει ήδη καταστήσει σαφές ότι μοιράζεται τις αμφιβολίες του προκατόχου του Λι Ρέιμοντ - έναν από τους πιο επιτυχημένους διευθύνοντες συμβούλους στην ιστορία - για τη σχέση μεταξύ των προϊόντων της εταιρείας του και των περιβαλλοντικών προβλημάτων. Επίσης, έχει επανειλημμένως εκφράσει την πεποίθησή του - όπως έκανε και ο Ρέιμοντ - ότι το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και ο άνθρακας θα συνεχίσουν να παρέχουν περισσότερο από το 80% της παγκόσμιας ενέργειας μέχρι το 2030. Οι περισσότερες άλλωστε πετρελαϊκές εταιρείες μοιράζονται αυτή τη θέση. Αυτό ωστόσο που διαφοροποιεί την Exxon από τους υπόλοιπους ανταγωνιστές της είναι η άποψή της ότι δεν αξίζει να επενδύει κάποιος σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως ηλιακή και αιολική, θεωρώντας τις βιώσιμες επιχειρήσεις. Η μεγαλύτερη, πάντως, πρόκληση που θα αντιμετωπίσει ο Τίλερσον τα προσεχή έτη θα είναι η επίτευξη συμφωνιών για πρόσβαση σε κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ήδη, η εταιρεία βρίσκεται σε μακρόχρονες διαπραγματεύσεις με τη ρωσική κυβέρνηση σχετικά με συμφωνία εκμετάλλευσης κοιτασμάτων, ενώ παράλληλα άλλες πλούσιες σε πετρέλαιο κυβερνήσεις που έχουν ήδη υπογράψει σχετικές συμφωνίες με την Exxon προσπαθούν τώρα να αναθεωρήσουν τα συμβόλαια. Κίνητρό τους είναι οι σημερινές υψηλές τιμές πετρελαίου που υπόσχονται μεγαλύτερα κέρδη από αυτά που είχαν αρχικά υπολογίσει οι κυβερνήσεις. (Ναυτεμπορική, 9/3/06)